Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ο Δημήτριος Βικέλας γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου το έτος 1835 και απεβίωσε στην έπαυλη του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη στην Κηφισιά στις 7 Ιουλίου 1908 σε ηλικία 73 ετών έπειτα από μακρά ασθένεια. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Βέροια, ενώ η μητέρα του ήταν μέλος της γνωστής οικογένειας Μελά από την Ήπειρο. Η λόγια μητέρα του και οι ιδιωτικοί δάσκαλοι του έμαθαν τα πρώτα γράμματα.
Τις εγκύκλιες σπουδές του θα τις ολοκληρώσει στο Λύκειο της Σύρου με λυκειάρχη τον Χρήστο Ευαγγελίδη. Σε αυτόν ο Δημήτριος Βικέλας οφείλει, εκτός από την ενθάρρυνση στη συγγραφή, και τα πρώτα αθλητικά βιώματα. Όπως μαρτυρεί ο ίδιος ο Βικέλας, ο Ευαγγελίδης συνόδευε τους μαθητές του στους μακρινούς περιπάτους τους και διοργάνωνε τα ομαδικά τους παιχνίδια, συμμετέχοντας ο ίδιος και εντείνοντας με αυτόν τον τρόπο τη μεταξύ τους άμιλλα[1]. Την κλίση του στη λογοτεχνία θα δείξει ο Βικέλας ήδη στην εφηβεία, οπότε και, μεταξύ άλλων, μεταφράζει από τα γαλλικά την τραγωδία του Ρακίνα «Εσθήρ». Στο μέλλον θα μεταφράσει τα μελοδράματα του Σαίξπηρ και αρκετών άλλων συγγραφέων.
Η οικογένεια του Δημητρίου Βικέλα είχε αναπτύξει έντονη εμπορική δραστηριότητα. Ο ίδιος σε ηλικία 17 ετών, το έτος 1852, θα ταξιδέψει στο Λονδίνο για να εργαστεί με τους σιτέμπορους αδελφούς Μελά, συγγενείς από την πλευρά της μητέρας του. Παράλληλα, συνεχίζει τις φιλολογικές και ιστορικές σπουδές του στο University College. Παρακολουθεί ακόμα και μαθήματα Βοτανικής. Στηριζόμενος στη γνωστική βάση που αποκομίζει τα χρόνια αυτά, θα δημοσιεύσει μεταγενέστερα ιστορικές μελέτες για το Βυζάντιο, για τη μετεπαναστατική Ελλάδα, ακόμα και για τον ζωγράφο Δομίνικο Θεοτοκόπουλο[2]. Γίνεται ενεργό μέλος της ελληνικής κοινότητας και εγκαθίσταται μόνιμα στο Λονδίνο. Συμμετέχει στην οικονομική ενίσχυση της ελληνικής πανεπιστημιακής «φάλαγγας», η οποία θα παίξει δραστικό ρόλο στην έξωση του Όθωνα. Συμμετέχει επίσης στην ίδρυση του ελληνικού σχολείου του Λονδίνου. Ήδη στα 1865 έχει δημοσιεύσει κείμενό του σε αγγλική εφημερίδα που προωθούσε την αντικατάσταση της ερασμιακής προφοράς από τη νεοελληνική (τονική) στη διδασκαλία των αρχαιοελληνικών κειμένων στα βρετανικά σχολεία! Στο «γλωσσικό ζήτημα» θα τηρήσει την ενδεδειγμένη μετριοπαθή στάση και για τον λόγο αυτό θα δεχτεί αργότερα διμέτωπη πολεμική. Οι δημοτικιστές θα τον χαρακτηρίσουν καθαρευουσιάνο και οι αρχαΐζοντες αποστάτη και διαφθορέα της ελληνικής γλώσσας.
