Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ο ακάματος Αθηναίος Φιλικός και Αγωνιστής Γεωργαντάς (:Γεώργιος) Σκουζές. Ήταν γιος του Δημητρίου Ν. Σκουζέ και της Σαμαλτάνας Παναγιωτάκη και αδελφός του περίφημου Παναγή Σκουζέ, του συγγραφέα του «Χρονικού των Αθηνών».
Γεννημένος το 1776, υπήρξε από τα προοδευτικά στοιχεία της εποχής. Αναγκάστηκε να μπαρκάρει αφού λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν δεν μπορούσε κάποιος να ακμάσει οικονομικά στην Αθήνα. Θαλασσοδάρθηκε για να επιστρέψει στην γενέτειρά του και να ασχοληθεί με το εμπόριο και τα κτήματα. Περιήλθε σε καλή οικονομική κατάσταση, συμμετείχε στα κοινά και έγινε χατζής περίπου το 1815, οπότε υπογραφόταν Χατζή (Χ’’) Γεωργαντάς Σκουζές.
Έφορος της πατρίδος
Οι εργασίες με τις οποίες ασχολήθηκε οικονομικά ο Γεωργαντάς Σκουζές καταγράφονται από τους βιογράφους του και ως πρώιμες τραπεζιτικές. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι επρόκειτο για έναν δημιουργικό άνθρωπο. Εξάλλου στο αρχείο της οικογένειας, το οποίο περιήλθε στο νέο Μουσείο, σώζονται έγγραφα που αποκαλύπτουν τα δάνεια και τις δοσοληψίες του από το 1816 και εντεύθεν. Επίσης σώζεται έγγραφο που αποκαλύπτει πως την 1 Ιανουαρίου 1818 διορίσθηκε από το «ισνάφι» του, δηλαδή την επαγγελματική τάξη των σχοινάδων, ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπός τους στην δημογεροντία των Αθηνών. Ο Χ’’ Γεωργαντάς Σκουζές ήταν μεταξύ των πρώτων που μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία.
Στο αρχείο του σώζεται έγγραφο του 1821, το οποίο προσυπογράφεται από τον τότε Μητροπολίτη Αθηνών Διονύσιο Β´, ανεψιό του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου Ε´ και τον πληρεξούσιο Λιβέριο Λιβερόπουλο. Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, οι Αθηναίοι έκαναν συνέλευση έχοντας κοντά τον Μητροπολίτη τους και αρχηγό τον Λιβέριο Λιβερόπουλο, τον Ιερολοχίτη που είχε διορίσει διοικητή Αθηνών ο Υψηλάντης. Αποφάσισαν λοιπόν ομόφωνα να ορίσουν «εφόρους της πατρίδος» τους Χ’’ Παναγή Ζαχαρίτσα, Σπ. Πατούσαν, Γ. Ψύλλαν, Χ’’ Γεωργαντά Σκουζέ και Χ’’ Σπ. Τζικάκη. Θεωρώντας τους άνδρες φιλογενείς και φιλοπάτριδες τους εξουσιοδότησαν να «διευθύνωσι τα της πατρίδος πράγματα, του ν’ αποφασίζωσιν όσα κρίνουσιν εύλογα δια την ευνομίαν και κυβέρνησιν της πατρίδος».
Επιστάτης πολεμοφοδίων
Ο ιστορικός συγγραφέας και αγωνιστής Διονύσιος Σουρμελής στο περίφημο έργο του «Ιστορία των Αθηνών κατά τον υπέρ ελευθερίας Αγώνα» επισημαίνει ότι οι Αθηναίοι επειδή γνώριζαν ότι η άλωση του Κάστρου, δηλαδή της Ακρόπολης, ήταν δύσκολη υπόθεση δεν ήθελαν να περιμένουν την παράδοση των Τούρκων μέσω στενής πολιορκίας. Η αργοπορία και η βραδύτητα μπορούσαν να φέρουν απευκταία και ολέθρια αποτελέσματα. Πρώτα υποτάχθηκαν στους οπλαρχηγούς που ηγήθηκαν στην πρώτη πολιορκία και στους οποίους προστέθηκαν οι Μήτρος Λέκκας, Νικόλαος Αργύρης και Αλύπιος Καλογεράς, των οποίων αρχηγός ορίσθηκε ο Παναγής Κτενάς. Στην συνέχεια για να διευκολύνονται στις επιχειρήσεις τους και να έχουν πρόχειρα όσα χρειάζονταν, κατέστησαν τοπική αρχή αποτελούμενη από τέσσερις άνδρες. Ο καθένας εξ αυτών αναλάμβανε ιδιαίτερη υπηρεσία.
