Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αποτελούν μέγα κεφάλαιο στην ιστορία του Φιλελληνισμού οι Σέλλεϋ, τόσο ο γνωστός στο ευρύ κοινό ποιητής Πέρσυ (Μπυς) Σέλλεϋ (Persy Bysshe Shelley, 1792-1822) όσο και η λιγότερο γνωστή δεύτερη σύζυγός του Μαίρη (Γουόλστονκραφτ) Σέλλεϋ (Mary Wollstonecraft Shelley, 1797-1851).
Ο Άγγλος ρομαντικός ποιητής Π. Σέλλεϋ γεννήθηκε όταν έληγε η Γαλλική Επανάσταση και πέθανε όταν φούντωνε η ελληνική, όπως λίαν εύστοχα έγραψε ο σοσιαλιστής Πλάτων Ε. Δρακούλης. [1] Ήταν ο πρώτος που έγραψε ιδιαίτερη μελέτη (1892) και τον έφερε σε επαφή με το ελληνικό κοινό.
Ο Π. Σέλλεϋ, γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας, δεν απόλαυσε αναγνώριση κατά την διάρκεια της σύντομης ζωής του. Οι πληροφορίες που διακινούνται στο διαδίκτυο βρίθουν ανακριβειών, κυρίως ως προς τα βιογραφικά στοιχεία και τις συζύγους του. Πρώτη σύζυγός του και παιδικός του έρωτας ήταν η γοητευτική Αρριέτα Ουέστμπρουκ (Harriet Westbrook, 1795-1816), η οποία αυτοκτόνησε δύο χρόνια μετά το χωρισμό της με τον Π. Σέλλεϋ και σε ηλικία 21 ετών.
Ο ανήσυχος ποιητής, με την άστατη ζωή, συνήθως κρίνεται από κοινού με τον επίσης ποιητή Τζων Κητς (John Keats, 1795-1821) και τον λόρδο Βύρωνα. Κοινό τους χαρακτηριστικό ο θαυμασμός για την αρχαία Ελλάδα και τους φιλοσόφους της αλλά και η φιλελληνική στάση τους στα δίκαια των σκλαβωμένων Ελλήνων. Τους ονόμασαν εξόριστους της ψυχής, αφού έφυγαν από την πατρίδα τους χωρίς να τους εξορίσει κάποιος νόμος ή να υποστούν δίωξη.
Η πνευματική κορωνίδα της ζωής και της πνευματικής παραγωγής του Π. Σέλλεϋ είναι το ποίημα «Ελλάς», αποτέλεσμα της σφοδρότητας του έρωτά του για την ελευθερία. Το έγραψε το 1821, όταν γνώρισε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στην Πίζα και του έδωσε την προκήρυξη του Υψηλάντη για τον Αγώνα. Τότε αναφώνησε ενθουσιασμένος και απευθυνόμενος στη γυναίκα του: «Μαίρη, Μαίρη, Μάντις είμ’ εσθλών αγώνων»[2], δηλ. τον στίχο από τον Οιδίποδα επί Κολωνώ που έβαλε και επικεφαλίδα στην «Ελλάδα» του.
Από τότε και το μικρό διάστημα που έζησε, πριν φύγει από τη ζωή (8 Ιουλίου 1822) όταν ανατράπηκε το σκάφος του και πνίγηκε, το προσφιλές θέμα των διαλέξεών του ήταν η έκφραση ακράδαντης πίστης ότι θα απελευθερωνόταν η Ελλάς «η Αγία Γη της καρδιάς και της διανοίας του». Έγραψε το έργο του το φθινόπωρο του 1821 και το δημοσίευσε την άνοιξη του 1822. Είναι πολλά τα ανέκδοτα που σώζονται για την πνευματική του σχέση με τη χώρα μας.