Στα 1867 γίνεται μέλος του συλλόγου «προς ενθάρρυνσιν των ελληνικών σπουδών εν Γαλλία» που εδρεύει στο Παρίσι[3]. Στα 1869, σε επιστολή του προς τον συγγενή του Γ. Α. Βασιλείου, υποδιοικητή της Εθνικής Τράπεζας, κάνει σαφή νύξη για το πόσο σημαντική είναι η έκδοση βιβλίων «κατάλληλων και καταληπτών», και με προσιτή τιμή, για τα παιδιά και τον λαό. Ήδη λοιπόν κυοφορούνται οι σκέψεις που θα οδηγήσουν, έπειτα από τρεις δεκαετίες, στην ίδρυση του συλλόγου «προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων». Τον Ιανουάριο του 1879 αρχίζει, στο περιοδικό «Εστία», η δημοσίευση σε συνέχειες του «μακρού διηγήματος» του Βικέλα με τίτλο «Λουκής Λάρας». Το έργο θα μεταφραστεί στα γαλλικά και από τον επόμενο χρόνο θα συμπεριληφθεί στον κατάλογο των βιβλίων για τις εξετάσεις των μαθητών στα γαλλικά σχολεία.
Στο εξής ο Δ. Βικέλας εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι. Δεν παύει να δημοσιεύει ποιήματα και κείμενά του στα ελληνικά έντυπα και ανανεώνει τη θεματική του με παιδαγωγικές και διδασκαλικές απόψεις. Σε ένα από τα ταξίδια του στην Αθήνα, το 1887, θα δώσει διάλεξη στην αίθουσα του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός» για τη σημασία του βιβλίου και της ανάγνωσης στη διαμόρφωση των πτυχών του ανθρώπινου βίου[4]. Στα επόμενα χρόνια ο Βικέλας συμμετέχει και στην οργάνωση «εθνωφελών» εκδηλώσεων, όπως η διεξαγωγή εκπαιδευτικού συνεδρίου και η σύσταση του Οίκου Τυφλών. Η απονομή του τίτλου του επιτίμου διδάκτορα από το Πανεπιστήμιο του St Andrews της Σκοτίας, στα 1893, αποτελεί αναγνώριση της ευρωπαϊκής εμβέλειας της προσωπικότητας και της δραστηριότητας του Βικέλα.
Ένα χρόνο μετά θα εκπροσωπήσει τον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο στο διεθνές αθλητικό συνέδριο του Παρισιού. Η αδυναμία του Ιωάννη Φωκιανού, γυμναστή και προέδρου του Πανελληνίου Γ.Σ., να παρευρεθεί στο συνέδριο ώθησε τα μέλη του συλλόγου να ζητήσουν την αρωγή του Βικέλα, έπειτα από υπόδειξη του Αλέξανδρου Ραγκαβή. Ο Βικέλας ήταν πια σε ώριμη ηλικία και αναγνωρισμένος πνευματικός εκπρόσωπος του νέου ελληνισμού. Ο ίδιος θα αποδεχτεί την τιμητική πρόταση του Πανελληνίου αλλά θα γράψει επίσης στον Ραγκαβή: «Δεν ηδυνάμην ν’ αρνηθώ την εντολήν, διά της οποίας κατά πρότασίν σας με ετίμησε ο Πανελλήνιος Γυμναστικός Σύλλογος, μολονότι συναισθάνομαι την προς τούτο άκραν αναρμοδιότητά μου»[5]. Με ενδιαφέρον, θέληση και ικανότητα να υποστηρίξει τη θέση της Ελλάδας στο ζήτημα της αναβίωσης της Ολυμπιακής Ιδέας και των Αγώνων, θα πείσει τη νεοσυσταθείσα επιτροπή για τη διοργάνωση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αντί για το Παρίσι, και θα ορισθεί πρώτος της πρόεδρος. Η ωριμότητα, το κύρος και ο ρόλος του στην παρισινή κοινωνία θα κάνουν τη διαφορά και θα συμπορευτούν με το πάθος του Coubertin.
Πρώτη Δημοσίευση: Σκιαδάς, Ελευθέριος Γ., 1996. 100 Χρόνια Νεώτερη Ελληνική Ολυμπιακή Ιστορία. Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων 1896-1996. Τα Νέα, Αθήνα. 55-56.