Οι ξέφρενοι εορτασμοί της Πρωτομαγιάς

Oι εκστρατείες στα ανθοβριθή προάστεια

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

Μέρες Μαΐου και γνωρίσουμε τις μαζικές εξόδους περασμένων χρόνων στην Αθήνα και την Αττική. Η τελευταία παρά τις αλόγιστες ανθρώπινες παρεμβάσεις, διατηρεί τις ομορφιές και τις ανοιξιάτικές μυρωδιές της για όσους επιθυμούν να τις απολαύσουν. Εξάλλου, ο Μάϊος είναι όλος μια εορτή. Εορτή της φύσης,  η οποία μας καλεί να την ανακαλύψουμε και να την προστατεύσουμε.

«Θίασοι ροδοπαρείων παρθένων»!

Πριν όμως επισκεφθούμε τα Πατήσια καταθέτουμε τον προβληματισμό μας για τα συναισθήματα που πλημμύριζαν την ψυχή και τις δυνάμεις που τροφοδοτούσαν την πέννα των δημοσιογράφων κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Τι είχαν άραγε στη σκέψη τους ο Χρήστος Δούκας και ο Αντώνιος Μοναστηριώτης όταν περιέγραφαν τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς λέγοντας πως «τα δένδρα ενεδύθησαν ήδη νέα και τρυφερά φύλλα και επί της γης εστρώθη και πάλιν νεοΰφαντος ο άνθινος τάπης. Ιδέ, ο ήλιος ανατέλλει λαμπρότερος ή πριν και μυριάδες πτηνών χαιρετώσι την εμφάνισίν του· αι ακτίνες του δε εξακοντίζονται ήδη ουχί επί αυχμηρού εδάφους, αλλ’ επί του κυμαινομένου ληΐου, η επί των ψαλλιδωτών φύλλων της αμπέλου».

Ακόμη περισσότερο όταν έγραφαν πως τα «πτηνά εντός των φυλλάδων των δένδρων εορτάζουσι τους γάμους των και το αφελές των άσμα πληροί μουσικής αρμονίας τον αιθέρα». Χαίρε λοιπόν ω άνοιξις, τερπνοτάτη τους έτους ώρα! Συ αναζωογονείς τα πάντα, και αυτόν έτι τον άνθρωπον, εμπένουσα αυτώ την ελπίδα και τον έρωτα, άνευ των οποίων ο βίος καθιστά αφόρητος. Διά τούτο ευγνώμων ο δυστυχής θνητός έρχεται κατ’ έτος να σε χαιρετήση, δια τούτο την πρώτην του μαΐου, άπας ο λαός των Αθηνών έτρεχεν εις τους ναούς της Χλωρίδος να συλλέξη άνθη και να σοι πλέξη εξ αυτών στεφάνους»!

Μήπως η φύση ήταν εκείνη που τους κινούσε να κάνουν ρεπορτάζ σημειώνοντας πως «υπό τας αμφιλαφείς πλατάνους και τας λεύκας, ας περιρρέει ο Κηφισσός, πολυπληθείς θίασοι ροδοπαρείων παρθένων Αθηναίων εχόρευον και ήδον αμερίμνως»!

Στα Πατήσια

Αυτά έγραφαν οι δημοσιογράφοι τη δεκαετία του 1860, αλλά περίπου μισόν αιώνα αργότερα, προσήγγιζαν περισσότερο την πραγματικότητα. Ωστόσο η Αττική και η Αθήνα διατηρούσαν πολλά από τα χαρακτηριστικά εκείνα τα οποία επέτρεπαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα να απολαμβάνουν τους εορτασμούς.

Αν στρέψουμε το βλέμμα έναν αιώνα πριν θα συναντήσουμε τις επόμενες γενιές δημοσιογράφων να μας περιγράφουν πως περνούσαν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας την Πρωτομαγιά στις κοντινές εξοχές, όπως τις αποκαλούσαν, δηλαδή στα Πατήσια, στην Κολοκυνθού, στα Σεπόλια και στο Μαρούσι που είχαν την τιμητική τους. Έγραφαν πως «αι Αθήναι εξεστράτευσαν χθες, ημπορεί κανείς να ειπή πανοικεί (: οικογενειακά), εις τα Πατήσια, την ευνοουμένην της πρωτευούσης εξοχήν».

