Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
«Βασίλης Αττικός» ήταν το ψευδώνυμο του πολυγραφέστατου ευθυμογράφου Βασίλη Γ. Αντωνιάδη. Ενός προσώπου που αποτελεί πραγματικό «μυστήριο» για τους νεότερους ερευνητές, οι οποίοι δεν κατόρθωσαν ακόμη αφενός να αποκαλύψουν την πραγματική ταυτότητά του και αφετέρου να τον βιογραφήσουν. Άνθρωπος του περιβάλλοντος της οικογενείας του Ελευθερίου Βενιζέλου, είχε συνδεθεί στενά με τα δύο παιδιά του, ιδιαιτέρως δε με τον Κυριάκο (1892-1942). Γιος προξένου, υπηρετούσε και ο ίδιος ως υποπρόξενος στη διεύθυνση προσωπικού του υπουργείου Εξωτερικών το 1916 και αργότερα στην ιδιαίτερη γραμματεία του Ελ. Βενιζέλου, τον οποίο υπηρέτησε με πίστη και φανατισμό.
Τόσος ήταν ο φανατισμός του, ώστε βρέθηκε βασικός κατηγορούμενος για ηθική αυτουργία στη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη! Παρά το πλούσιο συγγραφικό του έργο, απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί στα γεγονότα και τη δικαστική εμπλοκή του. Το τελευταίο έργο της ζωής του, το βιβλίο «Εικόνες από τη ζωή και το σπίτι του Ελευθερίου Βενιζέλου» (1974), μας προσφέρει πλούσια και άγνωστα στοιχεία για τη ζωή του Εθνάρχη αλλά επίσης δεν αναφέρεται στην υπόθεση της δολοφονίας του Ι. Δραγούμη. Προφανώς ήθελε να αφήσει πίσω του τις δυσάρεστες εμπειρίες.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς εγκατέλειψε το πραγματικό του όνομα και με το ψευδώνυμο Βασίλης Αττικός διέπρεψε γράφοντας επί μία ολόκληρη τριακονταετία. Παραμένοντας συνεπής στις ιδεολογικές του αρχές θα εμφανιστεί με την έκδοση «Τι προσέφερεν η Βασιλεία εις την Ελλάδα» (1946) και θα συνεχίσει με το έργο «Το Κράτος οπερέττα» (1948). Το τελευταίο ήταν βιβλίο «επικριτικόν της κρατικής μηχανής και των μικροπολιτικών ηθών της Ελλάδος»[1]. Επιστράτευε το χιούμορ του και θεωρούσε τα πράγματα από την εύθυμη πλευρά τους, αντλώντας υλικό από την επικαιρότητα!
Ο παππούς του υπήρξε αγωνιστής του 1821 και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση. Εξ ου και ο έρωτάς του για την πρωτεύουσα στην οποία αφιέρωσε επτά βιβλία, μάλλον τα πλέον δημοφιλή του. Συγκεκριμένα εξέδωσε τα βιβλία «Εύθυμες Εικόνες της Παλιάς Αθήνας» (1951), «22 εύθυμα διηγήματα της Παληάς Αθήνας» (1953), «Ευθυμογραφήματα της Παληάς Αθήνας» (1954), «Εύθυμες ιστορίες της Παληάς Αθήνας» (1955), «Εύθυμη ηθογραφία της Παληάς Αθήνας» (1957) και τέλος «Ψώνια και τύποι» (1961).
Υπήρξε από τους πρωτεργάτες ίδρυσης της «Εταιρείας Ελλήνων Ευθυμογράφων – Σκιτσογράφων» (1958)[2]. Τα βιβλία του, ιδιαιτέρως όσα αφορούν στην Αθήνα, έτυχαν θερμής υποδοχής. Ο Νίκος Καζαντζάκης του έγραψε: «Αγαπητέ κ. Αττικέ, τρισχαριτομένα τα βιβλία σας, τα διάβασα μονορούφι, έμαθα πολλά για την Παλιάν Αθήνα με τον πιο χαριτομένο τρόπο…»[3]. Στη βιβλιογραφία του περιλαμβάνονται αρκετοί ακόμη τίτλοι, όπως «Απ’ τις ομορφιές της ζωής» (1952) ή οι «160 σκέψεις από το σημειωματάριό μου». Όπως ήταν φυσικό τα μαθητικά του χρόνια τα πέρασε στη Σχολή Χιλλ. Έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο 1976.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 25 Μαΐου 2016