Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
«Απεβίωσεν εν Αθήναις επί ψάθης και ετάφη διά δημοσίων εξόδων ο συνταγματάρχης Κώστας Λαγουμτσής (υπονομοποιός), ένας εκ των ωφελιμωτέρων αγωνιστών υπέρ της ανεξαρτησίας της πατρίδος». Με αυτά τα λόγια προέπεμψε στην τελευταία του κατοικία τον συναγωνιστή του στα χρόνια της Επαναστάσεως ο εκδότης εφημερίδας και ιστορικός συγγραφέας Ιωάννης Φιλήμων.
Μόνος του ο Λαγουμιτζής, όπως εντέλει πολιτογραφήθηκε, έκανε όσα θα έπρεπε να κάνουν χίλιοι ή ακόμη και δύο χιλιάδες στρατιώτες.
Έσωσε τον Ιερό Βράχο, την Ακρόπολη των Αθηνών, όταν διέτρεχε τον έσχατο κίνδυνο από τον Κιουταχή που ήθελε να την καταστρέψει. Τα κατορθώματά του έχει περιγράψει θαυμάσια ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. Τον αποκαλεί γενναίο και τίμιο πατριώτη που με την τέχνη και τουφέκι του «ως λιοντάρι πολέμαγε διά την πατρίδα»[1].
Ασήμω Λαγουμιτζή
Ωστόσο, ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή και την οικογένειά του, όπως εξάλλου συμβαίνει για πολλούς από τους αγωνιστές της μεγάλης Εθνεγερσίας. Παίρνουμε αφορμή από μία αναφορά του Ι. Φιλήμονα, ο οποίος αποχαιρετώντας τον συμπολεμιστή του στον δρόμο για την τελευταία του κατοικία έγραφε ότι «εάν οι άνθρωποι σ’ ελησμόνησαν αποθανόντα επί της ψάθης, το όνομά σου όμως μένει αθάνατον, εν όσω υπάρχουσι Μεσολόγγιον και Αθήναι». Δηλαδή εξεμέτρησε το ζην, ο καταγόμενος από το Χόρμοβο της Ηπείρου αγωνιστής, φέροντας τον βαθμό του συνταγματάρχη και πάμπτωχος. Φεύγοντας από τη ζωή άφησε πίσω την γυναίκα του, την Ασήμω, την οποία υπεραγαπούσε. Περί αυτής σιωπούν οι πηγές.
Η εν λόγω Ασήμω, ήταν κόρη του Οθωμανού Μουγεντίμ ή Μπουγατίμ Εφένδη του Μουχτή Ζαδέ Αθηναίου και της Μωλά Κατίν από τη Θήβα. Η Ασήμω βαφτίστηκε χριστιανή το 1828, με άδεια του κυβερνήτη Καποδίστρια.
Τη βάφτισε στην Σαλαμίνα ο Επίσκοπος Μενδενίτσης Γρηγόριος, με ανάδοχο τη σύζυγο του Στάθη Κατσικογιάννη, που ήταν ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου και συμμαχητής του Λαγουμιτζή στην Ακρόπολη. Μετά την βάφτιση ακολούθησε ο γάμος τους. Η Ασήμω δεν ήταν μια τυχαία κοπέλα. Τόσο οι γονείς της όσο και η ίδια επέλεξαν να παραμείνουν στην Αθήνα.
Και όχι μόνο παρέμειναν στον τόπο, αλλά φρόντισαν παντοιοτρόπως να ενισχύσουν τους αγώνες των Αθηναίων για την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Είχαν ρίζες στην Αθήνα όπου και κατείχαν αξιοσημείωτη περιουσία.
Οικόπεδα και καλλιέργειες
Τα επίσημα έγγραφά της οικογένειας αυτής μας δίνουν τη δυνατότητα να κατανοήσουμε και τους μηχανισμούς απόκτησης και εκμετάλλευσης γης στα ύστερα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ταυτοχρόνως, τα έγγραφα που κατέθεσε η Ασήμω, ως νεοφώτιστη χριστιανή, μας επιτρέπουν να ταυτίσουμε τοπωνύμια και περιοχές των Αθηνών. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να καταγράψουμε και να δημοσιεύουμε για πρώτη φορά την περιουσία που ανήκε στην Οθωμανική αυτή οικογένεια της Ασήμως, που παντρεύτηκε τον Κώστα Λαγουμιτζή. Διέθετε οικόπεδα μέσα στην πόλη, τριάντα ζευγάρια καλλιεργήσιμης γης στην Αττική, περιβόλια, αμπέλια και γρασιδότοπους.
