Μάρω Βουγιούκα – Βασίλης Μεγαρίδης
Ο Δήμος Κηφισιάς (Α) βρίσκεται στα βόρεια της Αθήνας, στους πρόποδες της Πεντέλης και σ’ αυτόν συνενώθηκαν το 2010 η Νέα Ερυθραία (Β) και η Εκάλη (Γ). Βρίσκεται ανάμεσα στο Αμαρούσιο, την Μεταμόρφωση, τη Λυκόβρυση, την Πεύκη, τα Μελίσσια και τη Νέα Πεντέλη. Το όνομά του Δήμου προέρχεται από τον Κηφισό ποταμό, που οι πηγές του ήταν στο σημερινό Κεφαλάρι, στο Άντρο των Νυμφών. Στη θέση της σημερινής Κηφισιάς υπήρχε κατά την αρχαιότητα ο ομώνυμος αττικός δήμος που ανήκε στην Ερεχθηίδα φυλή και ήταν μία από τις 12 αρχαίες πόλεις της Αττικής.
Α. Η ΚΗΦΙΣΙΑ διάσημο θέρετρο ήδη από την εποχή εκείνη, έφθασε σε μεγάλη ακμή κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους με πλήθος επαύλεων επιφανών Αθηναίων, όπως ο κωμικός ποιητής Μένανδρος (4ος-3ος αι. π.Χ.), ο Ηρώδης ο Αττικού (2ος αι. μ.Χ.) και άλλοι. Η ίδια τάση συνεχίστηκε και κατά την Φραγκοκρατία και Τουρκοκρατία (οι Τούρκοι, που την αποκαλούσαν Κιφισί Καζάσι, έκτισαν και το μοναδικό τζαμί που υπήρχε σε προάστειο της Αθήνας).
Στα χρόνια που ακολούθησαν την Απελευθέρωση (1830) υπήρχε στην περιοχή το «χωρίον Κηφισιά» (κατάλοιπά του είναι τα πολλά εκκλησάκια που βρίσκονται σε όλη την έκταση του Δήμου), στις τελευταίες όμως δεκαετίες του 19ου αιώνα άρχισε εκεί η εγκατάσταση ευπόρων Αθηναίων, είτε μόνιμη είτε μόνο για τους θερινούς μήνες, οι οποίοι εκτίμησαν τις φυσικές καλλονές της περιοχής με τα πολλά νερά και το άφθονο πράσινο, και άρχισαν να κτίζουν με ταχύ ρυθμό επαύλεις, ξενοδοχεία και άλλες εγκαταστάσεις, δημιουργώντας έτσι το σύγχρονο προάστειο της Κηφισιάς.
Το 1885 έγινε η σιδηροδρομική σύνδεση με την Αθήνα (το τραινάκι της Κηφισιάς, το περιώνυμο «Θηρίο» άφησε εποχή) και από το 1900 περίπου η Κηφισιά έγινε το κατ’ εξοχήν εξοχικό προάστειο και κηπούπολη της πρωτεύουσας. Ανάλογη ήταν και η αύξηση των κατοίκων της: 7.000 το 1928, 13.000 το 1951, 20.000 το 1971 και πολλοί περισσότεροι σήμερα. Το 1925 ο οικισμός αποσπάστηκε από το Δήμο Αθηναίων και έγινε ανεξάρτητη κοινότητα, η οποία το 1943 προήχθη σε Δήμο.
Παράλληλα με τον εξοχικό χαρακτήρα της, η Κηφισιά παρουσιάζει και μεγάλη εμπορική δραστηριότητα, με υποκαταστήματα όλων των μεγάλων αθηναϊκών επιχειρήσεων, εμπορικά κέντρα κλπ. το 1957 η Κηφισιά συνδέθηκε με την Αθήνα με την προέκταση του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου, η οποία έφθασε μέχρι το προάστειο (τα σχετικά έργα είχαν αρχίσει το 1953).
Η Κηφισιά έχει 536 οδούς και 16 πλατείες που κατανέμονται στις περιοχές Στροφύλι, Ζηρήνιο/Αλώνια, Κεφαλάρι, Κοκκιναράς, Κάτω Κηφισιά, Άνω Κηφισιά, Νέα Κηφισιά, Παλιάγιαννη, Αδάμες, Αγία Κυριακή, Πανόραμα, Οικισμός Πελοποννησίων, Πολιτεία (οι τέσσερις πρώτες αποτελούν την πυρήνα της παραδοσιακής Κηφισιάς). Ομαδοποιήσεις ονομασιών των δρόμων δεν υπάρχουν πολλές στην Κηφισιά: ονόματα από το θηβαϊκό μυθολογικό κύκλο υπάρχουν στην περιοχή Πανοράματος, άλλα μυθολογικά ονόματα στην Άνω Κηφισιά, ονόματα σχετικά με την ιατρική και την υγεία στην περιοχή Ελευθερώτριας (Πολιτεία), ενώ στον οικισμό Πελοποννησίων και τις Αδάμες υπάρχουν γεωγραφικά ονόματα σχετιζόμενα με την Πελοπόννησο.
