Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οι Πασχαλιάτικοι πυροβολισμοί, οι οποίοι ευτυχώς εκλείπουν στις ημέρες μας, ήταν ένα παμπάλαιο ελληνικό έθιμο. Ο πολιτισμός και η πρόοδος μπορεί να επέβαλαν την εξάλειψή τους, αλλά πολλές ιστορίες διηγούνται τους τρόπους που γιόρταζαν οι Έλληνες το Πάσχα τους ακόμη και στα δύσκολα χρόνια της δουλείας. Μια τέτοια ιστορία, η οποία σχετίζεται με την περίφημη οικογένεια των Κουντουριώτηδων, διέσωσε ο Θεόδωρος Βελλιανίτης[1]. Ήταν στα τέλη του 18ου αιώνος, όταν δύο άνδρες της Υδραίικης οικογένειας, οι Λάζαρος και Γεώργιος Κουντουριώτης ήταν έφηβοι και ταξίδευαν στη Μαύρη Θάλασσα με το πατρικό τους πλοίο. Επιστρέφοντας από το Ταϊγάνι τους βρήκε η Μεγαλοβδομάδα στην Κωνσταντινούπολη. Έφτασε και η μέρα της Ανάστασης και οι δύο νεαροί ναυτικοί πυροβολούσαν στον αέρα σύμφωνα με το έθιμό τους. Αλλά οι πυροβολισμοί απαγορεύονταν, ιδιαίτερα στους Έλληνες οι οποίοι παραβιάζοντας το σχετικό φιρμάνι διέτρεχαν μέγα κίνδυνο.
Ενώ λοιπόν τα δύο αδέλφια πυροβολούσαν τους πλησίασε μια λέμβος. Τους συνέλαβαν και τους οδήγησαν στο κονάκι, διατρέχοντας τον κίνδυνο να υποστούν αυστηρή τιμωρία. Τους γλίτωσε η σωτήρια παρέμβαση ενός σπουδαίου Έλληνα Φαναριώτη, λόγιου και συγγραφέα, ο οποίος εκείνη την εποχή διατελούσε Μέγας Διερμηνεύς, δηλαδή Δραγουμάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με εξαιρετική επιρροή στο Διβάνι, δηλαδή στην κυβέρνηση του Σουλτάνου. Ήταν ο Αλέξανδρος Χαντζερής (1759-1854). Απαλλάχθηκαν όπως – όπως από τις κατηγορίες και γύρισαν στην Ύδρα χρωστώντας ευγνωμοσύνη στον Μέγα Διερμηνέα. Μερικές δεκαετίες αργότερα, αφού η πατρίδα είχε ελευθερωθεί, ο Θεόδωρος Κουντουριώτης, γιος του Γεωργίου, επέστρεψε από το Παρίσι όπου σπούδαζε (1849). Λίγο μετά την άφιξή του παντρεύτηκε τη θυγατέρα του ευπατρίδη Χίου τραπεζίτη Παύλου Νεγρεπόντη. Αλλά στην Αθήνα βρήκε τραγικό θάνατο. Κακοποιοί μπήκαν στο σπίτι του για να τον ληστέψουν, τον έσφαξαν και το έγκλημα έμεινε ανεξιχνίαστο. Ο πεθερός του Θεόδωρου Κουντουριώτη, ο Παύλος Νεγρεπόντης, είχε παντρευτεί μία από τις κόρες του Χαντζερή που είχε σώσει τον πατέρα και τον θείο του. Έτσι, η εγγονή του Χαντζερή είχε γίνει νύφη του Γεώργιου και ανεψιά του Λάζαρου Κουντουριώτη. Η τύχη και η ζωή είχαν συνεργαστεί για να πλέξουν το δικό τους απρόοπτο γεγονός, όπως συμβαίνει συχνά στους μύθους. Όταν λοιπόν οι νιόπαντροι επισκέφτηκαν στην Ύδρα τον θείο τους Λάζαρο, εκείνος θυμήθηκε τις πασχαλιάτικες περιπέτειές του στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και ότι όφειλε τη σωτηρία του στον παππού της νύφης.
Σε ανάμνηση λοιπόν της επίσκεψής τους δώρισε στην νύφη και πλέον ανεψιά του το όπλο με το οποίο πυροβολούσε το Πάσχα του 1799. Ήταν ένα όμορφο τρομπόνι, όπως ονομάζονταν τα φορητά βραχύκαννα και εμπροσθογεμή πυροβόλα όπλα, των οποίων η κάννη είχε σχήμα χοάνης ή σάλπιγγας και έβαλλε πολλά σφαιρίδια. Ποικιλμένο με αργυρά έγκαυστα κοσμήματα, είχε κατασκευαστεί σε περίφημο και ονομαστό σε όλο τον κόσμο Ισπανικό οπλοποιείο. Το ιστορικό αυτό κειμήλιο έφτασε εντέλει στα χέρια του Παύλου Κουντουριώτη, μέσω της μητέρας του και με την ευχή να συνεχίσει την προγονική του εύκλεια.
Πάντως οι τρεις πρωταγωνιστές της πασχαλιάτικης εκείνης περιπέτειας του 1799 ευτύχησαν στη ζωή τους. Ο Αλέξανδρος Χαντζερής, οσποδάρος πλέον στην Μολδαβία, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και συνέπραξε στην κάθοδο και ανάληψη της αρχηγίας από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Έφυγε ικανοποιημένος και βλέποντας την Ελλάδα ελεύθερη, σε ηλικία 95 ετών στην Μόσχα. Ο Λάζαρος Κουντουριώτης (1769-1852), ο οποίος υποστήριξε ενθέρμως την Επανάσταση, ευτύχησε να υπηρετήσει την πατρίδα ως γερουσιαστής και να φύγει από τη ζωή επίσης σε βαθιά γεράματα και με ιδιαίτερες τιμές. Ο αδελφός του Γεώργιος Κουντουριώτης (1782-1858) στήριξε και αυτός την Επανάσταση απολαμβάνοντας τιμές αξιώματα ως πληρεξούσιος, βουλευτής και γερουσιαστής. Έφυγε από τη ζωή με το αξίωμα του Προέδρου της Γερουσίας. Εγγονός του ήταν ο ένδοξος ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 8 Απριλίου 2015