Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Γυρνώντας πίσω περίπου έναν αιώνα ας προσπαθήσουμε να περιηγηθούμε στις εξοχές των Αθηνών, έχοντας ως οδηγό μας τον πολυγραφέστατο δημοσιογράφο, φιλόλογο και πολιτικό Θεόδωρο Βελλιανίτη (1863-1935). Είναι η εποχή που όλοι αντιλαμβάνονται την αξία της εξοχής και του καθαρού αέρα και διεκδικούν το δικαίωμα στη θερινή ραστώνη. Είναι επίσης η εποχή κατάθεσης σημαντικών προβληματισμών και προτάσεων για την καλύτερη αξιοποίηση της Αττικής γης, όπως βέβαια θεωρούσαν τότε την αξιοποίηση. Δεν ήταν πολλοί εξάλλου εκείνοι που μπορούσαν να απολαύσουν τα αγαθά της εξοχής στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ού αιώνα.
Κηφισιά – Μαρούσι
Αλλά και εκείνοι που τα… κουτσοκατάφερναν είχαν αρχίσει να τα βρίσκουν σκούρα. Στην Κηφισιά, έναν από τους κυριότερους εξοχικούς τόπους, οι επαύλεις ήταν ιδιόκτητες και τις κατείχαν φυσικά οι ιδιοκτήτες τους. Όσες δε ενοικιάζονταν τα ύψη των ενοικίων ήταν δυσθεώρητα. Τα ξενοδοχεία είχαν ελάχιστα δωμάτια. Το Μαρούσι, όπου επίσης το κλίμα ευνοούσε τη θερινή διαμονή παρέμενε αναξιοποίητο, με ελάχιστα οικήματα προς ενοικίαση και αυτά είχαν τη μορφή αγροικιών.
Αλλά και αυτές οι αγροικίες σπάνιζαν και αποτελούσαν αντικείμενο ερίδων και πλειοδοσίας μεταξύ των ενδιαφερομένων, οι οποίοι έπρεπε να έχουν φροντίσει από την αρχή του χειμώνα για να εξασφαλίζουν μια κάμαρα για το καλοκαίρι. Όσο για τις τιμές αύξαναν όσο αύξανε και η ζήτηση. Οπότε, από τους περίπου 250.000 κατοίκους του άστεως ζήτημα είναι αν κατόρθωναν τρεις μέχρι πέντε χιλιάδες οικογένειες να βρουν μέρος για να κάνουν την εξοχή ή το θέρετρό τους, όπως καθιέρωσαν να την λένε οι Κωνσταντινουπολίτες.
Πεντέλη – Πάρνηθα
Ανεκμετάλλευτα παρέμεναν τα πανέμορφα βουνά της Αττικής, η Πεντέλη και η Πάρνηθα. Τότε ο Τύπος ζητούσε να κατευθυνθούν προς τα εκεί οι προσπάθειες για δημιουργία εξοχικών τόπων σε ελβετικά πρότυπα. Δηλαδή ζητούσαν να κατασκευαστούν εκεί εξοχικά ξενοδοχεία, μικρές επαύλεις και οικοτροφεία, να δημιουργηθεί δίκτυο σιδηροδρόμων και συνοικισμοί ώστε να βρίσκουν δροσερά καταφύγια οι κάτοικοι της πρωτεύουσας. Επίσης, ζητούσαν εκεί να γίνουν σχολεία ώστε οι μαθητές να ζουν «μακράν πάσης φροντίδος πληρούντες τους πνεύμονες αυτών αμολύντου αέρος, μέσα εις τα δένδρα, την αιωνίαν ταύτην πηγήν του οξυγόνου». Συζητιόταν ακόμη η πρωτοβουλία του Χαρίλαου Τρικούπη (1886) να παραχωρήσει σε ιδιωτική εταιρεία το δικαίωμα διάνοιξης δρόμου στη δασόφυτη Πεντέλη. Η πρωτοβουλία εκείνη δεν είχε συνέχεια, αφού οι κεφαλαιούχοι φοβήθηκαν πως θα χάσουν τα χρήματά τους.