Ο Γαβριήλ Αναστασίου ανέλαβε τα καθήκοντα ποριστή των προσόδων, οι Σπ. Πατούσας και Προκόπιος Βενιζέλος ανέλαβαν τις πολιτικές υποθέσεις, ο Γεωργαντάς Σκουζές ονομάστηκε επιστάτης των πολεμοφοδίων και την τροφοδοσία ανέλαβε ο Σπ. Γκικάκης. Κοντά τους τοποθετήθηκαν δώδεκα σύμβουλοι. Εν τω μεταξύ στα τέλη Ιανουαρίου 1822 έφθασαν στην Αθήνα τα μέλη του Αρείου Πάγου, η πρώτη πολιτική εξουσία που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με εντολή της κεντρικής διοίκησης και έγινε «εκλογή των εφόρων παρά του δήμου, κατά διάταξιν του Αρείου Πάγου».
Παράδοση Ακροπόλεως
Το πρακτικό της εκλογής δημοσιεύθηκε από τον Διονύσιο Σουρμελή και ανέφερε πως με κοινή γνώμη της πόλης των Αθηνών και των πέριξ χωριών δώδεκα άνδρες θα αναλάμβαναν «υπουργήματα πολιτικά και δικανικά». Ο Επίσκοπος Αθηνών Διονύσιος αναλάμβανε έφορος της Θρησκείας, ο ηγούμενος Βρανά Γαβριήλ (Αναστασίου) έφορος της Οικονομίας, ο Σπ. Πατούσας για τα πολιτικά ζητήματα, ο Χ’’ Σπύρος Γκικάκης το Ταμείο, ο Ιω. Βλάχος έφορος των Πολεμικών, ο Διονύσιος Πετράκης της Αστυνομίας, ο Χ’’ Παναγής Ζαχαρίτσας του Δικαίου και Δημόσιος Γραμματεύς ο Ιωάννης Σκουζές. «Έφοροι του Δικανικού» ορίσθηκαν οι Θωμάς Λογ. Χωματιανός, Νεόφυτος Πεντέλης (ηγούμενος), Χ’’ Γεωργαντάς Σκουζές και Άγγελος Γέροντας. Οι προαναφερθέντες εκλέχθηκαν τον Ιανουάριο 1822 και η θητεία τους διαρκούσε έναν χρόνο.
Ωστόσο η υπογραφή του Γεωργαντά Σκουζέ έχει τεθεί και σε ένα από τα πιο ιστορικά έγγραφα των Αθηνών που είναι αυτό της παράδοσης της Ακροπόλεως από τους Τούρκους (9 Ιουνίου 1822). Στην Συνθήκη που υπογράφηκε προβλεπόταν η παράδοση της Ακρόπολης εκ μέρους των Τούρκων που έπρεπε να παραδώσουν και τα όπλα τους. Οι Έλληνες αναλάμβαναν να διαφυλάξουν την ζωή και την τιμή τους και να παραδώσουν τα πράγματά τους. Επίσης οι Έλληνες αναλάμβαναν να πληρώσουν τα ναύλα σε όσες τουρκικές οικογένειες επιθυμούσαν να φύγουν για την πατρίδα τους, καθώς και ελεύθερη διαβίωση για εκείνους που επιθυμούσαν να παραμείνουν στην Αθήνα. Το έγγραφο εκ μέρους της «Υπερτάτης διοικήσεως» υπέγραφαν οι Αλέξανδρος Αξιώτης (αρεοπαγίτης), Ανδρέας Καλαμογδάρτης (γερουσιαστής), ο Χ’’ Γεωργαντάς Σκουζές και άλλοι έφοροι των Αθηνών, καθώς και ο αρχιγραμματεύς Ιωάννης Σκουζές.
