Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Στην οδό Σωκράτους 65 παραμένει σιωπηλό ένα πολυώροφο κτίριο. Οι παλαιότεροι το γνώρισαν ως ξενοδοχείο «Ambassadeurs», οι νεότεροι ως Εφετείο Αθηνών και η τελευταία γενιά το προσπερνά αδιάφορα. Ελάχιστοι ανατρέχουν στην ιστορία του που συνδέθηκε άρρηκτα με την νεότερη ιστορία της πρωτεύουσας. Εκεί ανήγειρε πρώτη το αρχοντικό της μια ανήσυχη Αγγλίδα γαλαζοαίματη που τάραξε τη ζωή της μικρής ακόμη πόλης του Όθωνα. Ήταν η «Κοντέσσα Θεοτόκη», δηλαδή η Τζαίην Ελισάβετ Ντίγκμπυ (1807-1881), με τη φρενήρη και περιπετειώδη ερωτική ζωή. Χήρα από 23 ετών και εύπορη δεν άφηνε τίποτε στο πέρασμά της.[1]
Ξετρέλανε τον Λουδοβίκο Α’, πατέρα του Οθωνα. Παντρεύτηκε έναν νεότερό της Βαυαρό βαρόνο. Μόλις απέκτησε παιδί, τον εγκατέλειψε για να ακολουθήσει στην Ελλάδα τον τυχοδιωκτικού χαρακτήρα φουστανελοφόρο υπαξιωματικό Σπυρίδωνα Θεοτόκη.[2] Στην Αθήνα επέλεξε να ανεγείρει το αρχοντικό της σε μια περιοχή στην οποία όλοι οι επιφανείς ήθελαν να δημιουργήσουν τις επαύλεις τους. Κοντά εκεί όπου προβλέπονταν να ανεγερθούν τα Ανάκτορα. Δηλαδή στην οδό Σωκράτους και χρησιμοποιώντας ως αρχιτέκτονα τον Κλεάνθη.[3]
Σχεδίασε λοιπόν με μεράκι το αρχοντικό στο οποίο θα στέγαζαν τον έρωτά τους ο Σπύρος Θεοτόκης και η Κοντέσα του. Θεωρείτο δε «χάρμα κομψότητος με την δαντελλωτή εξωτερική του εμφάνισι, τα πλούσια δένδρα και τις πρασινάδες του, τις απέραντες και μεγαλοπρεπείς αίθουσές του».[4] Και, όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε γρήγορα κοσμικό κέντρο της αριστοκρατίας. Στον όμορφο κήπο του εντυπωσίαζαν οι χουρμαδιές και οι μανταρινιές. Το τι ακολούθησε δύσκολα περιγράφεται.[5]
Στις αδυναμίες της «Κοντέσσας» καταγράφονται ο βασιλιάς Οθων, ο πρεσβευτής της Γαλλίας Θεοβάλδος Πισκατόρυ και εντέλει ο γηραιός αλλά θαλερός αγωνιστής της Επανάστασης Χριστόδουλος Χατζηπέτρος.[6] Δικαιολογημένα λοιπόν κυκλοφορούσε η φήμη πως στο Μέγαρο συνέβαιναν «τρομερά πράγματα». Την ωραιότερη περιγραφή έκανε, με κομψό τρόπο, η ευγενής Μαρία Καρατζά, γράφοντας ότι «η Τζαίην Ντίγκμπυ συνήθιζε να αλλάζει φίλους, όπως άλλαζε γάντια και όταν βαριόταν έναν άνδρα, ζητούσε κάποιο άλλο παιχνίδι για την καρδιά της»! Αυτά μάθαινε η βασίλισσα Αμαλία και γινόταν έξω φρενών!
Εν πάση περιπτώσει οι περιπέτειες της «Κοντέσσας» συνεχίστηκαν στην Συρία. Επισκέφτηκε την Αθήνα το 1856 για να τακτοποιήσει τα κληρονομικά της, μεταβιβάζοντας το ακίνητο στον αγαπημένο της Χατζηπέτρο. Ο τελευταίος το πώλησε στον καθηγητή πανεπιστημίου Περικλή Αργυρόπουλο. Κατοικήθηκε από την κόρη του, σύζυγο του Χρ. Δαλλαπόρτα, υπασπιστή του βασιλιά Κωνσταντίνου. Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα μετατράπηκε σε Γυναικολογική Κλινική και λειτούργησε κάτω από διάφορες διευθύνσεις.
Μέχρι τα τελευταία προπολεμικά χρόνια το κτίριο, γύρω-γύρω, ήταν προστατευμένο με ψηλά σιδερένια κάγκελα, από τα οποία εξείχαν μερικά φύλλα μυτερών φοινικοειδών. Οι τοίχοι, με σκούρες δουλεμένες πέτρες, δεν πρόδιδαν καθόλου την ηλικία του, αλλά το σύνολο του κτιρίου, το αρχιτεκτονικό του σχέδιο, η διακοσμητική επιμέλεια που διέκρινε την κατασκευή του, οι λεύκες και τα άλλα δένδρα που σχημάτιζαν ένα μικρό δασάκι στο πίσω μέρος του σπιτιού. Διατηρούσε ζωντανά τα χρώματα της εποχής του Όθωνα.[7]
Το Μέγαρο πουλήθηκε και κατεδαφίστηκε το 1956.[8] Στη θέση του ανεγέρθηκε το ξενοδοχείο «Ambassadeurs», σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Σπύρο Στάικο. Το 1982 θα εγκατασταθεί σε αυτό το Εφετείο Αθηνών, αφού το κτίριο όπου στεγαζόταν (Αρσάκειο) πλήγηκε από τον σεισμό.[9] Αλλά ο επόμενος σεισμός (1989) έπληξε και το κτίριο της οδού Σωκράτους.[10] Το Εφετείο μετακινήθηκε στο μέγαρο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Το ακίνητο της οδού Σωκράτους, κτίριο που εκφράζει την μορφολογία ενός μοντέρνου και εμβληματικού κλασικισμού, παρέμεινε ανενεργό και τίποτε δεν θυμίζει στους περαστικούς την ιστορία του.