Στην Κηφισιά βρίσκεται το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, το μεγάλο νοσοκομείο Κ.Α.Τ., το Άλσος Κηφισιάς, στο οποίο γίνονται τακτικά εκθέσεις και πολιτιστικές εκδηλώσεις, η Έπαυλη Καζούλη, το Ζηρίνειο Εθνικό Γυμναστήριο, κ.ά. Επιφανείς Κηφισιώτες είναι ο μακεδονομάχος Παύλος Μελάς, οι λογοτέχνες Πηνελόπη Δέλτα, Γεώργ. Δροσίνης, Θ. Πετσάλης-Διομήδης, ο αρχιτέκτονας Ερν. Τσίλλερ και ο αρχαιολόγος Γ. Δαίρπφλεντ, οι πολιτικοί κλπ. άνδρες Ιω. Μεταξάς, Ιω. Πεσματζόγλου, Εμμαν. Μπενάκης, Βίκτωρ Δούσμανης, Θεόδ. Δηλιγιάννης, Στέφ. Στρέιτ, Οικογ. Δραγούμη, Οικογ. Μπαλτατζή, Παν. Κανελλόπουλος (κατά περιόδους) και άλλοι πολλοί.
Β. Η ΝΕΑ ΕΡΥΘΡΑΙΑ είναι ένα από τα βόρεια προάστεια της Αθήνας με πολύ υγιεινό κλίμα. Εκτείνεται στους ΒΔ πρόποδες της Πεντέλης σε υψόμετρο από 250 έως 500, ανάμεσα στην Κηφισιά, στην Εκάλης, τις Αχαρνές (Μενίδι) και το Κρυονέρι. Η περιοχή ήταν έρημη μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, μετά όμως από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 άρχισε εκεί η εγκατάσταση προσφύγων με τη βοήθεια του τότε υπουργού Κοινωνικής Αντιλήψεως και Προνοίας Αποστόλου Ορφανίδη, πρόσφυγα και αυτού, και η δημιουργία συνοικισμού σε απόσταση 2 χλμ. περίπου από την Κηφισιά. Η πλειονότητα των προσφύγων προερχόταν από τη χερσόνησο της Ερυθραίας (απέναντι από τη Χίο) με τις πόλεις της Αλάτσατα, Τσεσμέ, Βουρλά, Αγία Παρασκευή κ.ά., και ο συνοικισμός πήρε το όνομα Νέα Ερυθραία.
Το 1928 η Νέα Ερυθραία, που ήδη αριθμούσε 1850 κατοίκους, προσαρτήθηκε στην (τότε) Κοινότητα Κηφισιάς και το 1934 έγινε ανεξάρτητη Κοινότητα για διάστημα 3 πρίπου χρόνων. Το 1937 έγινε πάλι τμήμα της Κοινότητος Κηφισιάς, αλλά το 1948 αποσπάστηκε οριστικά από αυτή ως Κοινότητα Νέας Ερυθραίας, η οποία έγινε Δήμος το 1982. Το 1962 άρχισε η ανέγερση κατοικιών στην περιοχή Μορτερό από οικοδομικό οργανισμό διπλωματούχων μηχανικών Ε.Μ.Π. (το τοπωνύμιο Μορτερό οφείλεται σε παλιά, και αβάσιμη, παράδοση ότι ο αέρας της περιοχής ήταν θανατερός, από το ιταλικό morto). Σε όλο αυτό το διάστημα ο πληθυσμός αυξανόταν με άλματα, η επέκταση του προαστείου γινόταν με ταχύ ρυθμό και ταυτόχρονα άλλαζε και ο κοινωνικός ιστός του με την ανέγερση επαύλεων, παραθεριστικών ξενοδοχείων, εξοχικών κέντρων κλπ. Το 1948 ο πληθυσμός ήταν 3.000 περίπου κάτοικοι, το 1951 περίπου 4.200, το 1971 περίπου 7.500 και το 1981 περίπου 10.000.
