Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αφού διέθεσαν όλο το βιός και τα νιάτα τους στην πατρίδα, αυτοκτόνησαν αντιμετωπίζοντας σοβαρά οικονομικά προβλήματα! Ήταν ο Κωνσταντίνος Ισχόμαχος (1838-1888) και ο αδελφός του Φιλώτας (1845-1900), αμφότεροι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού και βουλευτές Θεσσαλίας. Ο μεν πρώτος, ο Κωνσταντίνος, στην επανάσταση της Θεσσαλίας (1878) έφτιαξε δικό του επαναστατικό σώμα, στο οποίο τέθηκε επικεφαλής, διαθέτοντας το σύνολο της οικογενειακής του περιουσίας. Ξεχύθηκε στη θεσσαλική πεδιάδα και διακρίθηκε για τη γενναιότητα και τον πατριωτισμό του.
Όταν η ελληνική κυβέρνηση, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων, υποχρεώθηκε να ανακαλέσει το Στρατό, ο Ισχόμαχος ήταν από εκείνους που αρνήθηκαν να επιστρέψουν. Τον ακολούθησαν πολλοί και έδωσαν γενναίες μάχες που έμειναν στην ιστορία. Όταν προσαρτήθηκε η Θεσσαλία στον κορμό της Ελλάδας, εκλέχθηκε βουλευτής Λαρίσης, ως οπαδός του Χαρίλαου Τρικούπη, διαθέτοντας ακόμη και τη βουλευτική του αποζημίωση για τις ανάγκες της ιδιαίτερης πατρίδας του.
Επανεκλέχθηκε βουλευτής (1885), αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε. Ζούσε με την οικογένειά του στην οδό Καποδιστρίου και αυτοκτόνησε το 1888, φέροντας το βαθμό του αντισυνταγματάρχη πυροβολικού και αφού «οικονομικοί λόγοι επέσπευσαν το μοιραίο τέλος του». Ο Κωνσταντίνος Ισχόμαχος δεν κατέθεσε –όπως είχε δικαίωμα– αίτηση αποζημίωσης για την περιουσία που είχε σπαταλήσει στον αγώνα. Ήταν παντρεμένος με την Ιουλία Προβελέγγιου (1868-1938), αδελφή του λογοτέχνη Αριστομένη Προβελέγγιου (1850-1936)[1].
Το ζεύγος Κωνσταντίνου και Ιουλίας Ισχόμαχου απέκτησαν έναν γιό, τον υποστράτηγο Ιωάννη Ισχόμαχο († 1934). Με λαμπρές στρατιωτικές σπουδές, αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων, κατατάχθηκε στο Πυροβολικό και διετέλεσε αντιπρόσωπος της επαρχίας Λαρίσης. Το 1917 διετέλεσε διευθυντής του Στρατιωτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου προσφέροντας σημαντικές υπηρεσίες. Κατοικούσε στην οδό Ηρακλείτου στο Κολωνάκι και με τη σύζυγό του Κυριακή δεν απέκτησαν παιδιά[1].
Ο Φιλώτας Ισχόμαχος, ένας γενναίος, ατρόμητος και μπαρουτοκαπνισμένος αξιωματικός, είχε καταταχθεί στον Γαλλικό στρατό κατά τον Γαλλογερμανικό πόλεμο. Έλαβε μέρος, στο πλάι του αδελφού του, στην επανάσταση της Θεσσαλίας (1878) και κατόπιν εισήλθε στο διπλωματικό κλάδο. Υπηρέτησε ως υποπρόξενος στην Αγκώνα και Γενικός Πρόξενος Σε Τύνιδα, Κύπρο, Βηρυτό και Μασσαλία[1]. Όταν πέθανε ο αδελφός του, τον διαδέχθηκε στον στίβο της πολιτικής εκλεγόμενος βουλευτής Λαρίσης. «Καταστρέψας την περιουσία του εις την πολιτικήν»[1] αυτοκτόνησε το 1900, αφού δεν μπορούσε να ορθοποδήσει οικονομικά. Προσπάθησε να ανακάμψει οικονομικά αγοράζοντας ένα μεταλλείο στη Βουλιαγμένη, αλλά η επιχείρηση αυτή του προκάλεσε μεγαλύτερη καταστροφή. Και τους δύο τους «σήκωσε» η μάνα τους Καλυψώ Ισχόμαχου…