Το τελευταίο «Καλεμκερείο» στο Μεταξουργείο

Η επίσκεψη του Βασιλιά Γεωργίου Β', τα σχέδια του Γιάννη Τσαρούχη και η αναγνώρισή του από το υπουργείο Πολιτισμού

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

Η πρόσοψη του Μαντηλάδικου (δεκαετία 1930).

Ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της πόλεως των Αθηνών αλλά και ολόκληρης της Ελλάδος, διασώζεται, αξιοποιείται και αναμένεται να προσθέσει μια νέα πολύχρωμη και ισχυρή ψηφίδα στην πολιτιστική μας κληρονομιά. Πρόκειται για το Μαντηλάδικο της οδού Πλαταιών 38, στο Μεταξουργείο, το οποίο με απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ), από το 1995, έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

Από τότε εγκαταλείφθηκε για ένα τέταρτο του αιώνος, μέχρι τον Ιανουάριο 2021 όταν κλιμάκιο του υπουργείο Πολιτισμού, με επικεφαλής την Υπουργό κ. Λίνα Μενδώνη, επισκέφθηκε τον χώρο και δρομολόγησε τις διαδικασίες για την αποκατάστασή του. Το ΚΣΝΜ επανήλθε εγκρίνοντας ολοκληρωμένο πρόγραμμα δημιουργίας ενός μοναδικού μουσείου τυποβαφικής τέχνης και παραγωγής μαντηλιών και κέντρου χειροτεχνίας και υφάσματος.

Πρώτες μνείες

Πρόκειται περί αποφάσεων που εκπέμπουν πολλαπλά μηνύματα σε εποχή κατά την οποία η ελληνική πρωτεύουσα τα έχει ανάγκη. Όποιος επιθυμεί να πληροφορηθεί τι κρύβει πίσω της η Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ), όπως ήταν η επίσημη ονομασία της μικρομεσαίας επιχείρησης που λειτουργούσε στο Μεταξουργείο, πρέπει να ανατρέξει στην εποχή του Όθωνος! Διότι τα καλεμκέρια και η παραγωγή τους είχαν απασχολήσει την ελληνική διοικητική μηχανή από τα πρώτα χρόνια της συστάσεώς της.

Η λέξη καλεμκερί είναι τουρκικής προελεύσεως και σύνθετη (καλέμ = κάλαμος και κιαρ = εργασία) και σήμαινε το γυναικείο και ζωγραφισμένο στο χέρι μαντήλι.  Και μπορεί τα καλεμκέρια, να μην απολαμβάνουν σήμερα εκτιμήσεως από τις γυναίκες, αλλά κάποτε, όπως οι άνδρες ήταν αδιανόητο να είναι ξεσκούφωτοι, χωρίς φέσι και αργότερα καπέλο, έτσι και οι γυναίκες έπρεπε να φορούν τα μαντήλια τους. Οι πρώτες μνείες για οργανωμένο εμπόριο και παραγωγικές δραστηριότητες μαντηλιών, σημειώνονται στην Ερμούπολη της Σύρου, όταν έφτασε στην Ελλάδα ο βασιλεύς Όθων.

Τα κεφαλοδέματα

Ήταν ένα κομμάτι επικερδούς εμπορίου το οποίο δεν λάνθανε της προσοχής των οικονομικών παραγόντων που είχαν εγκατασταθεί στο νησί. Είναι δε από τα προϊόντα που έτυχαν ειδικής μεταχείρισης, αφού ακόμη και Βασιλικό Διάταγμα εκδόθηκε προκειμένου να προστατευτεί η παραγωγή των ελληνικών μαντηλιών. Το διάταγμα όριζε ότι οι γυναίκες που κατασκεύαζαν κεφαλοδέματα (καλεμκέρια) στη Σύρο, δεν μπορούσαν βεβαίως να ζήσουν από την παραγωγή τους, εάν δεν αυξανόταν ο φόρος των εισαγομένων από την Ευρώπη και την Τουρκία.

Τα ξένα μαντήλια, αν και η αξία τους ήταν κατώτερη των ντόπιων, πωλούνταν στις ίδιες τιμές. Λόγω της νοοτροπίας μάλιστα της εποχής προτιμούνταν τα ξένα από τα ελληνικά και ας μην είχαν σταθερά χρώματα αφού κατασκευάζονταν βιομηχανικά, αντίθετα με τα ελληνικά που ήταν χειροποίητα. Ωστόσο τα ξένα έλαμπαν. Οπότε επικράτησε η σκέψη ότι αν αύξαναν τα τελώνια, δηλαδή οι δασμοί εισαγωγής των μαντηλιών, τότε η τιμή τους αφενός θα επέτρεπε στα ελληνικά προϊόντα να είναι ανταγωνιστικά και αφετέρου θα απέτρεπε τους εμπόρους από την εισαγωγή τους.