Ο Δήμος Νέας Ερυθραίας έχει σήμερα 230 οδούς και 3 πλατείες που κατανέμονται στον κεντρικό πυρήνα και στις περιοχές Καστρί, Πολιτεία (τμήμα) και Μορτερό. Το Καστρί αποτελεί ίδιο θέρετρο, στα όρια με την Εκάλη, το οποίο ενώθηκε οικιστικά με τη Νέα Ερυθραία, ενώ το Μορτερό είναι, όπως αναφέρεται παραπάνω, νέα σχετικά συνοικία προς την Εθνική Οδό (σε μια περιοχή του παρατηρείται ομαδοποίηση ονομασιών οδών με ονόματα μεγάλων Ελλήνων ποιητών). Κύρια οδική αρτηρία της Νέας Ερυθραίας είναι η λεωφόρος Ελευθερίου Βενιζέλου, συνέχεια της λεωφόρου Κηφισίας, ενώ άλλες αρτηρίες είναι η οδός Αγίων Σαράντα, η οδός Τατοΐου (όριο με Κηφισιά) κ.ά., και βέβαια στο Μορτερό υπάρχει η Εθνική Οδός Αθηνών – Θεσσαλονίκης.
Γ. Η ΕΚΑΛΗ είναι επίσης ένα από τα βορειότερα προάστεια της Αθήνας, συνέχεια της Νέας Ερυθραίας, σε υψόμετρο 330. Περιβάλλεται από τη Νέα Ερυθραία, την Κηφισιά, το Κρυονέρι, την Άνοιξη, τη Δροσιά και τη Σταμάτα. Η ονομασία της Εκάλης οφείλεται στον αρχαίο αττικό δήμο Εκάλη της Λεοντίδος φυλής, που τοποθετείται από διαφόρους ερευνητές σε διάφορες θέσεις, πάντα όμως στον άξονα Αθήνας – Μαραθώνα (στο Καλέντζι ή στη θέση Καλήσια της Πεντέλης ή στη Σταμάτα ή στη θέση Κεραμίδι της Πάρνηθας). Ο αρχαίος δήμος πήρε με τη σειρά του το όνομά του από τη γραίαν Εκάλην, η οποία κατά την παράδοση φιλοξένησε τον Θησέα όταν πήγαινε να εξοντώσει τον Ταύρο του Μαραθώνος, και παρακάλεσε τον Δία να του χαρίσει τη νίκη. Προς τιμήν της ο Θησεύς καθιέρωσε εορτή, τα Εκαλήσια, από όπου προήλθε αργότερα το τοπωνύμιο Καλήσια.
Ο χώρος, στον οποίο αναπτύχθηκε η Εκάλη ήταν πευκόφυτος, με πολύ καλό κλίμα και ιδιαίτερες φυσικές καλλονές. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα συστήθηκε η εταιρία «Μ. Παπαδάκης – Σπ. Αγαπητός – Θ. Ηλιόπουλος», η οποία αγόρασε έκταση 4.000 στρεμμάτων στην περιοχή και το 1922/23 άρχισε την ανέγερση κατοικιών, επαύλεων κλπ. σε μορφή κηπουπόλεως (το σχέδιο πόλεως εγκρίθηκε το 1924), που αποτέλεσαν τον πυρήνα του νέου προαστείου Εκάλη, το οποίο γρήγορα αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε σε θέρετρο με ωραία ξενοδοχεία, εξοχικά κέντρα κλπ.
Σύντομα αποτέλεσε πόλο έλξεως διαφόρων επωνύμων και σημαινόντων. Το 1928 οι μόνιμοι κάτοικοι ήταν 206, ενώ στις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν φθάσει τους 705. Το 1928 ο οικισμός αποσπάστηκε από την τότε Κοινότητα Κηφισιάς, στην οποία ανήκε, ως ανεξάρτητη Κοινότητα Εκάλης, η οποία έφθασε τους 1.057 κατοίκους το 1961 και τους 2.318 το 1981. Το 1959 συμπεριλήφθηκε στην Κοινότητα Εκάλης ο οικισμός του προσωπικού ημερησίων εφημερίδων Αθηνών, ενώ στις δεκαετίες 1970 και 1980 άρχισε να αναπτύσσεται βορειότερα η Νέα Εκάλη.
Η Εκάλη έχει 137 οδούς και 13 πλατείες, των οποίων οι ονομασίες στην πλειοψηφία τους είτε προέρχονται από την ελληνική μυθολογία είτε είναι ονόματα φυτών και λουλουδιών (στο βόρειο τμήμα, προς την Εθνική Οδό, οι δρόμοι έχουν ονόματα σημαινόντων δημοσιογράφων). Η μισή σχεδόν έκταση της Εκάλης καλύπτεται από πράσινο. Κύρια οδική αρτηρία του προαστείου είναι η λεωφόρος Θησέως, η οποία είναι συνέχεια της λεωφόρου Ελευθ. Βενιζέλου της Νέας Ερυθραίας και αυτή με τη σειρά της συνέχεια της λεωφόρου Κηφισίας. Σημαντική είναι επίσης η καταπράσινη οδός Ρόδων.