Πότε εξαφανίστηκαν τα αηδόνια από τον Εθνικό Κήπο

Σπουδαίοι άνθρωποι έγραψαν ύμνους για τα μικρά πτηνά και το κελάδημά τους

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

Από τα θέλγητρα της πρωτεύουσας που χάθηκαν με το πέρασμα των χρόνων και την εισβολή της θορυβώδους ζωής είναι τα αηδόνια του Βασιλικού Κήπου. Μέχρι τα τελευταία προπολεμικά χρόνια, κάθε χρόνο στα μέσα Απριλίου, στην ανατολική και νότια πλευρά του Κήπου, όπου ήταν πυκνότερα τα φυλλώματα, περισσότερα από 100 αηδόνια έφτιαχναν τις φτωχικές φωλίτσες τους. Απέφευγαν συστηματικά την πλευρά της λεωφόρου Βασιλίσσης Αμαλίας και της Βασιλίσσης Σοφίας, πιθανόν γιατί τα ενοχλούσε ο θόρυβος των τραμ και το φως. Άρχιζαν… τις συναυλίες τους μόλις έγερνε ο ήλιος και συνέχιζαν ασταμάτητα μία ή και δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Γενιές Αθηναίων είχαν συνηθίσει αυτή τη νυχτερινή μουσική, που έδινε στο αθηναϊκό τοπίο μια ξεχωριστή μαγεία.

Ήταν τέτοια τα συναισθήματα που προκαλούσαν τα αηδόνια στις ευαίσθητες γραφίδες, ώστε ακόμη και χρονογραφήματα γράφονταν για χάρη τους. Όπως ένα θαυμάσιο, γεμάτο λυρισμό χρονογράφημα που δημοσίευσε την άνοιξη του 1910 ο -αδικημένος από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας μας- Γεώργιος Πλατής. Έγραφε ότι «αν τα φυλλώματα του Βασιλικού Κήπου συχνά και τώρα στάζουν ελαφράς ρανίδας βροχής, αλλ’ αι σταγόνες αύται είναι αρωματισμέναι όταν πίπτουν προς το έδαφος, η δε αηδών θροεί και χύνει τους γλυκυτάτους λαρυγγισμούς της εν μέσω ανθισμένων κλάδων και εις ευωδιάζοντα αέρα»[1]!

Τα αηδόνια του Κήπου κελαηδούσαν και προκαλούσαν τρυφερά συναισθήματα στις αρχές του περασμένου αιώνα. Πολλοί ποιητές και πεζογράφοι προσπάθησαν να δώσουν έναν ακριβή χαρακτηρισμό του άσματος των αηδονιών -εάν είναι μελαγχολικό ή χαρμόσυνο. Πάντως, δικαιολογημένα το απολάμβαναν οι απογευματινοί επισκέπτες, δίνοντας την ευκαιρία να υμνηθεί η φύση στην ελληνική πρωτεύουσα. Γι’ αυτό, ενθουσιασμένος και ο Δημήτριος Ταγκόπουλος έσπευδε το 1923 να προσθέσει τη δική του φωνή στους θαυμαστές των αηδονιών του «Βασιλικού Περιβολιού», όπως αποκαλούσε τον Βασιλικό (:Εθνικό) Κήπο.

Βασιλικός Κήπος. Φωτογραφία Εdmond Boissonnas (1919).

Ισχυριζόταν ότι κάποιος γνωστός του τού έδειξε στο Βασιλικό Περιβόλι ένα αηδόνι που στεκόταν πάνω στην ολοπράσινη και δροσερή χλόη, και δείχνοντάς του το πουλί τού τραγουδούσε: «Εδώ, που στη χλόη / τ’ αηδόνι κοιμάται, / να στήσουμε ελάτε, / αδέλφια, χορό…». Ο Δ. Ταγκόπουλος μαγευόταν από τη φωνή του, αλλά θεωρούσε ότι είναι «ασχημοπούλι» στην εμφάνιση και το συνέκρινε με τη Μάρω του, δηλαδή τη φτωχή καρδερινούλα που είχε στο σπίτι του!

Εξομολογούνταν, ωστόσο, ότι όποτε πλησίαζε στην περιοχή του Ζαππείου κόνταινε το βήμα του για να απολαύσει περισσότερο το τραγούδι των αηδονιών, που τον μεθούσε. «Τόσες φορές έχω ξεμουρλαθή μ’ αυτό, νύχτες ανοιξιάτικες μάλιστα» έγραφε χαρακτηριστικά[2].

Ρεϋμόν Πουανκαρέ

Μάγεψαν και τον Γάλλο πρόεδρο Ρεϊμόν Πουανκαρέ            

Ο συντηρητικός πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ρεϊμόν Πουανκαρέ (1860-1934) ήταν από εκείνους που αγάπησαν την Αθήνα. Από εκείνους που απόλαυσαν τους λαρυγγισμούς των αηδονιών του Κήπου. Μαγεύτηκε τόσο από τη μουσική τους, ώστε χρόνια αργότερα, σε έναν δημόσιο λόγο του κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Γάλλου συγγραφέα και στοχαστή Μορίς Μπαρές (1862-1923), προσπάθησε να μεταδώσει στο ακροατήριο τη συγκίνησή του από τη θεία μουσική των ωδικών πτηνών στην Αθήνα. Η υπηρεσία του Κήπου παρατηρούσε, από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 και χρόνο με τον χρόνο, ότι τα αηδόνια λιγόστευαν, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το φαινόμενο. Το 1938 τα αηδόνια ήταν εμφανώς λιγότερα από τις άλλες χρονιές και από το 1939 εξαφανίστηκαν. «Κανένα αηδόνι δεν ήρθε στον κήπο και καμμιά ελπίδα δεν μένει πλέον ν’ ακούσωμε το γνώριμο τραγούδι» διαπίστωνε τον Μάιο του 1939 ο ρομαντικός Ε. Τζαμουράνης και ευχόταν «η άλλη άνοιξις να μας ξαναφέρη τους μικρούς αγαπημένους φίλους». Αλλά τα αηδόνια είχαν εγκαταλείψει την πολύβουη πόλη δια παντός[3].

Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 2 Απριλίου 2013

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Όταν η οδός Σταδίου θα «τεμάχιζε» τον Εθνικό Κήπο

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ (ΡΥΜΟΤΟΜΙΑ)

Μεταβείτε στο άρθρο: Όταν η οδός Σταδίου θα «τεμάχιζε» τον Εθνικό Κήπο