Στην Ομόνοια, γύρω στις έξι το απόγευμα και ενώ ο ήλιος μεσουρανούσε και η ζέστη ήταν ενοχλητική, φαινόταν πως βρισκόταν σε εξέλιξη μια πραγματική «εκστρατεία των Αθηναίων προς το ανθοβριθές προάστειον».

Μια πραγματική «μετανάστευσις της πρωτευούσης προς τα Πατήσια». Άνδρες και γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, γέροι και γριές λες και επιδίδοντο σε αγώνα δρόμου για μια θέση στη μακρά σειρά των ιππήλατων τραμ, που ξεκινούσαν κάθε δέκα λεπτά. Μάταια οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να βάλουν τάξη «μέσα εις την παράφορον ορμήν των μεταναστευόντων φίλων της πρωτομαγιάς οι οποίοι ενόμιζέ τις ότι κατελήφθησαν υπό πανικού και έφευγον προτροπάδην».

Πατείς με, πατώ σε…

Κυριολεκτικώς ο ένας πάνω στον άλλον. Τα τραμ μετέφεραν τους προσκυνητές του Μαΐου στα Πατήσια, τα οποία κατακλύζονταν από πανηγυριστές.

Πρωτοφανές θέαμα η μακρά και αδιάσπαστη σειρά των αμαξών που κατευθύνετο προς τα Πατήσια, αλλά και στην αντίθετη πλευρά, από εκείνους που επέστρεφαν, κουρασμένοι ήδη από τη διασκέδαση. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πήγαιναν μέχρι την Αλυσίδα απλώς και μόνον για να απολαύσουν το θέαμα του πανηγυριού.

Ο γραφικός σταθμός του «θηρίου» στην Αλυσίδα.

Τα πεζοδρόμια της οδού Πατησίων γεμάτα από κόσμο. Η σκόνη των αυτοκινήτων, των αλόγων και των τραμ αλλά και οι καλπασμοί των ιππέων κάλυπταν τους πανηγυριστές, οι οποίοι ωστόσο συνέχιζαν τον δρόμο τους. Συναντώντας πανοράματα, φωνογράφους, υπαίθρια οπωροπωλεία και πρόχειρα εστιατόρια να καταλαμβάνουν την οδό Πατησίων, πέρα από του Λεβίδου.

Ανθοπώλες στο Ζάππειο

«Πανοραματζής» και ανθοπώλες          

«Με μια πεντάρα, κύριοι, βλέπετε «την παράδεισο»».

«Εδώ είναι ο άγιος Πέτρος της Ρώμης, οι παπάδες που λειτουργούν, οι καμπάνες που χτυπούν»!

Πιο εκεί ο φωνόγραφος τραγουδούσε τη «Βλάχα» με την βραχνή έρρινη φωνή του. Πρόχειρα ανθοπωλεία στημένα σε τραπέζια, φορτωμένα με πρωτομαγιάτικα στεφάνια και θαυμάσιες ανθοδέσμες. Αφθονία λουλουδιών παντού. Τριαντάφυλλα, με μεθυστική μυρωδιά.

Εκλεκτές γαρδένιες, γαρίφαλα, βιολέτες. Όλα σε αφθονία κοσμούσαν τους «Μάηδες». Όταν επικρατούσε καλοκαιρία ευνοούσε τον εορτασμό, αποδίδοντας κέρδη στους χαρούμενους ανθοπώλες. Όσο για τις τιμές, αυτές ποίκιλλαν και απευθύνονταν σε όλα τα… βαλάντια. Από μία έως δεκαπέντε δραχμές. Φαίνεται πάντως πως οι ανθοπώλες ήταν οι πλέον κερδισμένοι της εορτής.

