Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Μία σελίδα από την πλούσια ιστορία της πλατείας Συντάγματος γραφόταν το 1957. Εκείνο το έτος υλοποιήθηκε η απόφαση που είχε ληφθεί έναν χρόνο νωρίτερα και προέβλεπε τη κολόβωση της πλατείας.
Ένα τμήμα της δυτικής πλευράς αποφασίστηκε να διατεθεί προκειμένου να διευκολυνθεί και να γίνει πιο άνετη η κυκλοφορία από την οδό Σταδίου προς την οδό Φιλελλήνων.
Τα σχέδια εκπονούνταν από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, με υπουργό τον Γεώργιο Ράλλη. Προέβλεπαν επίσης την επέκταση του πεζοδρομίου από Καραγιώργη Σερβίας μέχρι Μητροπόλεως, αλλά και τη διεύρυνση των δύο παλαιών δρόμων της πλατείας (Όθωνος και Γεωργίου Α΄).
Δήμαρχος Αθηναίων ήταν ο Παυσανίας Κατσώτας, ο οποίος προσπαθούσε να διαχειριστεί τη δραματική οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόταν, για μία ακόμη φορά, ο δήμος της πρωτεύουσας. Παρά το γεγονός ότι οι πλατείες ανήκαν στον Δήμο Αθηναίων, η κεντρική διοίκηση αδιαφορούσε. Υποτιμούσε τον ρόλο του και δεν λάμβανε υπόψη τη γνώμη του στις αποφάσεις.
Στην περίπτωση όμως αυτή, η οποία περιλάμβανε και έργα στην πλατεία Κλαυθμώνος, υπήρξε συνεργασία του δημάρχου με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον υπουργό Δημοσίων Έργων.
Προκειμένου να μην αντιδράσει ο δήμος Αθηναίων στον τεμαχισμό της πλατείας, η κυβέρνηση παρέσχε υποσχέσεις ότι θα του παραχωρούσε την εκμετάλλευση των υπογείων χώρων της Ομονοίας, της οποίας τα έργα ολοκληρώνονταν και της πλατείας Κλαυθμώνος, όπου προβλεπόταν να γίνει υπόγειος χώρος σταθμεύσεως.
Ωστόσο προκλήθηκαν αντιδράσεις και οι Αθηναίοι χωρίστηκαν στα δύο. Σε εκείνους που επιθυμούσαν τα έργα στην πλατεία και σε εκείνους που δεν τα ήθελαν. Και όπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, το ζήτημα πήρε κομματική χροιά.
Ωστόσο η κυβέρνηση είχε πάρει τις αποφάσεις και προχώρησε στα έργα, από τον Μάιο 1957. Ο δήμαρχος κρατούσε αποστάσεις και από τις δύο πλευρές, ενώ δεν έλειψαν και οι σχετικές προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Δύο βουλευτές του Κέντρου, ο Άγγελος Τσουκαλάς και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος ζήτησαν αναστολή εργασιών διότι η πλατεία θα έχανε τον ιστορικό της χαρακτήρα και δεν υπήρχε η σύμφωνη γνώμη του δημοτικού συμβουλίου παρά το γεγονός ότι η πλατεία ήταν δημοτική. Ταυτοχρόνως ο δήμος Αθηναίων κατέθεσε αίτηση στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών για τη λήψη προσωρινών μέτρων.
Παρά τις όποιες αντιρρήσεις τα έργα προχώρησαν και ολοκληρώθηκαν ταχύτατα. Εν τω μεταξύ εκδικάσθηκαν και οι προσφυγές, οι οποίες δεν είχαν τύχη. Ωστόσο, παρουσιάζει ενδιαφέρον το σκεπτικό που αναπτύχθηκε. Το θέμα συζητήθηκε στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, στις αρχές Οκτωβρίου 1957 και πριν από το τέλος του μηνός είχε εκδοθεί η απόφαση!
Εκ των πραγμάτων, ο εισηγητής Γ. Χαρμπούρης, βρέθηκε σε δυσχερέστατη θέση.
Προσπαθώντας να διορθώσει τα αδιόρθωτα και όντας προ τετελεσμένων, το Συμβούλιο της Επικρατείας προσπάθησε να βρει τη «χρυσή τομή». Εξέδωσε απόφαση υποστηρίζοντας πως το σχέδιο που ίσχυε από το 1833 δεν προέβλεπε πλατεία στην περιοχή εκείνη αλλά παρουσίαζε τον χώρο ως κοινόχρηστο.
Τυπικά λοιπόν δεν υπήρχε η δημοτική πλατεία του Συντάγματος, οπότε δικαιούνταν το Υπουργείο Δημοσίων Έργων να καθορίζει το πλάτος των πεζοδρομίων και του καταστρώματος των οδών και να εκδώσει την πράξη με την οποία πραγματοποιήθηκαν τα έργα! Σημειωτέον ότι το ίδιο καθεστώς ισχύει μέχρι σήμερα στην πλατεία Ομονοίας.
Η συνέχεια δόθηκε στις επόμενες δημοτικές εκλογές. Ο φιλελεύθερος Άγγελος Τσουκαλάς υπερίσχυσε του Παυσανία Κατσώτα και εκλέχθηκε δήμαρχος Αθηναίων με την υποστήριξη της αριστεράς (ΕΔΑ), γεγονός που οδήγησε στη διαγραφή του από τους Φιλελεύθερους στους οποίους ανήκε μέχρι τότε.