ΓΡΑΦΕΙ Ο ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Γ. ΣΚΙΑΔΑΣ
Δύσκολα ο σημερινός κάτοικος ή επισκέπτης των Αθηνών μπορεί να φανταστεί ότι κάποτε πολλοί ήταν εκείνοι που επέλεγαν ως τόπο παραθερισμού την Κυψέλη! Δηλαδή μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες σήμερα γειτονιές της. Διαθέτουμε μάλιστα και σπουδαίες μαρτυρίες, με σημαντικότερη ίσως αυτήν του περίφημου Αναδρομάρη της Αττικής, του πολυγραφέστατου Αθηναιογράφου Δημητρίου Γρ. Καμπούρογλου. Μας περιγράφει γλαφυρά τι συνέβαινε, στα απομνημονεύματα της παιδικής του ηλικίας, παραπέμποντάς μας στα τέλη της Οθωνικής περιόδου. Στο έτος 1862 και στις αρχές Ιουνίου, όταν οι Αθηναίοι ξεκινούσαν τις διακοπές τους στα παραθεριστικά κέντρα γύρω από την πόλη.
Η απόφαση
Οι συγκοινωνίες δεν ήταν ανεπτυγμένες. Ακόμη και η μετάβαση στο Φάληρο και τον Πειραιά δεν ήταν ευχερής. Εξάλλου στο επίνειο των Αθηνών και δίπλα στην θάλασσα «και ζέστην περισσοτέραν εύρισκαν και μύγες επιθετικότερες και κορεούς πειναλέους».
Γι’ αυτό και η οικογένεια Καμπούρογλου έπαιρνε την απόφαση, να πραγματοποιήσει τις θερινές της διακοπές, όχι παρά θιν’ αλός, αλλά στο βουνό. Δηλαδή στους πρόποδες του λόφου Ελικώνος που αποτελούσε τη χαμηλότερη απόληξη των υπερκείμενων Τουρκοβουνίων.
Η περιοχή
Ο Καμπούρογλου αναφέρει ότι παραθέριζαν στα Πατήσια, περιγράφοντας ωστόσο την μεταγενέστερη συνοικία της Αγίας Ζώνης Κυψέλης. Διότι είναι γνωστό ότι μέχρι το 1914 οι Αθηναίοι ονομάτιζαν ως Κυψέλη την περιοχή νοτιότερα του ρέματος της σημερινής Φωκίωνος Νέγρη, με τη λοιπή έκταση να την εντάσσουν στα Πατήσια.
Η εικόνα της περιοχής και η εδαφική της μορφολογία ήταν εντελώς διαφορετική από την σημερινή και οι περιγραφές κάνουν λόγο για έναν παραδεισένιο τόπο. Μετά τις τελευταίες βραχώδεις εξάρσεις του λόφου Ελικώνος, διανοιγόταν ένα μαγευτικό τοπίο.
Ο Πλάτανος
Το τοπίο αυτό, σύμφωνα με τον Μπίρη, αρδευόταν από το νερό κάποιας πηγής και εκεί πρωτοφυτεύτηκαν ντομάτες το 1818. Στην ίδια περιοχή υπήρχε ακόμη ο μέγας Πλάτανος, που ονοματοδότησε τη μεταγενέστερη Πλατεία Πλατάνου. Επίσης η Μεγάλη Βρύση, της οποίας η θέση παραμένει κάπως απροσδιόριστη.
Τα κτίσματα αντίθετα ήταν ελάχιστα. Πυρήνας της περιοχής ήταν η εκκλησία της Αγίας Ζώνης και αρχιτεκτονικό της αξιοθέατο η νεοκλασική κατοικία του Βρετανού ναυάρχου Πλ. Μάλκομ. Πρόκειται για το κτίριο που εγκαταστάθηκε χρόνια αργότερα το Άσυλο Ανιάτων.
Δωμάτιο με παράθυρα
Στην άνετη αυτή και εύφορη έκταση είχαν ήδη εγκατασταθεί, αραιά και που, νησιώτες από τις Κυκλάδες και τον Αργοσαρωνικό, χτίζοντας και τις πρώτες μικρές κατοικίες. Σε μια από αυτές διέμενε με νοίκι και η οικογένεια Καμπούρογλου. Ο πατέρας του ζητούσε ένα απλό δωμάτιο με δύο παράθυρα, ένα βορεινό κι ένα μεσημβρινό.
Κι αυτό καθώς σε μια εποχή που δεν υπήρχαν όχι μόνο κλιματιστικά, αλλά ούτε και ανεμιστήρες ή κολώνες πάγου. Ήθελε ένα τραπέζι στο μέσον ώστε να γράφει τα κείμενά του, όντας επί σειρά ετών αρθρογράφος εφημερίδων. Επάνω στο τραπέζι βρισκόταν και μια λεκανίδα με νερό, για να καταβρέχεται.
Ο Αγιογράφος
Τις ιδανικές συνθήκες που αναζητούσε βρήκε η οικογένεια Καμπούρογλου στο δίπατο σπιτάκι της κυρά Μπετενιάς που καταγόταν από την Ύδρα και τις Σπέτσες. Κατοικούσε στο ισόγειο και νοίκιαζε τον πρώτο όροφο. Αλλά πως μπορούσε να περνά τις διακοπές του ένα παιδί στην Κυψέλη το 1862; Με τη βοήθεια της σπιτονοικοκυράς γνώρισε τον εφημέριο της Αγίας Ζώνης που ήταν και αγιογράφος.
Ήταν ο Πελοποννήσιος ιερωμένος Γεννάδιος Παπαδόπουλος που από το 1850 ανήκε στο μοναχολόγιο της Μονής Πετράκη. Χρημάτισε εφημέριος της Αγίας Ζώνης μέχρι τον θάνατό του και αγκάλιασε με την καλοσύνη του τον νεαρό Καμπούρογλου θεωρώντας τον επίδοξο μαθητευόμενο. Ο μικρός έλιωνε και ανακάτευε τις μπογιές και ο αγιογράφος ολοκλήρωνε τα περιγράμματα κάποιας αγιογραφίας. Στην ηρεμία λοιπόν που έχυναν γύρω τους τα καντήλια της εκκλησίας μπορούσε ένα παιδί να περνά τις διακοπές του στην περιοχή της Κυψέλης και στα τέλη της βασιλείας του Όθωνα.