Από τότε που οι ποιμένες, δι’ έλλειψιν ασφαλείας από λύκους και ζωοκλέπτας, αλλά και από συναδέλφους των, που το έχουν διά καλό να τρώγουν αρνί ή κατσίκι κλεμμένο- μετεβλήθησαν κατ’ ανάγκην, οι μεν βοσκοί εις πολεμιστάς, οι ποιμένες εις οπλαρχηγούς και οι αρχιποιμένες εις στρατηγούς, έπρεπε να έχουν και προστάτην Άγιον, πρώην άνθρωπον των όπλων. Και τοιούτος ανεγνωρίσθη ο Άγιος Γεώργιος, κληρονομήσας μεν τας ιδιότητας του Πανός αλλά και του Άρεως. Ο αυτός Άγιος κοσμεί και τα αρματωλικά (υπό γενικωτέραν έννοιαν του όρου) φλάμπουρα.
Εξ άλλου ποικιλόμορφος είνε η λατρεία του εις τας πόλεις. Ο φονεύς του δράκοντος εις τας Αθήνας λ.χ., εζωγραφίζετο με ένα παιδάκι εις τα καπούλια του αλόγου του. Αυτό το οποίον έσωσε. Και διηγείται η παράδοσις: «Μία μάννα έχασε το παιδί της. Της τώχαν αρπάξει οι Τούρκοι. Στην απελπισία της, επρόσπεσε στον Αϊ-Γιώργη. Και να, που άμα γύρισε σπίτι της απελπισμένη, είδε να την προσμένη στην πόρτα της το παιδί της.
-Πως βρέθηκες εδώ παιδί μου! – του λέει με χαρές και με κλάμματα.
-Να, ήρθ’ ένας καβαλλάρης με κόκκινο άλογο, μ’ άρπαξε απ’ τα μαλλιά μεσ’ από τους Τούρκους, με κάθησε στ’ άλογό του κ’ έγινε άφαντος».
Η λάτρεια, όμως, εις τα ποιμνιοστάσια συνεδέετο και με περίεργον έθιμον: Κατά την ημέραν της εορτής του, προσέφεραν εις κάθε προσερχόμενον, γάλα δωρεάν, εις δε τους καλούς-καλούς και ψητό της σούβλας.
Αλλά δεν είνε δυνατόν να εξέλθωμεν του ποιμενικού κύκλου, χωρίς ν’ ενθυμηθούμε τον ερωτευμένον βοσκόν, του οποίου την «αγάπην» αρραβώνιασαν με άλλον και τότε αυτός παρεκάλεσε τον γείτονά του Αϊ-Γιάννην να του πάρη την ζωήν, αλλ’ επεκαλέσθη και την συνδρομήν του προστάτου των ποιμένων Αϊ- Γιώργη.
Άγιε μου Γιάννη γείτονα,
να μ’ έπαιρνες να γλύτωνα!
Αϊ-Γιώργη καβαλλάρη,
Κάνε μου αυτήν τη χάρη!
Λέγει το ωραίον τραγούδι, του οποίου τον ήχον επιταχύναντες, μετέτρεψαν εις χορευτικόν.
Είχεν όμως και ημερολογιακήν χρησιμότητα ο Άγιος Γεώργιος, αντίστοιχος κατά τούτο με τον Άγιον Δημήτριον. Ο εορτασμός δηλ. των δύο αυτών, διαιρούσε τον χρόνον εις δύο εξάμηνα, κατά τα οποία εγίνετο το ρόγιασμα των κοπελιών, αλλ’ εχρονολογούντο και άλλαι αγροτικαί συμφωνίαι.
Είνε δε τρυφερώτατον το ποιητικόν παράπονον ορφανού παιδιού που το ερρόγιασεν η μάννα του σε μια αρχοντοπούλα, η οποία είχε την ιδιοτροπίαν να το στέλνη να της φέρνη νερό, χειμώνα-καλοκαίρι, έξω της πόλεως, από του Αγά τη Βρύση, διά να λούζεται.
Και λέγει ο καϋμένος:
Εγώ ήμουνα ορφανό παιδί, είχα και χήρα μάννα
η μάννα μου με ρόγιασε σ’ αρχοντοπούλας χέρια,
για να της κουβαλώ νερό απ’ του Αγά την βρύση,
να πλένη τα ποδάρια της σ’ ολόχρυση λεκάνη.
Τους υπολοίπους στίχους αγνοώ. Ίσως να περιέγραφαν αυτοί και κάποιον ειδύλλιον του ορφανού και της αρχοντοπούλας. Επίσης αγνοώ διατί ήθελε σώνει και καλά νερό από βρύσην έξω της πόλεως κειμένην προς το τέρμα της σημερινής οδού Αχαρνών. Ίσως να εφημίζετο ως «καλοσάπουνον».
Εις κατάστιχον δε Αθηναίου, εύρομεν ρόγιασμα και κόρης. Σαλαμινία ήτο. Εις το σχετικόν σημείωμα τούτο υπάρχουν λεπτομέρειαι χρήσιμοι οπωσδήποτε διά την εθιμογραφικήν ιστορίαν. Κατά την συμφωνίαν δηλ. που έκλεισε μετά της μητρός της κόρης, ο Αθηναίος νοικοκύρης, παρίστατο και ο Ζαμπίτης της Σαλαμίνος, ο οποίος, συμφώνως, φαίνεται, προς τα ειδικά προνόμια της νήσου, ήτο Έλλην. Ωνομάζετο δε Γιωργάκης Πάγκαλος.
Και οι δύο χρονομετρηταί Άγιοι, οι οποίοι ωνομάτισαν λαϊκώς και τους μήνας των εις Αϊγιωργίτην και Αϊδημητρίτην, είχαν και τα ειδικά άνθη των. Το μεν ελέγετο «του Αϊγιωργιού το λουλουδάκι» (δηλ. το χαμομήλι) το δε απλώς Αϊδημητριάτικο (είδος τοπικού χρυσανθέμου).
Η περισυλλογή του χαμομηλιού την 23 Απριλίου εγίνετο πανηγυρικώς. Και έβλεπε κανείς την ημέραν εκείνην πάσης τάξεως και πάσης ηλικίας γυναίκας εις τους αγρούς να σκύβουν και να κόβουν το ευλογημένον αυτό και εύοσμον δώρημα της Γης.
Και ένα ανέκδοτον φέρεται εις βάρος διασήμου ξένου ιατρού. Αυτός παρεκλήθη από φίλον του ιατρόν εν Αθήναις, να γνωμοδοτήση επί της στομαχικής παθήσεως κάποιου ευπόρου πελάτου. Ο ξένος ιατρός ανέγραψε την θεραπευτικήν του γνώμην, εις το τέλος δε προσέθεσε: «Παρ’ όλα τα επιστημονικά ταύτα, καλόν θεωρώ να κάμνη ο ασθενής χρήσιν, μετά το φαγητόν, και αφεψήματος άνθους τινός ευώδους, έχοντος, ως φαίνεται, αξιολόγους θεραπευτικάς ιδιότητας! Σας αποστέλλω μικράν ποσότητα, και αν, ως ελπίζω, φέρη τούτο καλά αποτελέσματα, σας γράφω την διεύθυνσιν του φαρμακεμπόρου όστις θα δυνηθή να σας το προμηθεύση».
Περίεργος ο ιατρός, άνοιξε το κουτάκι με το θαυματουργόν βότανον και ηύρε μέσα το πανελλήνιον χαμομήλι.