Προσφορές
Ένα ακόμη έγγραφο που αφορά στον Χ’’ Γεωργαντά Σκουζέ σώζεται στο αρχείο και θα εκτεθεί στο νέο Μουσείο. Μας αποκαλύπτει τον τρόπο λειτουργίας αρχών και αγωνιστών και τους μηχανισμούς που δημιουργήθηκαν για να καλυφθούν οι ανάγκες τις πρώτες δύσκολες ημέρες του Αγώνα στην Αθήνα. Φέρει ημερομηνία 10 Ιουνίου 1821 και είναι υπογεγραμμένο από τον Γραμματέα της Κοινότητος Παναγή Πούλο.
Με το έγγραφο αυτό η Κοινότητα των Αθηνών προκειμένου να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες της πατρίδος, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, έθετε στην διάθεσή της υποστατικά που ανήκαν στους Χ’’ Ζαχαρίτσαν, Χ’’ Σπύρον Γκικάκην και Χ’’ Γεωργαντά Σκουζέ. Τα είχαν αγοράσει με αποδείξεις από την τουρκική διοίκηση πριν από την επανάσταση καταβάλλοντας 18.000 γρόσια και 1.600 γρόσια για καλλιέργεια και σπόρους. Το κόστος λοιπόν αυτό των 19.600 γροσίων αναλάμβανε η Κοινότητα να πληρώσει, όταν φυσικά θα είχε την δυνατότητα, στους ιδιοκτήτες.
Δολοφονία και γάμος Μακρυγιάννη
Όλες οι πηγές συμφωνούν πως ο Χ’’ Γεωργαντάς Σκουζές από τότε που ξέσπασε η Επανάστασις υπήρξε αρωγός σε κάθε ανάγκη. Αλλά το νήμα της ζωής του λαμπρού αυτού Αθηναίου κόπηκε σύντομα και άδικα. Όπως μας ενημερώνει ο Διονύσιος Σουρμελής λίγο μετά την παράδοση της Ακροπόλεως, τον Ιούλιο 1822, ο Γεωργαντάς Σκουζές δολοφονήθηκε. Η Αθήνα φαινόταν ότι δεν διέτρεχε κίνδυνο πλέον και η διχόνοια απλώθηκε μεταξύ των αγωνιστών. Ο Δ. Σουρμελής αφηγείται πως υπεύθυνος για την δολοφονία του Επιστάτη των Προσόδων Χ’’ Γεωργαντά Σκουζέ ήταν ο Φρούραρχος Παναγής Κτενάς.
Σύμφωνα με την αφήγησή του, ο Π. Κτενάς επέτρεψε σε κάποιους κακούργους να δολοφονήσουν τον Γ. Σκουζέ και φυλάκισε ακόμη πέντε έξι πρόκριτους κτηματίες με σκοπό να τους αφαιρέσει τα χρήματα και να τα διαθέσει για μισθό στρατιωτών. Προσθέτει δε ότι ήταν αποφασισμένος να δολοφονήσει και τους άνδρες που είχε φυλακίσει αν δεν έσπευσαν να προσφέρουν τα χρήματά τους. «Τοιαύτα είναι της διχονοίας τα αποτελέσματα», καταλήγει ο Δ. Σουρμελής. Όταν δολοφονήθηκε ο Γεωργαντάς Σκουζές ήταν 46 ετών. Ήταν έγγαμος και η κόρη του Αικατερίνη παντρεύτηκε, στις 27 Δεκεμβρίου 1825, τον Ιωάννη Μακρυγιάννη με τον οποίο η οικογένεια διατηρούσε στενούς δεσμούς.