Στους κήπους Σκοτίδα και Κλωναρίδη

Μπροστά από τον ναό του Αγίου Λουκά, ήταν τοποθετημένη η εικόνα του Αγίου. Διαρκώς φωτισμένη από κεριά κολλημένα πάνω στο μανουάλι, το οποίο βρισκόταν μπροστά από την εικόνα. Εκεί ήταν το όριο, πέρα από το οποίο άρχιζε η πραγματική κίνηση των Πατησίων. Κοντά στο εικονοστάσι, οι ανθοπώλες διαλαλούσαν στη διαπασών το εμπόρευμά τους:

«Ογδόντα ο Μάης»!

«Δύο ο Μάης. Δύο ο Μάης»!

Ο κόσμος άναβε κεριά στον Άγιο Λουκά και προμηθευόταν ανθοδέσμες. Η επόμενη στάση ήταν στον κήπο Σκοτίδα, ο οποίος ήταν γεμάτος από κόσμο. Κυρίως οικογένειες που κατέφθαναν, κουβαλώντας μωρά και καλάθια με τρόφιμα. Το τραπέζι στρωνόταν κάτω από τα δένδα.

Στου Κλωναρίδη χαλασμός κόσμου. Εκατοντάδες άνθρωποι εισήρχοντο και εξήρχοντο διαρκώς. Μεγάλη υπόθεση θεωρούνταν να βρει κανείς θέση για να απολαύσει τη μπύρα του. Αλλά η κίνηση συνεχιζόταν και παραπέρα, μέχρι την Αλυσίδα. Οι κήποι και τα καφενεία γεμάτα κόσμο. Το φαγοπότι διαρκές και η ευθυμία με την μπύρα και το ρετσινάτο κορυφωνόταν χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις. Εννοείται ότι όλα συνέβαιναν κάτω από τα άγρυπνα βλέμματα των αστυνομικών, που είχαν εξαιρετική παρουσία για την περίσταση.

Την νύκτα      

Η κίνηση εξακολουθούσε έως τις νυχτερινές ώρες. Χιλιάδες άνθρωποι, πεζοί ή εποχούμενοι σε αμάξια, τα οποία συναγωνίζοντο τα γεμάτα με επιβάτες τραμ. Μία χρονιά, το 1907, τριάντα τέσσερα τραμ είχαν επιστρατευθεί στην διαδρομή Αθήνα-Πατήσια προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες της Πρωτομαγιάς! Όλα υπερφορτωμένα, ενώ οι οδηγοί τους σφύριζαν διαρκώς, για να αποφύγουν τους διαβάτες και τις άμαξες που έτρεχαν προς τα Πατήσια. Τα μαγαζάκια πάμφωτα και με ποικίλες προετοιμασίες περίμεναν τους πελάτες τους.

Οι ανθοπώλες καλούσαν τους υποψήφιους πελάτες των στεφανιών τους, τα οποία συνήθως ήταν φτιαγμένα από απριλιάτικα τριαντάφυλλα. Αλλά λίγοι προσήρχονταν για να αγοράσουν. Οι περισσότεροι πήγαιναν προς τα Πατήσια, αδιαφορώντας για τον θόρυβο και την πανηγυρική κίνηση.

Εκεί, στα Πατήσια, μέχρι τα μεσάνυχτα, υπήρχε μεγάλη κίνηση, χωρίς να έχει ακόμη ανάψει το γλέντι για τα καλά. Ο κοσμάκης συνέχιζε το φαγοπότι, ενώ λαϊκοί οργανοπαίχτες τριγυρνούσαν από κατάστημα σε κατάστημα και με το πιατάκι μάζευαν δεκάρες και πεντάρες. Μετά τα μεσάνυχτα ακούγονταν από παντού μαντολίνα και κιθάρες, αλλά και τραγούδια από τους νεότερους. Η οινοποσία και η ζυθοποσία εξακολουθούσαν έως αργά. Και γύρω στο λυκαυγές, όλοι και όλες, εύθυμοι και τραγουδώντας, επανέρχονταν στην πόλη. Την ίδια ώρα άλλοι Αθηναίοι επέλεγαν διαφορετικούς προορισμούς για να περάσουν την Πρωτομαγιά τους.