Πολύτιμο Διάταγμα

Αφού δεν θα υπήρχαν περιθώρια για κέρδος και θα πωλούσαν τα ξένα μαντήλια σε ακριβότερες τιμές, οι Ελληνίδες μαντηλούδες θα εύρισκαν περιθώριο να διαθέτουν την δική τους παραγωγή. Τι έπρεπε λοιπόν να γίνει; Για να γίνουν επιτέλους ανταγωνιστικά τα ελληνικά μαντήλια, η καλύτερη μέθοδος ήταν να επιβαρυνθούν τα ξένα με 20% επιπλέον φόρους εισαγωγής! Πράγματι ετοιμάσθηκε σχέδιο Βασιλικού Διατάγματος και η εισήγησή του ανέφερε πως η αύξηση δεν επρόκειτο να επιφέρει κάποια αναστάτωση.

Αντιθέτως, ανέφερε, πως θα ωφελούσε τους ντόπιους κατοίκους διότι θα αγόραζαν τα ελληνικά μαντήλια στις ίδιες τιμές με τα ξένα και τα χρήματα δεν θα έφευγαν στο εξωτερικό. Ο βασιλιάς Όθων υιοθέτησε την εισήγηση αυτή και τον Ιούλιο 1837 υπέγραψε Διάταγμα με τον τίτλο «Περί των εισαγομένων γυναικείων Κεφαλοδεμάτων (Καλεμκεριά)». Με το Διάταγμα αυτό επιτράπηκε να επιβληθεί στην τελωνειακή διατίμησή τους, η οποία εφαρμοζόταν σε όλα τα εισαγόμενα είδη, ειδική επιβάρυνση 20% στην τρέχουσα τιμή όσων εισάγονταν από την Ευρώπη ή την Τουρκία [1].

Μαντήλια Οικονομόπουλου

Το μέτρο υπήρξε εξαιρετικά ευεργετικό για το εμπόριο των μαντηλιών στην Ελλάδα. Η παραγωγή αυξήθηκε από τα εργαστήρια που δημιουργήθηκαν στην Σύρο και δεν άργησε η εποχή που το ελληνικό προϊόν έγινε ανταγωνιστικό. Η παραγωγή οργανώθηκε και μεγάλο πλήθος σχεδίων, διαφορετικών για κάθε ελληνική περιοχή, κάλυπτε τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς. Από τα μέσα δε του 19ου αιώνος σημειώνονται και αξιοπρόσεκτες εξαγωγές.

Το ελληνικό μαντήλι άκμασε και υμνήθηκε. «Μαντήλι μ’ πλουμερό και χρυσοκεντημένο / ποιος νάναι τάχα ο νηός όπου θα σ’ αποχτήση;» αναρωτιόταν ο Κώστας Κρυστάλλης στο ποίημά του «Το κέντημα του μαντηλιού» [2]. Όπως και άλλοτε έχουμε γράψει, τα Μαντήλια Οικονομόπουλου (ΒΕΜ), το παραδοσιακό εργαστήριο βαφικής τέχνης, ήταν από τις επιχειρήσεις που μεγαλούργησαν. Γεννήθηκε στη Σύρο το 1879 από τον Ηρακλή Οικονομόπουλο και τα τέσσερα αδέλφια του.

Ο Δημήτριος Οικονομόπουλος, ο τελευταίος ιδιοκτήτης.

«Θαυματουργό» πηγάδι

Το 1895, η επιχείρηση μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στην οδό Πλαταιών 38. Ο λόγος που εγκαταστάθηκε εκεί η επιχείρηση ήταν η ύπαρξη ενός αθηναϊκού πηγαδιού βάθους μόλις τεσσάρων μέτρων. Διότι η παραγωγή απαιτούσε άφθονο νερό. Στη Σύρο χρησιμοποιούσαν το θαλασσινό, αλλά στην Αθήνα λόγω της λειψυδρίας οι προοπτικές ήταν δυσοίωνες.