Συγκεκριμένα είχε στην κατοχή της οκτώ οικόπεδα εντός της πόλης των Αθηνών. Τα οικόπεδα αυτά ήταν στις θέσεις Κολώνες, δηλαδή στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, στο Μονοκαλούφτι, που ήταν ένας από τους μαχαλάδες στη μέση της τότε πόλης προς το Γενί-τζαμί, στην ευρύτερη περιοχή των σημερινών οδών Βουλής-Νικοδήμου-Θουκυδίδου-Απόλλωνος στην Πλάκα.
Η οικογένεια της Ασήμως εκμεταλλευόταν το οικόπεδο αυτό από το οποίο προσποριζόταν έσοδα, όπως συνέβαινε και με το σύνολο σχεδόν της περιουσίας που είχε εντός και εκτός της πόλης. Επίσης οικόπεδο διέθετε και στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά. Είχε και πολλά ζευγάρια καλλιεργήσιμης γης. Ένα έξω από την πόλη με το αλώνι του, δύο στους Τράχωνες, πέντε στην περιοχή Καρελά με εκατό ελαιόδενδρα, από δύο στον Κρουσαλά, στους Εννέα Πύργους και στο Μαρκόπουλο και από ένα ζευγάρι στα Σπάτα και στην Κόκλα των Μεσογείων.
Περιβόλια και αμπέλια
Επίσης καλλιεργήσιμα ζευγάρια είχε στο Χαρβάτι, στο Τράφι (Ντράφι), στη Σταμάτα και στα Μαχούσια. Περιβόλια και αμπέλια είχε στα Σωπόλια (Σεπόλια), στην Κηφισιά, στο Μουσχάτο (Μοσχάτο), στην Αγία Αννα του Ελαιώνα, στους Στριμόνους του Πειραιά και στο Χαλάνδρι. Κατείχε ακόμη το ένα τέταρτο ενός νερόμυλου στα Μαχούσια, γρασιδότοπους πέντε στρεμμάτων στην Καμαρόπορτα (Πύλη Αδριανού) και στη Στακτοθήκη (Κεραμεικό), ελαιόδενδρα στη θέση Ντάβρι (Ταύρος) και ελαιόδενδρα «εις Βούρθουλον» (Βούθουλα) και άλλες περιοχές.
Περιουσία όμως είχε η Ασήμω και από την μητέρα της, την Θηβαία Μωλά Κατίν. Ένα εργαστήριο μέσα στην Αγορά της πόλης, δεκαπέντε στρέμματα με το νερό τους στους Αγίους Θεοδώρους, πολλά ζευγάρια καλλιεργήσιμης γης στη θέση Λιτουφί (χωριό Λουτουφί) των Θηβών και μεγάλη έκταση βοσκήσιμης γης στη θέση «Ιβραήμ Τσελεπή» της Λειβαδιάς. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται σε αίτηση που κατέθεσε στο ελληνικό κράτος επιδιώκοντας να αποζημιωθεί, όπως συνέβη με όλους τους νεοφώτιστους, τους Οθωμανούς και τις Οθωμανίδες που βαπτίστηκαν χριστιανοί και παρέμειναν στην Ελλάδα.
Η μάχη για τη χαμένη περιουσία
Τι απέγινε όμως όλη αυτή η περιουσία και πως βρέθηκε το ζεύγος Λαγουμιτζή να ζει σε κατάσταση ανέχειας στα στερνά της ζωής του.
Τα στοιχεία που έχουν εντοπιστεί μέχρι τώρα, μας αποκαλύπτουν ότι ο Κ. Λαγουμιτζής με την γυναίκα του βρέθηκαν στην Πάτρα, όπου εκείνος υπηρετούσε στον στρατό, την περίοδο που οι νεοφώτιστοι δήλωναν προς αναγνώριση τις περιουσίες τους (1833)[2].
Εξάλλου, ο Κ. Λαγουμιτζής είχε δηλωθεί και ως δημότης Πατρών, όπως αργότερα είχε δηλωθεί δημότης Πάρνωνος Κυνουρίας. Στη σύγχυση, λοιπόν, που επικρατούσε με τις αγοραπωλησίες γης, Οθωμανοί συγγενείς της πώλησαν την περιουσία της στην Αθήνα και έφυγαν από την Ελλάδα. Εκείνη συνέχισε, χωρίς αποτέλεσμα, να διεκδικεί για πολλά χρόνια την περιουσία από τη μητέρα της, ακόμη και όταν έφυγε από τη ζωή ο σύζυγός της, τον Ιούνιο 1851.