Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Με τις αλλαγές που επήλθαν στο οδικό δίκτυο των Αθηνών, τον εκσυγχρονισμό και τα μεγάλα έργα που πραγματοποιήθηκαν σε περιοχές που κάποτε βρίσκονταν έξω από τα όρια της πόλης, εξαφανίστηκαν ή περιέπεσαν σε λήθη και ιστορικοί τόποι. Δεν είναι εύκολο πλέον να ταυτιστούν περιοχές που πραγματοποιήθηκαν μεγάλες μάχες ή συνέβησαν σημαντικά ιστορικά γεγονότα.
Ένα απ’ αυτά τα γεγονότα έχει απομείνει για να θυμίζει στους νεότερους ο ταπεινός στην εμφάνιση και το μέγεθος, αλλά μέγας σε συμβολισμούς και παραδόσεις, ναΐσκος των Αγίων Θεοδώρων στον Ανάλατο που γιορτάζει σήμερα.
Βεβαίως σχεδόν τίποτε δεν έχει απομείνει για να θυμίζει τον τόπο αλλά και τον τρόπο που πανηγύριζαν τον μικρό ναό οι ιδιοκτήτες των γύρω κτημάτων και λίγοι φίλοι τους τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Ο ναός βρίσκεται στη θέση Ανάλατος και εκεί οδηγείται ο επισκέπτης μέσω μικρής οδού. Αλλά κάποτε, από την αρχαιότητα, ο δρόμος που ξεκινούσε από το λιμάνι του Φαλήρου περνούσε κοντά από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και συνέχιζε προς την Αθήνα.
Τμήμα του ταυτίζεται με τις σημερινές οδούς Απόλλωνος, Ηούς, Ανδρομάχης και Όθωνος του Παλαιού Φαλήρου. Εξ ου και αποκαλείτο Φαληρική οδός και στην αριστερή πλευρά όσων κατέβαιναν βρισκόταν ο ναΐσκος.
Αντίθετα με όσα γράφονται, η εκκλησία πρέπει να ανακαινίστηκε στις αρχές της δεκαετίας 1880 από τον Χρουσάκη, ο οποίος δημιούργησε εκεί ένα οργανωμένο αγρόκτημα με βουστάσια.
Σύμφωνα με μαρτυρίες ο ναός είχε ανεγερθεί στα βυζαντινά χρόνια και είχε ερειπωθεί στα χρόνια της μεγάλης Εθνεγερσίας. Εξάλλου, η θέση στην οποία βρίσκεται ο ναΐσκος γεννούσε «μύχιον άλγος» σε κάθε Έλληνα και ιδιαιτέρως στους Αθηναίους. Διότι εκεί είχε συμβεί η πανωλεθρία της 25ης Απριλίου 1827. Μια πανωλεθρία που είχε ως συνέπεια την παράδοση της Ακρόπολης, περίπου έναν μήνα αργότερα, στις 24 Μαΐου 1827. Στη μάχη εκείνη, τη Μάχη του Αναλάτου, όπως έμεινε στην ιστορία, σκοτώθηκαν σπουδαίοι άνδρες.
Ανάμεσά τους ο Συμεών Ζαχαρίτσας, ο Λάμπρος Βέικος, ο Αθανάσιος Τούσας, ο Γεώργιος Τζαβέλας, ο Φώτος Φωτομάρας, ο Ιωάννης Νοταράς, το αποκαλούμενο «Αρχοντόπουλο». Επίσης σκοτώθηκε ο αρχηγός του Τακτικού Χαράλαμπου Ιγγλέση με 180 στρατιώτες. Διασώθηκαν μόλις 24 άνδρες και μόνον οκτώ από τους δώδεκα φιλέλληνες. Συνολικά σφαγιάστηκαν γύρω στους χίλιους άνδρες, εκ των οποίων οι 120 ήταν Αθηναίοι[1].
Συνελήφθησαν όμως και πολλοί αιχμάλωτοι: Οι Γεώργιος Δράκος, Δημήτριος Καλλέργης, Γεώργιος Τσελεπής, Αθανάσιος Λέκκας και πολλοί άλλοι. Από τους αρχηγούς των Σωμάτων σώθηκαν μόνον οι Ιωάννης Μακρυγιάννης, Κωνσταντίνος Μπότσαρης και Νικόλαος Ζέρβας.
Στα βάθη των φρεάτων οι στεναγμοί των θυμάτων
Γι’ αυτό όσοι ζούσαν έως τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, γέροι πια, πήγαιναν ανήμερα των Αγίων Θεοδώρων στην περιοχή και έδειχναν στους επισκέπτες τη θέση που είχε φονευτεί ο κάθε άνδρας. Σωζόταν δε ακόμη και το πηγάδι όπου είχε κατακρεουργηθεί το Αρχοντόπουλο και το οποίο έλεγαν ότι συνδεόταν με το μεγάλο φρέαρ των Αγίων Θεοδώρων. Η παράδοση μάλιστα ήθελε στα βάθη των φρεάτων να συναντώνται οι στεναγμοί των θυμάτων[2]!
Γι’ αυτό η θέση αυτή καταγραφόταν ως το ιερό νεκροταφείο, στο οποίο μπορούσαν να μεταβαίνουν τα Ψυχοσάββατα οι Αθηναίοι, εάν ήθελαν να θρηνήσουν. Ένα ανοικτό νεκροταφείο στα χώματα του οποίου είναι διεσπαρμένα τα οστά τόσων ηρώων. Όσο για τη διαμόρφωση της περιοχής, η οποία σήμερα ανήκει στη Νέα Σμύρνη, επηρεάστηκε καθοριστικά από την ανέγερση του Αγίου Σώστη, μετά την απόπειρα δολοφονίας του βασιλιά Γεωργίου Α΄.
Στη συνέχεια διαμορφώνεται η λεωφόρος Συγγρού καταργώντας ουσιαστικά τη Φαληρική οδό. Απέμειναν διάφορα τοπωνύμια, όπως τα «Σουλιώτικα Ταμπούρια» για να θυμίζουν την πολύνεκρη μάχη και τις ηρωικές στιγμές.