«Τι τα θέλεις αφού βρισκόμαστε σε έναν τόπο όπου ο οίνος λέγεται κρασί, η κλίνη κρεβάτι και ο δρόμος σκέλα», έγραφε ο Βελλιανίτης το 1913 καταδικάζοντας το γεγονός ότι υπήρχαν δεξαμενές αλλά όχι ύδατα, άμαξες αλλά όχι δρόμοι, θέατρο χωρίς θιάσους, φρούρια χωρίς κανόνια ή κανόνια χωρίς πυρίτιδα και υπάλληλοι χωρίς θέσεις! Τα ίδια ίσχυαν και για τους παραθαλάσσιους προορισμούς, οι οποίοι είχαν αρχίσει να γίνονται ελκυστικοί και στα λαϊκά στρώματα. Αλλά τα τελευταία δεν είχαν τη δυνατότητα για διακοπές, οι οποίες στοίχιζαν περισσότερο από το Παρίσι! Σύμφωνα με τιμές που δημοσίευσε ο Βελλιανίτης, μια οικογένεια για να κάνει την εξοχή της στο Ακταίο του Φαλήρου ήθελε 400 φράγκα περισσότερο απ’ όσο θα κόστιζε η διαμονή της στο Fontainebleau του Παρισιού! Έτσι, ο περισσότερος κόσμος λόγω οικονομικής αδυναμίας αναγκαζόταν να παραμείνει στα σπίτια του διαδραματίζοντας τα πρόσωπα των τριών παίδων εν καμίνω της Αγίας Γραφής!
Φάληρα
Επιστρέφουμε, γυρνώντας προς την κατεύθυνση της θάλασσας. Φθάνουμε στο Φάληρο, του οποίου ένα μεγάλο τμήμα ήταν ήδη στη διάθεση των εύπορων αστών που είχαν τη δυνατότητα να διαθέτουν και εκεί τις θερινές κατοικίες τους. Εξάλλου, το γεγονός ότι τόσο η βασίλισσα Αμαλία όσο αργότερα και η βασιλική οικογένεια του Γεωργίου Α΄ προτιμούσαν το Φάληρο για τα μπάνια τους έδινε στην περιοχή και την ανάλογη αστική αίγλη.
Το Φάληρο αποτελούσε μια αληθινά θαυμάσια παραλία, η οποία από τη ρίζα της Καστέλας μέχρι τις άκρες του Παλαιού Φαλήρου φαινόταν ότι είχε τις καλύτερες προοπτικές. Αλλά ένα άλλο τμήμα του, επίσης όμορφο, είχε ήδη σχεδόν ακυρωθεί από την περίφημη Σούδα, μέσω της οποίας έφθαναν τα λύματα της πόλης στη θάλασσα! Οι περίφημοι διαλείποντες πυρετοί μάστιζαν όσους μετέβαιναν εκεί για να εισπνεύσουν την θαλάσσια αύρα. Τουλάχιστον γεννιόταν –εκείνη την εποχή– από την Σοφία Σλήμαν το «κίνημα» των παιδικών εξοχών, με τη δημιουργία του πρώτου πυρήνα στην Βουλιαγμένη. Εκεί τα παιδάκια των αποκαλούμενων «εργατικών τάξεων» περνούσαν ευχάριστες ημέρες στον καθαρό αέρα, μακριά από τη σκόνη της πόλης.
Η δική μας γενιά είναι καταδικασμένη να ψήνεται στους δρόμους των Αθηνών, ποθώντας λίγο νερό και ρουφώντας όλους τους μικροοργανισμούς που παράγει το χώμα, δυσφορούσε ο Βελλιανίτης πριν από έναν αιώνα. Προφητικός και ευφυής προέβλεπε –εν έτει 1913– ότι δεν θα αργήσει ο καιρός που η μετάβαση στο Καβούρι και το Σούνιο θα είναι απλά μια βόλτα αναψυχής και πως η Πεντέλη δεν θα είναι τόπος εξοχής αλλά κατοικίας εκείνων που θα βαρεθούν το κέντρο της πόλης!