Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Το τέλος μιας επιστημονικής εποχής πλησιάζει, αφού από τον Μάϊο 2019 οι αρμόδιοι διεθνείς φορείς αναθεωρούν τον τρόπο ορισμού του κιλού προς το ακριβέστερο. Το Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών (BIPM = Bureau International des Poids et Mesures) ανακοίνωσε ότι καταργείται πλέον η χρήση του περίφημου «Le Grand K» που αποτελούσε έως τώρα τη βάση για τις μετρήσεις των βαρών. Πρόκειται για έναν κύλινδρο, κράμα λευκόχρυσου και ιριδίου, το οποίο είχε κατασκευαστεί το 1879 και από τότε φυλασσόταν στις εγκαταστάσεις του BIPM στα δυτικά προάστια του Παρισιού. Τώρα πλέον το κιλό θα ορίζεται με βάση τη κβαντική Σταθερά Πλανκ.
Η μεγάλη αυτή αλλαγή μας δίνει την ευκαιρία, να ανατρέξουμε στις τρεις δεκαετίες που προσπαθούσαν οι ελληνικές Αρχές να εφαρμόσουν τα μέτρα και τα σταθμά που ίσχυαν διεθνώς. Το 1926 υπεγράφη το πρώτο διάταγμα και μόλις 33 αργότερα, επιτεύχθηκε η εισαγωγή του κιλού αντί της οκάς. Παρά το γεγονός πως θεωρείτο ότι η οκά, ως οθωμανική μονάδα μέτρησης, εξευτέλιζε τις συναλλαγές στην Ελλάδα. Μεταφραζόταν σε 1.280 γραμμάρια, στην Τουρκία σε 1.282 γραμμάρια και στην Αίγυπτο σε 1.237 γραμμάρια. Υποδιαιρούνταν σε 400 δράμια, με το δράμι να αντιστοιχεί σε 3,205 γραμμάρια και πολλαπλάσιά της ήταν το καντάρι, ίσο με 44 οκάδες, και ο τόνος, ίσος με 781,25 οκάδες.
Κατάργηση οκάς
Εν τέλει, μόλις το 1959, με ειδικό νόμο και μακρά προετοιμασία, καταργήθηκε διά παντός η οκά. Η Ελλάδα εναρμονίστηκε με τον πολιτισμένο κόσμο υιοθετώντας το κιλό. Οι γυναίκες της γειτονιάς που βγήκαν στους δρόμους για να ψωνίσουν έτριβαν έκπληκτες τα μάτια τους με τις τιμές που έβλεπαν αναρτημένες στα διάφορα προϊόντα. Το ψωμί 5 δραχμές, το κρέας 28, το ρύζι, η ζάχαρη, το λάδι, τα μακαρόνια, όλα πιο φτηνά περίπου 25%. Αλλά, όπως όλα τα θαύματα, έτσι και αυτό κράτησε λίγο… Οι τιμές αντιστοιχούσαν στα νέα σταθμά. Πέντε δραχμές είχε το κιλό το ψωμί και 28 το κιλό το κρέας, και όχι η οκά.
Το χιλιόγραμμο με τα γραμμάριά του καλούνταν να καταλάβει τη θέση της πανελλήνιας οκάς και της επτανησιακής λίτρας. Έως τότε, ο λαός γνώριζε τις νέες μονάδες από διάφορους τομείς. Από τα φαρμακεία, το ταχυδρομείο και τα τελωνεία γνώριζε το κιλό και τα γραμμάρια. Στα καθημερινά μετρήματα, στα ψώνια του από τον μπακάλη και τον μανάβη, στις σπιτικές του σοδειές και προμήθειες χρησιμοποιούσε την οκά και τα δράμια, το γαλόνι, τη λίτρα κ.ά. Κοντά σ’ αυτά, λίγο πάνω – λίγο κάτω, ένα σωρό άλλα μέτρα παρουσιάζονταν στους διάφορους τόπους. Σε ορισμένους, τα χρησιμοποιούσαν από αιώνες: κιλό, βαρέλα, μόδι, μουζούρι, σοινίκι, στάμα, ταγάρι για χωρητικότητες στερεών.
Τα περίφημα δράμια
Για τα υγρά υπήρχαν το γαλόνι, η παλιάτσα, το σέκιο. Υπήρχαν, βέβαια, και άλλες γνωστές υποδιαιρέσεις: Η μισή, το κατοστάρι, το πενηνταράκι στις ταβέρνες και στα Επτάνησα η μισαλίστρα, η μισόπιντα, το καρτούτσο, το κουάρτο, η ογγγιά κ.ά. Αλλά υπήρχε και μία σειρά από φράσεις της καθημερινής ζωής σε σχέση με τα μετρικά συστήματα τόσων αιώνων. «Όπου κι αν πας, η οκά έχει τετρακόσια δράμια» έλεγε μία φράση, που σήμαινε ότι, όπου κι αν γυρίσεις, θα βρεις την ίδια λογική, τις ίδιες απαιτήσεις. Για τους έξυπνους λέμε ακόμη ότι «τά ‘χουν τετρακόσια», εννοώντας τα μυαλά τους όπως τα δράμια η οκά. Για τους κουτούς, όμως, έλεγαν ότι τα «δράμια τους είναι ξίκικα», δηλαδή λειψά.
Ο… ύμνος στη μελαχρινή και η διπλή αναγραφή
Υπήρχαν όμως και τα παινέματα στις ωραίες μελαχρινές: «Μελαχρινούλα σ’ είπανε και μη σου κακοφάνη / μαύρο ν’ και το γαρούφαλο, πουλιέται με το δράμι». Αλλά και στην Αθήνα υπήρχαν οι «Κατοσταράκηδες» και οι «Μισοκαδιάρηδες». Η μεγάλη ημέρα λοιπόν ήταν η 1η Ιουλίου 1959. Όταν άρχισε η εφαρμογή του μέτρου για στερεά και υγρά, οι καταστηματάρχες υποχρεώθηκαν να αναγράφουν επί ένα εξάμηνο τις τιμές και σε οκάδες. Έτσι διασφαλιζόταν το κοινό από ενδεχόμενο αδικαιολόγητων αυξήσεων. Όσο για τους μπακάληδες βρήκαν τον μπελά τους. Οι πελάτες και οι πελάτισσες καθόριζαν σε οκάδες και δράμια τις ποσότητες που ήθελαν να αγοράσουν. Εκείνοι όμως δεν είχαν το δικαίωμα αν μεταχειριστούν δράμια – έπρεπε να ζυγίσουν σε γραμμάρια. Υποχρεώνονταν, λοιπόν, να αντιστοιχίσουν τα δράμια σε γραμμάρια.«Πόσο μπέικον θέλετε;». «Εβδομήντα πέντε δράμια». «Μάλιστα. Έχουμε και λέμε, λοιπόν: εβδομήντα πέντε δράμια μάς κάνουν 240 γραμμάρια. Ορίστε!