Ιδού, λοιπόν, που εκπληρούνται και μερικά όνειρα εις την γην των ανεκπληρώτων ονείρων. Από πότε ακούμε την ίδρυσιν της Φοιτητικής Λέσχης; Υποθέτω ότι πλησιάζει αιών. Γενεαί φοιτητών επέρασαν από το Πανεπιστήμιον, επήραν τα διπλώματά των, εβγήκαν εις την κοινωνίαν, εγήρασαν και δεν αξιώθηκαν να ιδούν την κοινήν στέγην της νεότητός των, της οποίας την υπόσχεσιν είχαν λάβει από το πρώτο έτος της φοιτήσεώς των. Επί τέλους, και το ωραίον αυτό νεανικόν όνειρον έγινε πραγματικότης. Οι φοιτηταί έχουν σήμερον την Λέσχην των, έχουν το σπίτι των εις την οδόν Πειραιώς. Έπρεπε να προσέλθη αρωγός και θερμός υπέρμαχος της ιδέας η Αμερικανική Χριστιανική Αδελφότης των Νέων, ν’ αποφασίση, επιτέλους, το αναποφάσιστον Πανεπιστήμιον, να κληροδοτήση ο αείμνηστος Μαγγίνας το μέγαρόν του, διά να γίνη και αυτό το θαύμα.
Η σημερινή εγκατάστασις της Λέσχης εις το κτίριον του Μαγγίνα δεν είνε η οριστική. Ευρίσκεται πάντοτε υπό μελέτην τον σxέδιον της ανεγέρσεως ιδιαιτέρου μεγάρου, επαρκούς διά τας ανάγκας της, εις το γνωστόν οικόπεδον της οδού Ακαδημίας. Οπωσδήποτε και το σημερινόν διώροφον κτίριον της οδού Πειραιώς, καταλλήλως διαρρυθμισθέν, αποτελεί μίαν μικρογραφίαν Λέσχης, η οποία, χάρις εις την Αμερικανικώτατα πρακτικήν οργάνωσίν της, εκπληροί εκ των ενόντων τον σκοπόν της. Αρκεί να σημειωθή ότι 400 φοιτηταί σήμερον γευματίζουν ημερησίως εις το εστιατόριόν της με το ήμισυ των ξενοδοχειακών τιμών, έχουν το αναγνωστήριόν τους, τας αίθουσας συναυλιών και των διαλέξεών των, την αίθουσα των παιχνιδιών των (σκάκι, ντόμινο, ντάμα κλπ.) και το κουρείον των ακόμη, όπου κουρεύονται και ξυρίζονται από άριστον Σμυρναίον τεχνίτη με τα 3/5 των συνήθων τιμών των κουρείων της πόλεως. Έχουν, τέλος πάντων, το σπίτι των.
Είχα την ευχαρίστησιν προχθές, κατόπιν ευγενικής προσκλήσεως του Αμερικανού διευθυντού της Λέσχης κ. Ι. Μαχότκα, ξεναγούμενος από τον Έλληνα υποδιευθυντήν ιατρόν της Χ.Α.Ν. κ. Θ. Ε. Βαλάσσην, παλαιάν μου γνωριμίαν του καταυλισμού του Μαραθώνος, ν’ αναζήσω διά μίαν ώραν την φοιτητικήν μου ζωήν. Επρόκειτο να φάμε μαζή με τους φοιτητάς. Και, διά μίαν ωραίαν στιγμήν, αφήσαντες τα χρονάκια μας εις την είσοδον της Λέσχης, εξαναγίναμεν φοιτηταί.
Και συνεμορφώθημεν κατά γράμμα προς τον Αμερικανικόν κανονισμόν του εστιατορίου, έναν θαυμάσιον κανονισμόν αυτοϋπηρετήσεως, χάρις εις τον οποίον εξοικονομείται το προσωπικόν των σερβιτόρων και ο χαμένος καιρός, τον οποίον μας κλέβουν, μαζή με την υπομονήν μας, εις τα εστιατόρια, τα αιωνίως καθυστερημένα γκαρσόνια. Αλλ’ αξίζει να περιγράψω, με ολίγα λόγια το πρακτικώτατον αυτό και χαριτωμένων αυτοσερβίρισμα.
Εισήλθαμεν με την σειράν μας από την ειδικήν θύραν του εστιατορίου, επήραμεν από μίαν θυρίδα τα εισιτήριά μας, τα παρουσιάσαμεν εις την είσοδον της αιθούσης του φαγητού προς εξέλεγξιν και κατόπιν… δεν εκαθήσαμεν να φάμε. Ποίος θα μας εσερβίριζεν; Είπαμεν, ότι η πολυτέλεια αυτή δεν υπάρχει εις το πρωτότυπον αυτό εστιατόριον. Απλούστατα, διηυθύνθημεν προς την θυρίδα του μαγειρείου, ενεχειρίσαμεν τα εισιτήριά μας και μας παρεδόθη από ένας δίσκος περιέχων ολόκληρον το γεύμα μας, δηλαδή δύο φαγητά, το γλύκυσμά μας, το ψωμί μας, το νερό μας, τα μαχαιροπήρουνά μας και την χάρτινη πετσέτα μας. Το γεύμα της ημέρας εκείνης εις τας λεπτομερίας του απετελείτο από ατζέμ πιλάφι με λευκήν σάλτσαν, Ρούσσικην σαλάταν και ως γλύκισμα γαλακτομπούρεκο, εκλεκτής μαγειρικής όλα και εκλεκτοτάτων υλικών, τα οποία εξελέγχει καθημερινώς ο υποδιευθυντής ιατρός κ. Βλάσσης. Ό,τι χρειάζεται, δηλαδή, διά να τραφή κανείς αξιοπρεπώς, χωρίς τον φόβον να δηλητηριασθή και ταυτοχρόνως να χρεωκοπήση.
Επήραμεν, λοιπόν, τον δίκον μας, τον μετεφέραμεν μόνοι μας ως καλά γκαρσόνια, εις το λιτόν μας τραπέζι, εφάγαμεν με φοιτητικήν όρεξιν και εξαναγίναμεν πάλιν γκαρσόνια. Επήραμεν τον δίσκον μας με τα άδεια πιάτα, τον μετεφέραμεν εις άλλη θυρίδα και τον παρεδώσαμεν ελεύθεροι πλέον να εξέλθωμεν και ν’ αφήσωμεν την θέσιν μας εις τους άλλους, που επερίμεναν την σειράν των. Και εννοείται ότι δεν την περιμένουν πολύ. Διότι όλα γίνονται εις το πρωτότυπον αυτό εστιατόριον με τόσην ταχύτητα και τόσην τάξιν, ώστε μολονότι η μικρά του αίθουσα δεν χωρεί περισσοτέρους από 70, γευματίζουν εκεί μέσα ανέτως μεταξύ 12-2 400 φοιτηταί και φοιτήτριαι. Και δεν γνωρίζω μεν ποία είνε κατά την στιγμήν αυτήν η πνευματική τροφή, που τους προσφέρεται. Διά την υλικήν ημπορώ να εγγυηθώ.
Μαζή με αυτήν τα καλά παιδιά έχουν το σπίτι των, το σπίτι που ωνειρεύθηκαν τόσα χρόνια και το οποίον αξιώθηκαν επί τέλους ν’ αποκτήσουν. Τους το εύχομαι ολοψύχως καλορροίζικο!