Περί του άρτου ημών του επιούσιου

Η λαογραφική καταγραφή και ο σεβασμός του ελληνικού λαού

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

«Ούλα τα φάδια της κοιλιάς και το ψωμί στιμόνι» έλεγε μια παλιά παροιμία που μεταφέρθηκε από την υφαντική, για να καταδείξει ότι ο άρτος είναι η κυριότερη τροφή και υποδεέστερες όλες οι άλλες. Εξάλλου ανέκαθεν ο άρτος ήταν για τον ελληνικό λαό η κυριότερη τροφή του. Πάμε να φάμε ψωμί = να γευματίσουμε, διέσωσε ο Χ. Γ. Σακελλαριάδης, ενώ η φράση «έφαγε ψωμί στο σπίτι του» σήμαινε ότι φιλοξενήθηκε ή προστατεύτηκε από κάποιον ή εργάστηκε στο σπίτι κάποιου.

Παραδοσιακός φούρνος. Φωτογραφικό αρχείο Χρήστου Καζόλη.

Ευκαιρίας δοθείσης του σημερινού σημειώματός μας, μεταφέρουμε πληροφορίες για τη λαογραφία του άρτου, όπως αποτυπώθηκαν στα στόματα του ελληνικού λαού. «Επάτησε το ψωμί» έλεγαν για όσους παρέβαιναν τους όρκους της φιλίας, ενώ ο προδότης φίλος ονομαζόταν και ψωμοπάτης.

Από τα ρωμαϊκά χρόνια έφθασε στα νεότερα το έθιμο του γάμου με το κοινό ποτήρι παραθετομένου και άρτου, τεμάχια του οποίου -αφού βαπτίζονταν στο ποτήρι- δίδονταν προς βρώση στους νεόνυμφους με κρασί. Επίσης δίδονταν στον παράνυμφο και σε άλλους καλεσμένους. Στην ακολουθία του στεφανώματος δεν παραλήφθηκαν τα περί της βρώσεως του άρτου, συνήθεια που τηρούταν σε πολλά χωριά. Παρόμοια ήταν και η συνήθεια που επικρατούσε σε ορισμένα μέρη να παραθέτουν στους νεόνυμφους μετά την στέψη κοινή τροφή, συνήθως άρτο ή άλλο έδεσμα.

«Εφάγαμε ψωμί και αλάτι» ήταν μία από τις συνήθεις εκφράσεις σε όποιον ήθελε να υπενθυμίσει σε φίλο του, τα καθήκοντα που επιβάλει η φιλία. Ή να τον βεβαιώσει πως ακόμη και αν διάφορα γεγονότα διέλυσαν τη φιλία τους, εν τούτοις εξακολουθούσε να θεωρεί ισχυρούς τους δεσμούς που τους συνέδεαν. Συνηθισμένος ήταν και ο όρκος στο ψωμί και το αλάτι, δηλαδή στη φιλία που είχε καθιερωθεί από την κοινωνία στο ίδιο τραπέζι. Ο λαός χρησιμοποιούσε ακόμη το ψωμί για να προφυλαχθεί από τις νεράιδες. Δηλαδή ο άρτος ήταν ένα από τα αποτρόπαια γι’ αυτές στοιχεία, όπως ήταν το μπαρούτι, τα σκόρδα, τα φυλαχτάρια κ.ά.

Στην προσευχή μας αναφερόμαστε στον «άρτον ημών τον επιούσιον» αποκαλύπτοντας έτσι, ότι τίποτε άλλο δεν εκτιμήθηκε τόσο όσο το ψωμί. Και κανένα άλλο είδος παραγωγής δεν τέθηκε ως ύψιστη ανάγκη του ανθρώπου. Παλαιότερα δε το ψωμί ήταν η βάση της οικονομικής κατάστασης κάθε κράτους και πολιτείας. Εξάλλου, η Εκκλησία ευλογούσε τον σίτο στην εσοδεία του. Είχε ιδιαίτερη ευχή για τα αλώνια: «… Ο Θεός η πηγή των αγαθών, ο κελεύσας τη γη, εξενεγκών καρπούς… ευλόγησον και πλήθυνον την άλωνα ταύτην…». Άλλη ευχή δινόταν για το σιτάρι που ήταν στα αμπάρια: «Κύριε ο Θεός ημών… / αυτός και νυν Δέσποτα / συμπαθών τας ασθενείας ημών, / ευλόγησον τον σίτον τούτον…».

Ιδιαίτερη φιλολογία αναπτύχθηκε γύρω από τον άρτο σε δύσκολες περιόδους που ήταν δυσχερής η παραγωγή και ανεύρεσή του. Μία τέτοια περίοδος ήταν και το 1915, όταν ο Παύλος Νιρβάνας αφιέρωσε αρκετά χρονογραφήματά του στην έλλειψη αγαθών και κυρίως άρτου. Σε ένα από τα χρονογραφήματά του, περιέγραψε την κατάσταση που επικρατούσε λόγω της έλλειψης του άρτου στην αγορά. Παραστατικός, διεισδυτικός στη λαϊκή ψυχολογία, εκφραστής του κοινού αισθήματος μας παρέδωσε πλούσιες εικόνες. Το σημαντικότερο όλων είναι ίσως το μήνυμα που εξέπεμψε, ότι οι νεότεροι χάσαμε τη συναίσθηση της αξίας ορισμένων πραγμάτων, τα οποία  οι πατέρες μας είχαν αναγάγει σε ιερότητα συμβόλων. Αναφερόταν βεβαίως στο ψωμί. Ακόμη και ένα κομμάτι να έπεφτε κάτω, οι παλαιότεροι το σήκωναν, το φιλούσαν και ύστερα το κατανάλωναν.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πώς τα κουλούρια της Θεσσαλονίκης κατέκτησαν την Αθήνα τον 19ο αιώνα

ΤΡΟΦΕΣ - ΠΟΤΑ

Μεταβείτε στο άρθρο: Πώς τα κουλούρια της Θεσσαλονίκης κατέκτησαν την Αθήνα τον 19ο αιώνα

Όταν το κιλό και το χιλιόγραμμο αντικατέστησαν την οκά και τα δράμια

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ

Μεταβείτε στο άρθρο: Όταν το κιλό και το χιλιόγραμμο αντικατέστησαν την οκά και τα δράμια