Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ακούγεται απίστευτο ακόμη και για την Ελλάδα: Ένας στρατηγός της Φρουράς Αθηνών απήγαγε τον πρώτο τροχονόμο που εμφανίστηκε στη διασταύρωση Πατησίων και Πανεπιστημίου και τον έκλεισε σε στρατιωτική φυλακή! Συνέβη και αυτό το 1919. Τότε ελήφθη ουσιαστικά, η πρώτη μέριμνα για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας στην Αθήνα από την Αγγλική Οργανωτική Αστυνομική Αποστολή, η οποία ήταν εγκατεστημένη στην πρωτεύουσα. Τοποθετήθηκε λοιπόν στη διασταύρωση αυτή ο «ακίνητος σκοπός χωροφύλαξ», όπως ονομαζόταν ο πρώτος εκείνος τροχονόμος, καθώς και ένας μηχανισμός που σήμερα φαντάζει πρωτόγονος.
Ήταν ένας σωλήνας ύψους πλέον των δύο μέτρων και πάχους μόλις 0,05 μ.. Στηριζόταν στο έδαφος με έναν σιδερένιο δίσκο που κατέληγε στο επάνω μέρος του σε δύο δείκτες. Επί του ενός γραφόταν η λέξη «Εμπρός» και επί του άλλου η λέξη «Στοπ». Η κατεύθυνση των δεικτών εναλλασσόταν από τον «σκοπό χωροφύλακα» με τη χρήση ενός χειρομοχλού που βρισκόταν στο μέσον του σωλήνα και αναλόγως με το ρεύμα της κυκλοφορίας που ήθελε να επιτρέψει. Η εμφάνιση του οργάνου του νόμου στη μέση του δρόμου προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, εντύπωση στους περαστικούς. Ανάμεσά τους βρισκόταν και ο Κωστής Μπαστιάς, ο οποίος μας παρέδωσε μοναδικά στιγμιότυπα.
Σε εκείνο το σταυροδρόμι χτυπούσε τότε η καρδιά της πόλης. Γι’ αυτό εξάλλου, είχε επιλεγεί για την πρώτη εφαρμογή του μέτρου. Στα πεζοδρόμια συναγμένοι δεκάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι αργόσχολοι, παρακολουθούσαν τι έκανε ο χωροφύλακας προσπαθώντας να βάλει τάξη στην κίνηση. «Άλλαξε εκτός μου ο ρυθμός του κόσμου» έγραφε ο Κ. Μπαστιάς παραλλάσσοντας το γνωστό δίστιχο του Γ. Βιζυηνού. Ο χωροφύλακας ήταν κομψός, ευθυτενής, άψογος και αρρενωπός. Ρύθμιζε τα πάντα και συνάρπαζε με την επιβλητικότητα των κινήσεών του όσους παρακολουθούσαν το θέαμα. Ωστόσο, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει όσα έμελλε να ακολουθήσουν και την ταλαιπωρία που θα υφίστατο ο δύσμοιρος εκείνος άνδρας.
Διότι την πρώτη ημέρα που εμφανίσθηκε, με το καινοφανές μηχάνημά του για να ρυθμίσει την κυκλοφορία, έτυχε από εκείνα περνά και ο στρατηγός της Φρουράς Αθηνών. Ο οδηγός του, όπως ήταν φυσικό, βλέποντας μπροστά του τον «σκοπό» και την ένδειξη «Στοπ» σταμάτησε και περίμενε. Ο στρατηγός όμως συνηθισμένος να μη σταματά μπροστά σε εμπόδια, ακόμη και στις μάχες και αγνοώντας τη νέα υπηρεσία για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας, ρώτησε τον οδηγό του γιατί σταμάτησε. Τότε πληροφορήθηκε την αφορμή. Η αντίδρασή του ήταν απρόσμενη. Είπε στον οδηγό του να πλησιάσει κοντά, κατέβηκε, φόρτωσε τον τροχονόμο και το μηχάνημά του στο αυτοκίνητο και κατευθύνθηκε στις στρατιωτικές φυλακές των Παραπηγμάτων. Σχεδόν κανείς από τους διαβάτες δεν κατάλαβε τι συνέβη αφού η σκηνή εξελίχθηκε με κινηματογραφική ταχύτητα.
Οργισμένος ο στρατηγός πραγματοποίησε «στρατιωτική υφαρπαγή» του τροχονόμου, τον οποίο έκλεισε σε ένα μπουντρούμι, σε αυστηρή απομόνωση. Οπωσδήποτε η υπηρεσία της Διεύθυνσης Αστυνομίας θορυβήθηκε. Πως ήταν δυνατόν να εξαφανιστεί ο χωροφύλακας και τα συμπράγκαλά του; Ό,τι και να είχε συμβεί, δεν θα ειδοποιούσε την υπηρεσία του; Δύο ολόκληρες ημέρες κράτησε η αγωνία των αξιωματικών, οι οποίοι αναγκάστηκαν να ενημερώσουν και τις προϊστάμενες πολιτικές αρχές και προσωπικά τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Εντέλει ο χωροφύλακας κατόρθωσε κρυφά να στείλει ένα σημείωμα στην υπηρεσία του και να λήξει ο συναγερμός. Ο πρωθυπουργός φρόντισε για την αποκατάσταση των πραγμάτων και την απρόσκοπτη εφαρμογή των αστυνομικών μέτρων για την ρύθμιση της κυκλοφορίας.