Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Γεννήθηκε το 1894 στη Λευκάδα και σε ηλικία 13 ετών ξεκίνησε για την Αμερική. Κατόρθωσε να γίνει φίλος του Προέδρου των ΗΠΑ Χάρυ Τρούμαν, μπαινόβγαινε στον Λευκό Οίκο με άνεση, ανέπτυξε επιχειρηματικές δραστηριότητες και κυκλοφορούσε παρέα με στρατηγούς, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες. Καταδικάστηκε την εποχή της ποτοαπαγόρευσης, βρέθηκε μπλεγμένος με λαθρεμπόριο αρωμάτων, ανακατεύτηκε με μυστικές υπηρεσίες, πολιτογραφήθηκε Αμερικανός και πρωταγωνίστησε σε υπόθεση διαφθοράς που έφερε τα πάνω κάτω στον Λευκό Οίκο! Αυτός ήταν ο Τζόν Μάραγκον εκ του ελληνικότατου Ιωάννης Μαραγκός.
Ταξίδεψε στις ΗΠΑ για να συναντήσει τον αδελφό του Έκτορα στο Κάνσας. Για να επιβιώσει πωλούσε νερά στα τρένα, δούλευε ως κλητήρας, υπάλληλος κρεοπωλείου αλλά και ως υποδηματοκαθαριστής. Είχε, μάλιστα, ως πελάτη έναν έμπορο υποκαμίσων που δεν ήταν άλλος από τον Χάρυ Τρούμαν. Ο τελευταίος εξελίχθηκε σε έναν επιτυχημένο επιχειρηματία και ενεπλάκη με την πολιτική. Όσο για τον πρωταγωνιστή μας, τον Τζόν Μάραγκον, του άρεσε να συναγελάζεται με πολιτικούς και ανθρώπους του δημόσιου βίου.
Για πρώτη φορά άνοιξε παρτίδες με τα δικαστήρια το 1920, όταν συνελήφθη να μεταφέρει στις βαλίτσες του μπουκάλες με τζίν και ουίσκι. Πλήρωσε ένα πρόστιμο και η υπόθεση αυτή ξεχάστηκε. Μέχρι που έγινε 33ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ο Χ. Τρούμαν, τον Απρίλιο του 1945. Οι δημοσιογράφοι που επισκέπτονταν τον Λευκό Οίκο, συναντούσαν στους προεδρικούς προθαλάμους έναν τύπο να κινείται με απεριόριστη ελευθερία και να μπαινοβγαίνει ακόμη και στα ιδιαίτερα διαμερίσματα του Προέδρου. Παρέμενε μυστηριώδης και δήλωσε με μετριοφροσύνη, ότι ήταν πολύ χρήσιμος στον νέο Πρόεδρο.
Κινούμενος στο περιβάλλον του Προέδρου, ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με έναν από τους πιο στενούς ανθρώπους του, τον ανώτερο αξιωματικό και σύμβουλό του σε στρατιωτικά ζητήματα Χάρυ Βόγκαν. Όλα φαίνονταν να κινούνται ομαλά, ώσπου ο Ι. Μαραγκός μεγαλοπιάστηκε. Εν όψει των εθνικών εκλογών, που θα διεξάγονταν στην Ελλάδα, τον Μάρτιο 1946, καταφερτζής όπως ήταν, τρύπωσε ως μέλος της Αποστολής Αμερικανών Παρατηρητών. Ήλθε λοιπόν πίσω στην πατρίδα και από τη χαρά του… δεν μπορούσε να κρυφτεί, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας. Επισκέφθηκε τη μητέρα του και γυρνώντας εδώ κι εκεί έδειχνε μία φωτογραφία του με τον Αμερικανό Πρόεδρο και φλυαρούσε ασταμάτητα.
Το ζήτημα δεν πέρασε απαρατήρητο από τα άγρυπνα βλέμματα της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα και οι τηλέγραφοι άναψαν. Όπως αποκάλυψε αργότερα ο πρέσβης στην Ελλάδα Χένρι Γκρέϊντι, με εντολή της Ουάσιγκτον, ο Μαραγκός καταργήθηκε αμέσως από μέλος της Αποστολής και επέστρεψε στις ΗΠΑ. Τρία χρόνια αργότερα ο γνωστός για τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ του Αμερικανός δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός σχολιαστής Ντριού Πίρσον, θα τον φέρει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Αποκάλυψε ότι η επιρροή του «παραδόξου τούτου υποκειμένου» στον Λευκό Οίκο ήταν σημαντική και πως διατηρούσε στενή σχέση και με τον Πατριάρχη Αθηναγόρα.
Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι πρωταγωνιστούσε στο σκάνδαλο που έμεινε στην ιστορία με τον τίτλο «μεσάζοντες 5%». Ο Μάραγκον μεσολαβούσε σε δουλειές ιδιωτών με κρατικές υπηρεσίες, υπό την προστασία του Χ. Βόγκαν. Στο ζήτημα ενεπλάκη και η σύζυγος του Τρούμαν, Μπες Ουάλας, διότι είχε δεχτεί δωράκια, κυρίως ηλεκτρικές συσκευές. Όταν το ζήτημα έφτασε σε επιτροπή του Κογκρέσου, ο Χ. Βόγκαν ήταν αφοπλιστικός όταν ρωτήθηκε γιατί μετά από όσα γνώριζε, άφηνε τον Μάραγκον να μπαινοβγαίνει στον Λευκό Οίκο: «Είναι δύσκολο να τα βγάλεις πέρα με τον Μάραγκον. Πως τα κάνει, πως τα φέρνει και… πάντα βγαίνει λάδι! Μπορεί να σε τρελάνει αυτός ο άνθρωπος. Αλλά πάντως κακός δεν είναι…». Εντέλει, ο Χ. Βόγκαν παρέμεινε στην υπηρεσία του Λευκού Οίκου έως τέλους της θητείας Τρούμαν, ενώ ο Μάραγκον καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στη φυλακή.