Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Η εμφάνιση των γυναικών ήταν ένα από τα ζητήματα που απασχολούσαν έντονα την ελληνική κοινωνία, ιδιαιτέρως από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Υιοθετώντας οι Ελληνίδες τις ευρωπαϊκές μόδες, προκαλούσαν φυσικά έντονες συζητήσεις. Έτσι έφτασε και ή ώρα του περίφημου βέλου, του λεπτού και διαφανούς υφάσματος, το οποίο αποτελούσε εξάρτημα των γυναικείων καπέλων και πρόσφατα επανήλθε στη μόδα. Το χρησιμοποιούσαν είτε για την προφύλαξη του προσώπου από τις ηλιακές ακτίνες, τον άνεμο και τη σκόνη, ή απλώς για λόγους καλλωπιστικούς. Οι σχετικές συζητήσεις, στις αρχές του 20ού αιώνα, άναψαν όταν ο πανεπιστημιακός γιατρός Αναστάσιος Αραβαντινός (1879-1948) υποστήριξε πως ήταν χρήσιμο και ότι θα μπορούσαν να το φορούν και οι άνδρες!
Ο έμπειρος γιατρός δικαιολογημένα επισήμαινε, το 1904, πως το βέλο προστάτευε και από τις ηλιακές ακτίνες οι οποίες επιδρούν αρνητικά στο ανθρώπινο δέρμα. Αναδείκνυε τη χρησιμότητα των καπέλων, κάνοντας μάλιστα και ιστορική αναδρομή για τους λόγους που ανάγκασαν το ανθρώπινο είδος να αναζητεί προστασία του κεφαλιού στους πάσης φύσεως πίλους. Ωστόσο τα γυναικεία καλύμματα της κεφαλής είχαν πάψει να χρησιμοποιούνται για λόγους υγιεινής και είχαν καθιερωθεί ως μόδα. Οπότε οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν πλέον τα καπέλα με τρόπους που τόνιζαν τα ωραία χτενίσματά τους. Πάντως, ούτως ή άλλως, τα καπέλα προστάτευαν τις γυναίκες κυρίως από τις ηλιακές ακτίνες.
Όσο για το βέλο, η καλύπτρα του προσώπου, σύμφωνα πάντα με τον καθηγητή Αραβαντινό, έχει αρχαία ελληνική καταγωγή, από την εποχή του Ομήρου όταν ονομαζόταν κεκρύφαλος![1] Στην αρχή χρησίμευε για την κάλυψη ολόκληρης της κόμης εν είδει διχτυού. Αλλά και οι Ρωμαίες είχαν ένα είδος καλύπτρας που σκέπαζε όχι μόνον το πρόσωπο αλλά ολόκληρο το σώμα, ενώ οι νύφες φορούσαν σχεδόν πάντα ερυθρά καλύπτρα του προσώπου. Αργότερα οι νέες χριστιανές φορούσαν επίσης το διαφανές πέπλο όπως και οι καλόγριες. Βεβαίως όλα αυτά παρέπεμπαν στον κόσμο της Ανατολής, όπου πλέον η κάλυψη του προσώπου αποτελούσε και αποτελεί θρησκευτικό νόμο.
Εν πάση περιπτώσει η «διαφανής καλύπτρα» καθιερώθηκε και στους χριστιανικούς λαούς, οι οποίοι όμως τη συνδύασαν με τη φιλοκαλία και την κόμμωση μετατρέποντάς τη σε μόδα. Μια μόδα που οι Ελληνίδες, ιδιαιτέρως της πρωτεύουσας, τίμησαν γενναία αφού φορούσαν βέλο από το πρωί μέχρι το βράδυ, ακόμη και στην παραλία! Και αφού είχε ανοίξει η συζήτηση εξέφρασαν την άποψή τους διάφορες ιατρικές ειδικότητες. Έτσι οι οφθαλμίατροι συνιστούσαν να αποφεύγεται το βέλο και να χρησιμοποιείται μόνον στις περιπτώσεις που είχε πολύ ήλιο και σκόνη και στα ταξίδια με τον σιδηρόδρομο. Ήθελαν το βέλο απλό, αραιό και να τοποθετείται όσο το δυνατόν πιο κοντά στα μάτια ώστε να μην επηρεάζεται η δύναμη της κεντρικής όρασης. Από την άλλη οι νευρολόγοι δεν είχαν καμία διαφωνία στη χρήση του βέλου από τις γυναίκες, εστιάζοντας το ενδιαφέρον τους περισσότερο στους ανθυγιεινούς κορσέδες.
Πάντως, όλες αυτές οι συζητήσεις δεν ενδιέφεραν και πολύ τις γυναίκες και τον κόσμο των επαρχιών αλλά και των χωριών της Αττικής. Το να φορέσει καπέλο μια κοπέλα το θεωρούσαν ανήθικη πράξη. Έτσι την έπαθε και η δύσμοιρη η Πεφρονία, η οποία τόλμησε να ντυθεί ευρωπαϊκά και να φορέσει βέλο. Ο αδελφός της Ευάγγελος το θεώρησε προσβολή και με δύο κουμπουριές την εξαπέστειλε στις αιώνιες μονές. Τότε, τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, ήταν που ακουγόταν σε όλη την Ελλάδα το κακότεχνο τετράστιχο «Εμάθατε τι έγινε / στης Άρχως τα χωριά! / Μια νέα, Παναγιά μου, / εντύθηκε στα ευρωπαϊκά!» [2]