Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Το 1887 ανάμεσα στα παιδιά που έφευγαν από τις ιδιαίτερες πατρίδες τους αναζητώντας την τύχη τους ήταν και ο Ιωάννης Χρυσικόπουλος που εγκατέλειψε το Αίγιο. Μικρό παιδί ακόμη, άφησε πίσω την οικογένεια και τα σταφιδάμπελα και πήρε το δρόμο για την Αθήνα. Το μικρό επαρχιωτόπουλο ήταν γεμάτο αισιοδοξία πως θα μπορούσε να πετύχει στο εμπόριο. Πρώτος σταθμός του ήταν η Πάτρα και κατάφερε να τρυπώσει ως υπαλληλάκος στο κατάστημα του καταγόμενου από την Άμφισσα Καραγουλιάμου. Ήταν το μεγαλύτερο στην πρωτεύουσα του Μωρηά και όμοιό του δεν υπήρχε ακόμη και στην Αθήνα!
Μελετούσε
Με μόνα εφόδια την ευφυία και την εργατικότητά του ο μικρός Γιαννάκης εργαζόταν και μελετούσε. Είχε δίψα για ζωή και πρόοδο. Κάποια μέρα όμως ένας προϊστάμενός του τον έπιασε να μελετά σκυμμένος πίσω από κάποια δέματα υφασμάτων. Ήταν σκληρές οι συνθήκες τότε. Τον έπιασε από το αυτί και τον έδιωξε κακήν κακώς αφού τον ξόφλησε δίνοντάς του είκοσι δραχμές. Ωστόσο ο νεαρός δεν έχασε την αισιοδοξία και το θάρρος του. Ο ελάχιστος χρόνος που έμεινε στην Πάτρα φαίνεται πως τόνωσε την κλίση του στο εμπόριο. Τότε αποφάσισε να μεταναστεύσει.
Παρίσι
Τις περιπέτειές του αφηγήθηκε στα γεράματά του στον δημοσιογράφο Βασίλη Ηλιάδη επισημαίνοντας ότι δεν ήταν ακόμη εποχή του μεγάλου μεταναστευτικού ρεύματος προς την Αμερική. Γι’ αυτό αποφάσισε να μεταναστεύσει στο Παρίσι.
Συγκεντρώνοντας ένα μικρό κομπόδεμα με ρεφενέ από μερικούς φίλους του κατόρθωσε να μπαρκάρει για Μασσαλία και από εκεί για Παρίσι. Χωρίς να ενημερώσει κανέναν, ούτε τους γονείς του. Ο ίδιος αφηγείτο ότι δεν είχε υπολογίσει το κατάστημα που είχε δουλέψει στην Πάτρα και πως ο Αμφισσαίος Καραγουλιάμος το κρατούσε… μανιάτικο.
Όνειρα
Ο μεγαλέμπορος έγραψε δυσμενή σχόλια για τον Χρυσικόπουλο σε μερικούς φίλους του στο Παρίσι. Τον χαρακτήριζε «σκαστό» από το σπίτι του δημιουργώντας δυσμενές κλίμα, το οποίο τον υποχρέωσε να επιστρέψει στην Ελλάδα και να κατευθυνθεί στο Αίγιο, στην οικογένειά του η οποία τον υποδέχθηκε με αγάπη.
Αλλά συνέχιζε να ονειρεύεται και έτσι έφυγε πάλι αλλά αυτή τη φορά για την Αθήνα, όπου προσλήφθηκε ως υπάλληλος στο κατάστημα του Ιωάννη Κασδόνη. Ήταν ένα από τα πέντε αδέλφια της γνωστής οικογένειας που διακρίθηκε σε διάφορους κλάδους της Αθηναϊκής ζωής.
Μισθός 90 δραχμές
Ο Ι. Κασδόνης διατηρούσε κατάστημα ανδρικών ειδών στην οδό Σταδίου. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη και επανειλημμένως αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και είχε ανεγείρει μια νεοκλασική κατοικία στην οδό Φιλελλήνων (6), έργο του Ερνέστου Τσίλερ.[1] Ο νεαρός Χρυσικόπουλος προσλήφθηκε με τον μισθό που εζήτησε των 90 δραχμών. Μόλις ένα χρόνο αργότερα όμως ανακοίνωνε στον προϊστάμενό του ότι επιθυμούσε να κάμει δική του δουλειά και ζητούσε οικονομική ενίσχυση παρέχοντας κάποιες εγγυήσεις. Η αντίδραση του Ι. Κασδόνη ήταν αρχικά ευγενής, αλλά δεν άργησε να απαντήσει με δριμύτητα ουσιαστικώς διώχνοντας τον Χρυσικόπουλο από την εργασία του.
Πράγματι, ο νεαρός χωρίς να απογοητευθεί αποχώρησε και δρομολόγησε την υλοποίηση των δικών του σχεδίων. Κάποια μέρα, στην οδό Σταδίου, εκεί όπου αργότερα ήταν το Κατάστημα Υποδημάτων Βέη, εγκαινιαζόταν το Κατάστημα του Ι. Χρυσικόπουλου και αδελφών. Πωλούσε καπέλα, γραβάτες και διάφορα μικροκαλλυντικά. Ωστόσο προέκυψε ο πόλεμος του 1897 ο οποίος τον απομάκρυνε από την εργασία που είχε λάβει ευνοϊκή κατεύθυνση και να στρατευθεί. Το Κατάστημα έμεινε στα χέρια των αδελφών του. Επέστρεψε τραυματίας και χωρίς να ολιγωρήσει ταξίδευσε στη Βιέννη.