Το πηγάδι όμως του Μεταξουργείου ήταν «θαυματουργό»! Καθημερινά, με την κατανάλωση, η στάθμη του κατέβαινε. Την επομένη όμως το πηγάδι ήταν και πάλι γεμάτο. Οι γεωλόγοι ποτέ δεν εξήγησαν το φαινόμενο, ενώ οι ντόπιοι το απέδιδαν στη γειτνίαση με το Αδριάνειο Υδραγωγείο ή κάποια φλέβα του ποταμού Ηριδανού, ο οποίος κατέληγε στον Κεραμικό.

Γεώργιος Β’

Προπολεμική επίσκεψη του βασιλιά Γεωργίου Β΄ στο Μαντηλάδικο. Διακρίνεται η λιθόστρωτη οδός Πλαταιών.

Η ΒΕΜ λειτούργησε στο Μεταξουργείο περίπου έναν αιώνα, έως το 1997 και γνώρισε στιγμές δόξας. Παράγοντας μαντήλια κεφαλής με παραδοσιακά σχέδια και μοτίβα και προμηθεύοντας τόσο την ηπειρωτική όσο και νησιωτική Ελλάδα. Τα φόρεσαν οι αγρότισσες, πήραν τη θέση τους στα λαογραφικά μουσεία και στις παραδοσιακές φορεσιές των χορευτικών συγκροτημάτων.

Έγιναν ρούχα, σχεδιάστηκαν από τον Γιάννη Τσαρούχη με προτροπή της Δόρας Στράτου και συγκίνησαν βασιλικές καρδιές. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄, εντυπωσιασμένος από την έκταση που είχε λάβει η μόδα του μαντηλιού, θα επισκεφθεί τη ΒΕΜ το 1937 για να δει πως φτιάχνονταν τα περίφημα μαντήλια. Και αργότερα, η Βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία λάτρευε τα μαντήλια τα έκανε μόδα σε ανάκτορα και πρεσβείες.

Αναγνώριση

Είναι λοιπόν μακρά και πλούσια η ιστορία του Μαντηλάδικου της οδού Πλαταιών, το οποίο το υπουργείο Πολιτισμού εντάσσει στο δίκτυο του Μουσείου Νεότερου Πολιτισμού ως μοναδικό δείγμα τυποβαφικού εργαστηρίου σταμπωτών παραδοσιακών μαντηλιών, όπως δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού. Οι μελέτες που έχουν εκπονηθεί είναι φιλόδοξες, τόσο για το κτίριο όσο και για το είδος που προορίζεται να υπηρετήσει.

Το Ελληνικό κράτος εξάλλου είχε διαθέσει το αξιοσέβαστο ποσόν των εκατό εκατομμυρίων δραχμών για να αποκτήσει το Μαντηλάδικο και τον μοναδικό κινητό εξοπλισμό του, όπως ξύλινες σφραγίδες, μήτρες μεταξοτυπίας, σχέδια, δειγματολόγια, σκεύη, εργαλεία, πρώτες ύλες κ.ά.  Δικαιώνεται έτσι και ο τελευταίος ιδιοκτήτης της ΒΕΜ, ο κοσμοπολίτης Δημήτρης Οικονομόπουλος, ο οποίος απόλαυσε την αναγνώριση της προσφοράς του. Βραβεύθηκε από τον αείμνηστο Πρόεδρο του ΕΒΕΑ, τον Κώστα Μίχαλο σε επίσημη τελετή στο Μέγαρο Μουσικής, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 31 Μαΐου 2015

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Από τα «Εδώδιμα και Αποικιακά» στη γειτονιά και στη «Μέλισσα» του Κίκιζα

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ

Μεταβείτε στο άρθρο: Από τα «Εδώδιμα και Αποικιακά» στη γειτονιά και στη «Μέλισσα» του Κίκιζα

Το τέλος της μεταξουργίας στην Ελλάδα και του Μεταξουργείου των Αθηνών

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ - ΕΜΠΟΡΙΟ

Μεταβείτε στο άρθρο: Το τέλος της μεταξουργίας στην Ελλάδα και του Μεταξουργείου των Αθηνών

«Πνευματοποιεία»: Τα… μπαράκια που είχαν κατακλύσει τη ρομαντική Αθήνα

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ

Μεταβείτε στο άρθρο: «Πνευματοποιεία»: Τα… μπαράκια που είχαν κατακλύσει τη ρομαντική Αθήνα