Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Με περιορισμούς λόγω των επικρατουσών συνθηκών πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη, 12 Μαρτίου 2020, η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας στην Ολυμπία, απ’ όπου ξεκίνησε το μακρύ ταξίδι της για το Τόκιο. Πρόκειται για τελετή με πληθώρα συμβολισμών. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο άνθρωπος απώλεσε τη φωτιά εξαιτίας του Κεραύνιου Δία και την απέκτησε πάλι χάρη σε έναν άλλο θεό, τον Προμηθέα.
Η πράξη του Προμηθέα προκάλεσε την οργή των θεών και την εκδίκησή τους. Το πρόσωπό του όμως λατρεύτηκε και στην Αθήνα γινόταν «λαμπαδούχος αγών» και μεταφερόταν το «άσβεστον πυρ» από τον βωμό του θεού προς την Ακρόπολη[1]. Σε ερυθρόμορφα αγγεία, από τον 5ο αιώνα και εξής, παριστάνονται γυμνοί λαμπαδηδρόμοι να τρέχουν κρατώντας αναμμένη δάδα. Φορούν ακτινωτό διάδημα στο κεφάλι, σαφή παραπομπή στις ακτίνες του φωτός, ενώ πολλές φορές αναπαρίσταται και ο βωμός στον οποίον αποθέτουν τη φλόγα[2].
Νικόλαος Γύζης
Οι παραστάσεις των αρχαιοελληνικών λαμπαδηδρομιών λειτούργησαν ως πρότυπα όταν συζητείτο και όταν υλοποιείτο η αναβίωση του θεσμού των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Στο ιδρυτικό συνέδριο του Παρισιού (1894) και κατά τη διάρκεια βραδινής εορτής τελέσθηκαν, σε αντιγραφή των αρχαίων προτύπων, λαμπαδηδρομίες[3]. Ο ζωγράφος Νικόλαος Γύζης συμπεριέλαβε στο δίπλωμα που απονεμήθηκε στους Ολυμπιονίκες το 1896 αρχαιοπρεπή παράσταση λαμπαδηφορίας. Λαμπαδηφορία όμως έγινε και στην Αθήνα, στην οδό Αθηνάς, στο περιθώριο των Αγώνων του 1896! Από τότε κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση περιλάμβανε διάφορες μορφές συμβολισμών της Φλόγας[4].
Συμβολισμοί
Ήταν το κυρίαρχο σύμβολο του μεταλλίου που κόπηκε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1900 (Παρίσι) αλλά και της αποκαλούμενης Μεσο-Ολυμπιάδας των Αθηνών (1906). Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1928 (Άμστερνταμ) και μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο κατασκευάστηκε ο «Πύργος του Μαραθώνα» στην κορυφή του οποίου άναψε για πρώτη φορά η Ολυμπιακή Φλόγα. Συνόδευε το αγωνιστικό πνεύμα και το τελετουργικό συνεχίστηκε στο Λος Άντζελες (1932). Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936 εμφανίστηκε επίσημα η σύγχρονη Ολυμπιακή λαμπαδηδρομία. Οι ναζιστικοί μηχανισμοί προπαγάνδας ήθελαν να συνδέσουν με κάθε τρόπο την Ολυμπιακή προσπάθεια με τα αρχαιοελληνικά πρότυπα[5].
Ο Γερμανός αθλητικός παράγοντας Carl Diem (1882-1962), ο οποίος παρακολουθούσε τις εξελίξεις από τα νιάτα του, ήταν ο κύριος υποστηρικτής της ιδέας της λαμπαδηδρομίας. Από το 1908 ήδη ως προεδρεύων της γερμανικής Ολυμπιακής Επιτροπής και επηρεασμένος από τον Μαραθώνιο, που είχε πραγματοποιηθεί δύο χρόνια νωρίτερα, οργάνωσε μεγάλη σκυταλοδρομία.
Η ιδέα της λαμπαδηδρομίας από την Ολυμπία στο Βερολίνο τέθηκε στις συζητήσεις της συνόδου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής στην Αθήνα (1934)[6]. Ο Carl Diem είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις με Έλληνες αθλητικούς παράγοντες όπως ο Ιωάννης Κετσέας[7].
Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν με την παρέμβαση, το επόμενο έτος (1935), του αρχαιολάτρη συγγραφέα Αλέξανδρου Φιλαδελφέα. Σε εκδήλωση του Ροταριανού Ομίλου Αθηνών εισηγήθηκε την ιδέα της Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας σε ανώτατο Γερμανό παράγοντα που παρευρέθηκε στην εκδήλωση. Επισήμανε ότι «…θα είχε πολύ βαθύτερον συμβολισμόν… εάν αντί το φως… ν’ αναφθή δια θερμαντικού μέσου, ελαμβάνετο απ’ ευθείας από τον Ήλιον, τον ίδιον δηλαδή θεόν του Φωτός Απόλλωνα…»[8].
Η ιδέα του μεταφέρθηκε και η υιοθετήθηκε από τους Γερμανούς διοργανωτές που έσπευσαν να ενημερώσουν και γραπτά για την αποδοχή της. Μάλιστα το 1937 τίμησαν τον Αλ. Φιλαδελφέα για την πρότασή με παράσημο και δίπλωμα που έφερε την υπογραφή του Χίτλερ. Απογοητευμένος όμως ο Αλ. Φιλαδελφεύς από τις εξελίξεις που ακολούθησαν έγραψε ένα μνημειώδες κείμενο. Σ’ αυτό τόνιζε ότι ο Χίτλερ μετέτρεψε το ιερό σύμβολο σε εμπρηστικό δαυλό σπέρνοντας τον θάνατο, πυρπολώντας, ερημώνοντας, κατακρεουργώντας και μεταβάλλοντας τη γη σε απέραντο ερειπιώνα. Ο Έλληνας αρχαιολόγος χαρακτήρισε τον Χίτλερ ως νεκροθάφτη του Βερολίνου και προέβλεψε πως θα τιμωρηθεί για τα εγκλήματά του[9].