Ρεκλάμες
Γνωρίστηκε με Έλληνα παραγγελιοδόχο και εξασφάλισε άνοιγμα πίστωσης για παραγγελία εμπορευμάτων. Ήταν το 1898 όταν άρχιζε η μεγάλη σταδιοδρομία του εμπόρου με τα καπέλα και τις γραβάτες. Μεγάλες εισαγωγές Ευρωπαϊκών ειδών και ανάλογες διαφημίσεις που περιφέρονταν στους Αθηναϊκούς δρόμους επάνω σε αμάξι, με έγχρωμο αμαξά.
Ήταν από τους πρώτους που εφάρμοσε αυτό το είδος διαφήμισης προκαλώντας ενδιαφέρον, συζητήσεις, πειράγματα αλλά και πλούσια αποτελέσματα. Επρόκειτο για αντιγραφή αμερικανικών διαφημιστικών εκστρατειών με διαφημιστικά φυλλάδια να εξαπολύονται από την άμαξα διαφημίζοντας καπέλα, γραβάτες, υποκάμισα και άλλα είδη του καταστήματος.
Όπως «Printemps»!
Ωστόσο ο χώρος που διέθετε δεν μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί στον όγκο των εμπορευμάτων που έφερνε από το εξωτερικό ο Ι. Χρυσικόπουλος. Τότε πήγε στο Παρίσι και είδε ένα από τα μεγάλα εμπορικά καταστήματα «Printemps». Στη συνέχεια πήγε στη Λοζάνη και ανέθεσε σε Ελβετό μηχανικό να εκπονήσει σχέδιο για την ανέγερση καταστήματος τύπου «Πρεντάν».
Φιλόδοξοι σχεδιασμοί που έπρεπε βεβαίως να προσαρμοσθούν στα μέτρα της ελληνικής πρωτεύουσας. Το 1916 υπολογίσθηκε ότι το κατάστημά του θα στοίχιζε 700.000 παλαιές δραχμές, αλλά όταν εντέλει ανεγέρθηκε, το 1925, οι δαπάνες του ξεπέρασαν τα 15.000.000 δραχμές.
Νέο κτίριο
Όπως αφηγήθηκε ο Ι. Χρυσικόπουλος στον δημοσιογράφο Βασίλειο Ηλιάδη που του πήρε συνέντευξη το 1955[2], τα σχέδια του κτιρίου είχαν εκπονηθεί, την εποπτεία του Καθηγητού του Πολυτεχνείου Κωνσταντίνου Χ. Γεωργικόπουλου (1889-1961), ενώ για την ανέγερση του κτιρίου εργάσθηκαν Ούγγρος αρχιτέκτονας – μηχανικός και Ούγγροι και Γερμανοί εργάτες και εφαρμοστές.
Το νέο κτίριο θεωρείτο «θαύμα στερεότητος και πολιτισμού δια την Πρωτεύουσαν». Ακολούθησαν περιπέτειες, διεθνείς οικονομικές καχεξίες και ατυχήματα που περιόρισαν σε δύο μόνον πατώματα την κίνηση του μεγάλου καταστήματος «Ι. Χρυσικόπουλος & Σία». Ιδιαιτέρως κινδύνευσε η επιχείρηση στα χρόνια της κατοχής. Ο Ι. Χρυσικόπουλος σε ηλικία 87 ετών αποχώρησε από την ενεργό δράση αφήνοντας την διαχείριση στους αδελφούς του.
Επίλογος
Προς τη δύση της ζωής του θα πικραθεί ο «μπάρμπα Γιάννης», όπως αποκαλούσαν γνωστοί και φίλοι τον συμπαθή έμπορο και αγωνιστή της ζωής. Μια περιπέτεια του Μιχαήλ Χρυσικόπουλου που στοίχισε τη ζωή του βύθισε τον γηραιό πατέρα του στο πένθος.[3] Ο Ι. Χρυσικόπουλος νυμφεύτηκε την Αθηνά Κανελλοπούλου, κόρη του Νικόλαου Δ. Κανελλόπουλου, ιδρυτή των Καταστημάτων «Λουβρ».[4] Έφυγε από τη ζωή το 1961 παραμένοντας για τους συναδέλφους του και τις εκατοντάδες των εμπορικών επιγόνων του σύμβολο εργατικότητας, αποφασιστικότητας και προόδου.[5] Το κτίριο περιήλθε στην επιχείρηση «Αφοί Τσιτσόπουλοι – Athene», γράφοντας την τελευταία φάση της ιστορίας του με τις τροποποιήσεις που υπέστη με μελέτη των Εμμ. Βουρέκα και Αλ. Ιατρίδη.
Στον «Σύλλογο των Αθηναίων» φυλάσσεται το ΑΡΧΕΙΟ και η ΣΥΛΛΟΓΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΥ. Περιέχουν σημαντικά αρχειακά και φωτογραφικά τεκμήρια, καθώς και αναμνηστικά από το Κατάστημα του Ι. Χρυσικόπουλου, τα οποία δώρισε στον «Σύλλογο των Αθηναίων» η απόγονος της οικογένειας Eλένη De Preux.