Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οι καλλιτεχνικοί διαξιφισμοί και ανταγωνισμοί δεν είναι βεβαίως φαινόμενο της εποχής μας. Ίσχυαν ανέκαθεν, αλλά είχαν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Όπως συνέβη τον Αύγουστο 1911, όταν ξέσπασε «πόλεμος» ανάμεσα στον θεατρικό συγγραφέα Γρηγόριο Ξενόπουλο και μία από τις πρωταγωνίστριές του, την περίφημη Κυβέλη. Η σχέση τους μέχρι τότε ήταν άριστη και η Κυβέλη συμμετείχε σε θεατρικά έργα που ανέβαζε ο Γρ. Ξενόπουλος στα αθηναϊκά θέατρα.
Κάποια στιγμή όμως η Κυβέλη επέλεξε να συνεργαστεί με άλλο σχήμα. Ο Γρ. Ξενόπουλος, ως γνωστόν, διατηρούσε άριστες σχέσεις με τα έντυπα της εποχής του, ενώ έγραφε κριτικές ή χρονογραφήματα σε αρκετά εξ αυτών. Εκμεταλλεύθηκε, λοιπόν, την ευκαιρία για να ρίξει μια «μπηχτή» στην Κυβέλη.
Ασκώντας κριτική στο έργο του Θεόδωρου Συναδινού «Μπλόφες», στο οποίο πρωταγωνιστούσε η Κυβέλη έγραψε στην εφημερίδα «Καιροί» πως δεν είχε σημασία εάν ήταν μεγάλος ή μικρός ο ρόλος ενός ηθοποιού, όσο ο τρόπος που τον απέδιδε. Στη συνέχεια άφηνε αιχμές για τους «κατά συνθήκην μεγάλους ηθοποιούς», ηθοποιούς που τους έπιαναν νευρικά γέλια πάνω στη σκηνή, χωρίς ωστόσο να αναφέρει κάποιο όνομα. «Υποθέτομεν πως δεν εννοεί την Κυβέλην, η οποία δια μίαν στιγμήν κατελήφθη από νευρικά γέλοια» [1], έσπευσε να γράψει κάποιος στην εφημερίδα «Εστία», με έκδηλη τη διάθεση να… πειράξει τα δύο γνωστά πρόσωπα του θεατρικού κόσμου και να ρίξει… λάδι στη φωτιά. Και σα να μην έφθανε αυτό, γνωρίζοντας την ευαισθησία που είχε ο Ξενόπουλος στο ζήτημα της ηλικίας του, συμπλήρωνε το πείραγμα γράφοντας πως «ούτε αυτήν (:δηλαδή την Κυβέλη) υπονοεί κατά συνθήκην μεγάλην».
Αυτό ήταν. Ο καβγάς είχε ανάψει. Την Κυβέλη έσπευσε να υπερασπιστεί ο γνωστός θεατράνθρωπος Συναδινός γράφοντας στην εφημερίδα «Ακρόπολις» ότι ο Ξενόπουλος είχε πάψει να θεωρεί την Κυβέλη «μεγάλη» από τότε που δεν συμμετείχε σε παραστάσεις δικών του έργων. «Επειδή δεν έχω πλέον νταραβέρια με την τέως πρωταγωνίστριά μου, δεν σημαίνει δι’ αυτό, ότι εις ό,τι δήποτε γράφω κρύπτεται κι ένας υπαινιγμός εναντίον της»[2] απάντησε ο Ξενόπουλος.
Είναι απίστευτο τι ακολούθησε. Δημοσιεύματα επί δημοσιευμάτων, πειράγματα από τις στήλες των εφημερίδων και πάσης φύσης υπονοούμενα. Η μεγάλη Κυβέλη, γινόταν Κυβελίτσα ή ακόμη και Κυβελιτσίτσα. Ιδιωτικές επιστολές έβλεπαν το φως της δημοσιότητος και από τις δύο πλευρές, εμφανίζοντας τον Γρ. Ξενόπουλο απευθυνόμενο στην Κυβέλη να υπογράφει «ταπεινός δούλος σας». Οι εφημερίδες έβρισκαν θέμα να ασχοληθούν, οι εμπλεκόμενοι τρόπο για να βγάλουν τα εσώψυχά τους και οι θεατρώνες δωρεάν διαφήμιση των παραστάσεών τους.
Ήρθε όμως να προστεθεί και το ζήτημα της ηλικίας το οποίο προκάλεσε ο Γρ. Ξενόπουλος. «Είμαι τουλάχιστον δέκα χρόνια πρεσβύτερος από την τέως πρωταγωνίστριά μου» έγραψε σε κάποια από τις επιστολές του προκαλώντας νέο γύρο συζητήσεων. Το 1911 ο ίδιος ήταν 44 ετών και η Κυβέλη μόλις 23 ετών. Αλλά κανείς εκ των δύο δεν ανέφερε τον χρόνο γεννήσεώς του. Η μεν Κυβέλη επικαλούμενη τα πρώτα δημοσιεύματά του τον παρουσίαζε μεγαλύτερο, ενώ το ίδιο έκανε και ο Ξενόπουλος, αποκαλύπτοντας πως όταν ήταν 8 ετών είχε στείλει επιστολή στις εφημερίδες ως μαθήτρια του Παρθεναγωγείου Χιλλ. Θέλοντας να πειράξει τον Γρ. Ξενόπουλο η εφημερίδα «Εστία» ζήτησε τα επίσημα ληξιαρχικά στοιχεία από τη Ζάκυνθο.
Η κόντρα ήταν εφήμερη
Κατόπιν τούτου, αποκαλύφθηκε η ηλικία του Γρ. Ξενόπουλου αλλά εκδότες, δημοσιογράφοι, θεατρώνες και ηθοποιοί έγιναν καλοκαιριάτικα κυριολεκτικώς «μαλλιά κουβάρια». Μπορεί επισήμως να τηρούσαν στάση αξιοπρεπείας και ανταλλαγής δημοσίων επιστολών αλλά στο παρασκήνιο οι φήμες βοούσαν. Αλλά όλα ήταν εφήμερα. Η Κυβέλη παρέμεινε μία από τις αγαπημένες πρωταγωνίστριες του Γρ. Ξενόπουλου, ο οποίος λειτούργησε, κατά κάποιο τρόπο, ως συγγραφέας των θιάσων της. Περίπου επί δύο δεκαετίες την τροφοδοτούσε με τις πνευματικές του δημιουργίες ενώ το έργο του Φωτεινή Σάντρη έμεινε για πολλά χρόνια στο ρεπερτόριό της.