Η περιοχή της Κολοκυνθούς και το ποτάμι, αρχές 20ού αιώνα.

Στην Κολοκυνθού   

Η άλλοτε ακμάζουσα Κολοκυνθού, η οποία πρωταγωνιστούσε κατά τον 19ο αιώνα, ήταν πλέον λιγότερο πολυσύχναστο προάστιο από τα Πατήσια, αλλά διατηρούσε τοv ρομαντισμό της. Μετά τις 7:00 το απόγευμα, αρκετός κόσμος κατευθυνόταν προς εκεί. Ατελείωτη σειρά γυναικών του λαού και παιδιών, δηλαδή ο εργατόκοσμος, παρήλαυνε από την πλατεία της οδού Κολοκυνθούς για να φθάσει στη ρομαντική εξοχή.

Τα τραμ και τα βιζαβί ήταν γεμάτα εύθυμους επιβάτες και των δύο φύλων. Αλίμονο σε εκείνους που είχαν την ιδέα να περπατήσουν! Η κεντρική οδός, περισσότερο καταβρεγμένη απ’ όσο χρειαζόταν, μεταβαλλόταν σε λιμνοθάλασσα! Όσοι περνούσαν έβγαιναν λασπωμένοι έως τα γόνατα!

Στους Κήπους         

Πάντως, τα μαγαζιά λίγο κόσμο συγκέντρωναν. Πού και πού καθόταν καμιά παρέα και κουτσόπινε. Μεγαλύτερη κίνηση ―τουλάχιστον στην Κολοκυνθού― είχαν οι ιδιωτικοί κήποι. Πολλές οικογένειες, έχοντας μαζί τους άφθονα τα αναγκαία εφόδια, προετοιμάζονταν για τη νυχτερινή τους διασκέδαση.

Παρά την έντονη κίνηση, στην Κολοκυνθού δεν εμφανιζόταν το φαινόμενο των παλαιότερων ετών, όταν βρισκόταν στο επίκεντρο του εορτασμού. Πάντως, μετά τις 10:00 το βράδυ, όταν άρχιζαν να φαίνονται τα αποτελέσματα της οινοποσίας, ζωήρευε κάπως η κατάσταση.

Η κιθάρα και το μαντολίνο έκαναν το χρέος τους με παθητικούς τόνους, ενώ το λεπτό και ηδονικό άσμα κάποιας νεαρής μοδιστρούλας συνόδευε τον βαρύτονο της παρέας. Και η διασκέδαση «εν αδιαπτώτω ευθυμία εξακολουθεί μέχρι πρωίας σχεδόν ότε οι πανηγυρισταί κατάφορτοι από ρόδα και μάηδες επέστρεφαν εις την πόλιν».

Άποψη της Κηφισιάς (1908).

Στην Κηφισιά

Πιο ήρεμα και πιο ποιητικά γιορτάστηκε η παραμονή της Πρωτομαγιάς στην Κηφισιά. Λιγότερος αλλά πιο «εκλεκτός» κόσμος εξέδραμε από τις τέσσερις το απόγευμα. Τα τρένα του σιδηροδρόμου πηγαινοέρχονταν γεμάτα σχεδόν κόσμο. Στην πλατεία του Σταθμού σμήνη από ανθοπώλες προσέφεραν άνθη και ανθοδέσμες αλλά και πρωτομαγιάτικα στεφάνια. Από τους κήπους των επαύλεων αναδίδονταν μεθυστικά αρώματα.

