Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ήταν Ιούλιος 1902 όταν δια τυμπανοκρουσίας καλούνταν όλοι οι κάτοικοι της Γαργαρέττας, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, να συγκεντρωθούν στο δημοτικό σχολείο της γειτονιάς. Τι συνέβαινε άραγε; Τι ήθελε να τους ανακοινώσει ο δάσκαλος κυρ Βασίλης Παλιούρας, ένας από του παραδοσιακούς κατοίκους της περιοχής που έμενε στην οδό Βεΐκου; Κυράδες άφησαν τις αυλές τους και κρατώντας παιδιά κι εγγόνια άρχισαν να κατευθύνονται προς το σχολείο, ράθυμοι και βαριεστημένοι σηκώθηκαν και οι άνδρες από τα καφενεία της γειτονιάς.
Ο πανταχού παρών αστυνόμος τους υποδεχόταν αμίλητος στην πόρτα. Ανεβασμένος πάνω σε μία από τις έδρες του σχολείου ο Β. Παλιούρας ανακοίνωνε το μεγάλο μαντάτο, το οποίο εκατοντάδες κάτοικοι που συγκεντρώθηκαν υποδέχθηκαν με ζητωκραυγές. Η κυρία Ερασμία, χήρα του Χριστόδουλου Δουζίνα και κόρη του Ιωάννη Μακρυγιάννη, είχε αποφασίσει, με δικές της δαπάνες, να ανεγείρει σε κεντρική θέση της γειτονιάς την πολυπόθητη εκκλησία![1]
Εις μνήμην Μακρυγιάννη
Στη συγκέντρωση εκείνη πάρθηκε και μια σοβαρή απόφαση. Δια βοής ανακηρύχθηκε μεγάλη ευεργέτιδα της συνοικίας η κόρη του Μακρυγιάννη. Την επόμενη Κυριακή, μετά την εκκλησία, εκατοντάδες κάτοικοι, έχοντας επικεφαλής την επιτροπή ανέγερσης του ναού, στην οποία πρωτοστατούσε ο δάσκαλος Β. Παλιούρας, ο κτηματίας Θωμάς Σημαντηράκης και ο εργολάβος δημοτικών έργων Ιωάννης Καίσαρης, «μετέβησαν εν σώματι» στο σπίτι της και της παρέδωσαν και το ψήφισμα της γειτονιάς «εις επίρρωσιν των αισθημάτων της ευγωνομονούσης περιοχής»[2]. Έτσι άρχιζε η ιστορία της περιπετειώδους ανέγερσης ενός ακόμη ναού στην ελληνική πρωτεύουσα, του ναού του Αγίου Ιωάννη Γαργαρέττας.
Με πρωταγωνίστρια την κόρη του Γιάννη Μακρυγιάννη, η οποία στη μνήμη του πατέρα της, δώρισε το οικόπεδο και με συμβόλαιο διέθεσε εκατό μέχρι εκατόν πενήντα χιλιάδες δραχμές για τις ανάγκες της ανέγερσης. Η Ερασμία Μακρυγιάννη είχε παντρευτεί τον βουλευτή Τροιζηνίας και γόνο επίσης σπουδαίας οικογένειας της εθνεγερσίας του ’21 Χριστόδουλο Δουζίνα († 1899). Όταν έκανε τη δωρεά ήταν χήρα και ζούσε παρέα με τις αναμνήσεις της, στο αρχοντικό της στην οδό Λέκκα. Επίσης από πολλών ετών είχε εμπλακεί σε δικαστικές διαμάχες με τα αδέλφια της για την τεράστια κτηματική περιουσία που κατέλιπε ο πατέρας τους.
Αντιδράσεις
Το 1905 ήδη το οικόπεδο περιτοιχίστηκε και έγινε η θεμελίωση του ναού, ο οποίος εξαρχής αντιμετώπιζε προβλήματα στενότητας χώρου. Το μεν ιερό του ήταν και παραμένει στο πλάι του δρόμου (οδός Πετμεζά), ενώ η πρόσοψή του ήταν σφιχτά αγκαλιασμένη με τα γειτονικά σπίτια. Εμφανίσθηκαν όμως και οι συνήθεις αντιδράσεις από τον γειτονικό ναό του Αγίου Παντελεήμονος. Οι καλοί χριστιανοί που τον υπηρετούσαν ως επίτροποι ήθελαν να διασφαλίσουν τα συμφέροντά του.
Αντέδρασαν λοιπόν, όπως συνέβαινε σε όλες τις περιπτώσεις ανέγερσης ναών κοντά σε άλλους, γεγονός που σήμαινε τη μελλοντική δημιουργία νέας ενορίας και την απώλεια εσόδων. Φαίνεται πως στην αρχή, λόγω του σφιχταγκαλιάσματος του χώρου με τα γειτονικά ακίνητα δεν μπορούσε να εκδοθεί άδεια και ο ναός χτιζόταν σχεδόν παράνομα! Αυτό τουλάχιστον κατήγγελλαν δημοσίως οι επίτροποι του Αγίου Παντελεήμονα, τονίζοντας πως το μέρος ήταν «ακατάλληλον και πολύ στενώτατον»[3].
Πελεκητή πέτρα
Όταν έφυγε από τη ζωή η Ερασμία Μακρυγιάννη Δουζίνα, η περιουσία της έγινε αντικείμενο σφοδρών δικαστικών αγώνων. Το 1928 ο βοηθός Επίσκοπος Βρεσθένης Άνθιμος εγκαινίαζε τον Άγιο Ιωάννη Γαργαρέττας, αλλά ο ναός παρουσίαζε μια ιδιαιτερότητα. Η μπροστινή όψη της εκκλησίας ήταν προσκολλημένη σε μία κατοικία και οι πιστοί έμπαιναν από μια πλαϊνή πόρτα!
Εν τέλει ο ναός αποπερατώθηκε το 1952[4], ενώ με εισφορές των πιστών αγοράστηκε και κατεδαφίστηκε η μονοκατοικία που έκλεινε την είσοδο της εκκλησίας. Τη δεκαετία 1980 ανακατασκευάστηκε η εξωτερική τοιχοποιία της και ο Άγιος Ιωάννης Γαργαρέττας ντυμένος με πελεκητή πέτρα παρουσιάζει τη λαμπρή του όψη για να φέρνει στον νου των περαστικών τον στρατηγό Μακρυγιάννη, στη μνήμη του οποίου ιδρύθηκε.