Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οπωσδήποτε η ζωή του δημοφιλούς ηθοποιού Βασίλη Αυλωνίτη είναι, λίγο έως πολύ, γνωστή. Όπως εξάλλου και οι μεγάλες επιτυχίες του στο θέατρο, κυρίως σε επιθεωρήσεις και στον κινηματογράφο. Ελάχιστα όμως είναι γνωστά για την παιδική ζωή του, την οποία πέρασε στη γειτονιά της Βλασσαρούς· στη γειτονιά με τα σοκάκια της Τουρκοκρατίας, που βρισκόταν εκεί όπου σήμερα απλώνεται η Αρχαία Αγορά. Πιο δαιδαλώδης από την περιοχή του Ψυρρή, με ισόγεια και δίπατα σπιτόπουλα, πανέμορφες αυλές και ταβερνίτσες. Εκεί μεγάλωσε ο γιος του κυρ Αλέξανδρου Αυλωνίτη, ο Βασίλης, μετερχόμενος το επάγγελμα του πορτοφολά! Μαζί με τον αδελφό του έφτιαχναν πορτοφόλια για τα ψιλά και τα πουλούσαν στις γειτονιές μέσα σ’ ένα κοφίνι.
Σβέλτος, κοινωνικός, ατσίδα, όπως έλεγαν τότε, ξεκινούσε κάθε πρωί για να… κατακτήσει τις γύρω γειτονιές, τα Πετράλωνα, τον Κεραμεικό, το Γκάζι, το Μεταξουργείο κ.ά. Ώσπου έγινε αστέρας του μουσικού θεάτρου. Απλά στη σκηνή μετέφερε τον εαυτό του. Κανείς δεν τον δίδαξε και δεν πήγε σε κάποια σχολή. Ήταν δε τόσο ευχάριστος ο νέος τύπος μάγκα που λανσάρισε, που έγινε περιζήτητος, ιδιαίτερα στις επιθεωρήσεις. Πολλά έχουν γραφεί, όχι μόνο για την προσωπική του ζωή, αλλά και για την καριέρα του. Ωστόσο, ο Σώτος Πετράς, ενόσω ζούσε ακόμη ο Αυλωνίτης, έγραψε μάλλον την πραγματική ιστορία του.
Το πρώτο βάπτισμά του στη σκηνή το πήρε με τον θίασο του Ζάχου Θάνου στο θεατράκι του Θησείου, το οποίο μεγαλουργούσε στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Εκεί ανέβηκε το «Κορίτσι της γειτονιάς» του Νίκου Χατζηαποστόλου και ο εικοσάχρονος πλέον πορτοφολάς αναλάμβανε να παρουσιάσει ολόκληρο ρόλο, αυτόν του «Τσίχλα». Ωστόσο, πεισματάρης όπως ήταν, εν τέλει τα κατάφερε. Βγήκε στη σκηνή και η εμφάνισή του δεν έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στο κοινό. Όπως ήταν φυσικό, ήταν μουδιασμένος. Μπέρδευε τα λόγια του και ξεροκατάπινε από το τρακ. Εκείνο το τρακ ήταν και η επιτυχία του. Μπερδεύοντας τα λόγια του και ξεροκαταπίνοντας, έκανε το κοινό να γελά.
Στη σκηνή, ανάμεσα στα άλλα, του έδωσαν να πάει και ένα γράμμα. Ο Αυλωνίτης το διάβαζε συλλαβιστά και χωρίς να το θέλει έκανε ένα καλαμπούρι: «Κύριον Βασίλειον Βασιλακόπουλον, οδός.. δεν ξέρω τι λέω, αριθμός, τα ‘χασα. Λίαν επνείγον»! Από το τρακ και το πνίξιμό του, αντί «επείγον» διάβαζε «επνείγον». Αλλά το κοινό εκείνο το «επνείγον» το πήρε ως καλαμπούρι της βραδιάς και μέχρι το τέλος της παράστασης του το φώναζε από κάτω. Μεγάλο πανηγύρι, αλλά και επιτυχία. Κάθε βράδυ ο Αυλωνίτης, ο οποίος μετά το «επνείγον» άρχισε και άλλους σολοικισμούς, διασκέδαζε το κοινό με τις διάφορες αρλούμπες που αμολούσε και ξεσήκωνε τα χαμίνια και τις κυράδες της γειτονιάς.
Ήταν τόση η επιτυχία του, που από άγνωστος ηθοποιός στο λαϊκό θεατράκι του Θησείου μεταπήδησε γρήγορα στις κεντρικές σκηνές. Εννοείται πως το σουξέ του βοηθούσε πολύ, ενώ τον καθιέρωσε και το νούμερο «Εσπεράντο» που είχε γράψει ο Κίμων Καπετανάκης στην επιθεώρηση «Κατεργάρα». Αναμφισβήτητα ο Β. Αυλωνίτης υπήρξε ταυτόχρονα και… Δον Ζουάν της εποχής, με πολλές κατακτήσεις και περιπέτειες. Και στην περίπτωση αυτή έχουν γραφεί πολλά και ανυπόστατα, όπως τα παραδίδουν οι εφημερίδες της εποχής. Μέχρι και «Σαρλ Μπουαγιέ της Ελλάδος» τον αποκάλεσαν, παρουσιάζοντας προσωπικές περιπέτειές του. Ο ίδιος διακωμωδούσε τέτοιες αναφορές, πάντα με το χιούμορ του, αυτοσυστηνόμενος ως «Ζε σουί Μπουαγιέ ντε Πετραλών»! Στην πραγματικότητα έγινε ένας καλός νοικοκύρης, παντρεύτηκε την Παναγιώτα Καραπιπέρη (1916-1970) και απέκτησαν δύο παιδιά, έναν γιο, τον Γιάννη και μία κόρη, την Ελένη.