Στον ιστορικό πλάτανο και τα γύρω καφενεία συνωστίζονταν πολλές οικογένειες, ενώ άλλες, μέσω των δενδροστοιχιών, μετέβαιναν στο Στροφύλι και το Κεφαλάρι. Αλλά το ωραιότερο θέαμα παρουσιαζόταν στο θαυμάσιο αλσύλλιο του Σταθμού, το οποίο φωτισμένο έντονα φιλοξενούσε παρέες ή ζευγάρια. Μετά τις 11:00 το βράδυ τα τρένα επέστρεφαν ασφυκτικά γεμάτα, με δροσερούς και εύθυμους πανηγυριστές.

Στο Μαρούσι           

Λαϊκότερος ήταν ο χαρακτήρας της διασκέδασης στο Μαρούσι. Οι κήποι των ξενοδοχείων ήταν γεμάτοι από οικογένειες που έτρωγαν και έπιναν. Η ρετσίνα και οι μεζέδες προκαλούσαν ευθυμία και τραγούδια. Όλα τα Μαρουσιώτικα σπίτια, φιλόξενα, καθαρά και ευπρεπισμένα δέχονταν τους Αθηναίους και τις Αθηναίες. Προς το απόγευμα η ζωή του δροσερού προαστίου μεταφέρθηκε στην κατάμεστη πλατεία του Σταθμού.

Άποψη του Φαλήρου με τα λουτρά.

Πειραιάς και Φάληρα

Το σύνθημα της πρωτομαγιάτικης κίνησης στον Πειραιά έδωσαν πρώτοι οι περιβολαρέοι. Μπήκαν με τα κάρα τους και τα τετράποδά τους καταστόλιστα με μάηδες, πλημμυρίζοντας την κεντρική αγορά και τις διάφορες συνοικίες. Το απογευματάκι πλήθη κόσμου κατευθύνθηκαν σε όλα τα κατάφυτα και εξοχικά προάστια του επινείου. Δηλαδή στα περιβόλια στου Ρέντη, στο Πέραμα και τα γειτονικά Φάληρα, όπου παρέμειναν μέχρι αργά το βράδυ, πανηγυρίζοντας με άφθονες σπονδές και τραγούδια, σε αρκετές περιπτώσεις με τη συνοδεία οργάνων.

Ο καλός καιρός προσείλκυσε πολύ περισσότερο κόσμο στις εξοχές και στα κοντινά περιβόλια, των οποίων τα λουλούδια κυριολεκτικά λεηλατήθηκαν. Η επιστροφή των πανηγυριστών άρχισε πολύ αργά, με κάρα, αμάξια και όλα τα μέσα συγκοινωνίας. Επιστροφή πανηγυρική με βεγγαλικά και τραγούδια. Ευτυχώς, ήταν από τις λίγες χρονιές που η πρωτομαγιάτικη γιορτή δεν «κηλιδώθηκε» με αίμα.

Πιο αραιή και μάλλον πιο αδιάφορη ήταν η πρωτομαγιάτικη κίνηση στα δύο Φάληρα. Σαν να προσπαθούσε ο κόσμος να αποφύγει τον θόρυβο και τις φωνές. Στο Νέο Φάληρο οι περιπατητές σχεδόν μετριούνταν στα δάκτυλα. Στο Παλαιό Φάληρο κάπου – κάπου παρήλαυναν ιδιωτικές άμαξες, κατεβάζοντας επισκέπτες μέχρι το καφενείο Πρινόπουλου και πέρα από το Μπαρ. Κύριο χαρακτηριστικό του πρωτομαγιάτικου εορτασμού στα Φάληρα ήταν η απουσία εκπροσώπων των λαϊκών τάξεων.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Αθηναϊκή Πρωτομαγιά... με αρνιά, κρασιά και σκόρδα!

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

Μεταβείτε στο άρθρο: Αθηναϊκή Πρωτομαγιά… με αρνιά, κρασιά και σκόρδα!

ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ*

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ – ΠΟΙΗΣΗ

Μεταβείτε στο άρθρο: ΜΑΓΙΑΤΙΚΟ*

ΟΝΕΙΡΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ*

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

Μεταβείτε στο άρθρο: ΟΝΕΙΡΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ*