Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Συνέβη κι αυτό στην Αθήνα των αρχών του 20ου αιώνα. Οι αμαξηλάτες της πρωτεύουσας και του Πειραιώς συνέστησαν τραστ για τις κηδείες! Μέχρι τότε όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα ή είχαν αποκτήσει κάποια κληρονομιά και εν πάση περιπτώσει άφηναν πίσω τους περιουσία, οπωσδήποτε απολάμβαναν της τιμής να έχουν πομπωδέστερη τελετή αλλά και μεταφορά στην τελευταία τους κατοικία. Την εργασία αναλάμβαναν οι φερετροποιοί των Αθηνών ή του Πειραιώς, εκείνοι βεβαίως που διέθεταν νεκροφόρες πρώτης κατηγορίας. Οι άλλες, της δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, ήταν βεβαίως για τους οικονομικά ασθενέστερους.[1]
Εννοείται πως από τότε το επάγγελμα του εργολάβου κηδειών ήταν ιδιαίτερα αποδοτικό. Μια αξιοπρεπής τελετή ωστόσο είχε πολλές ακόμη απαιτήσεις. Όπως οι άμαξες που αποτελούσαν το πομπωδέστερο μέρος της νεκρικής πομπής και στις οποίες επέβαιναν τεθλιμμένοι και μη συγγενείς και φίλοι. Οπότε προέκυπτε συνεργασία των εργολάβων κηδειών με τους αμαξηλάτες, οι οποίοι συμμετείχαν στην πομπή. Φορώντας καθαρά ρούχα και παίρνοντας το ανάλογο θλιβερό ύφος αναλάμβαναν τα υψηλά καθήκοντά τους και εκπλήρωναν με θαυμάσιο τρόπο τις υποχρεώσεις τους επιδεικνύοντας πρωτοφανή για τον χαρακτήρα τους υπομονή αλλά και ευγένεια.
Υπήρξε μάλιστα και σχετική διατίμηση εκ μέρους της διευθύνσεως της Αστυνομίας προκειμένου να αντιμετωπιστούν κρούσματα αισχροκέρδειας που είχαν παρατηρηθεί. Αναλόγως της αμάξης η διατίμηση ποίκιλε από 5 έως 8 δραχμές, αναλόγως την κατάσταση της άμαξας! Αυτή ήταν κατάσταση που επικρατούσε μέχρι τα τέλη περίπου του 1905, όταν ένας αμαξάς εξέφραζε τους προβληματισμούς του στους συναδέλφους του. — Εμείς έχουμε τις άμαξες, άρα μας έχουν ανάγκη οι φερετροποιοί. Γιατί δεν παίρνουμε κι εμείς δύο τρεις νεκροφόρες και η Αδελφότητά μας, το Σωματείο μας, να αναλαμβάνει εργολαβικά τις κηδείες.
Η ιδέα του έπιασε τόπο και έφτασε γρήγορα προς συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο της πανίσχυρης Αδελφότητας Αμαξηλατών Αθηνών και Πειραιώς. Σε νυκτερινή συνεδρίαση ελήφθη η απόφαση και ορκίσθηκαν οι παρευρισκόμενοι να την τηρήσουν. Υποσχέθηκαν να παράσχουν ολόψυχα τη συνδρομή τους στην Αδελφότητα ώστε να αναλαμβάνει εργολαβικά τις κηδείες. Απώτερος στόχος τους να αποξενώσουν τους φερετροποιούς από το μέρος της τελετής που αφορούσε την μεταφορά και να τους περιορίσουν στην ειδική εργασία τους που ήταν η κατασκευή φέρετρων! Το σχέδιο μπήκε αμέσως σε εφαρμογή και με μεγάλη επιτυχία.
Σχεδόν όλες οι κηδείες αναλαμβάνονταν από την Αδελφότητα των Αμαξηλατών κάνοντας τους φερετροποιούς κυριολεκτικώς να… αφρίζουν. Θίχτηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα και περιήλθαν σε αχρηστία οι νεκροφόρες τους. Ετοιμάσθηκαν για κινητοποιήσεις ξεκινώντας από τον διευθυντή της Αστυνομίας απαιτώντας να διαλυθεί το τραστ των αμαξηλατών. Εξάλλου, υπήρχαν και 20 αμαξηλάτες που δεν έλαβαν μέρος με τους συναδέλφους τους και ήταν πρόθυμοι να ανταποκριθούν στις προσκλήσεις των φερετροποιών καλύπτοντας τις ανάγκες τους. Υπέστησαν ωστόσο τέτοιες πιέσεις από τους συναδέλφους τους ώστε σύντομα κανένας δεν δεχόταν να συνεργαστεί με τους φερετροποιούς.
Τι απέγινε τελικά; Σε λίγες ημέρες ένα ατυχές γεγονός υποχρέωσε τις δύο πλευρές να σταματήσουν τις συζ
ητήσεις και τις αντιπαραθέσεις. Στις 19 Δεκεμβρίου 1905 δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ένας από τους σημαντικούς φίλους και προστάτες της πανίσχυρης Αδελφότητος των Αμαξηλατών. Ο προσωπικός αμαξηλάτης του Δηλιγιάννη, ο Ιωάννης Τριανταφύλλου, ο οποίος ήταν και η «γέφυρα» επικοινωνίας μεταξύ του Αρκάδα πολιτικού με τους συναδέλφους του, αποσύρθηκε συγκλονισμένος από τη δολοφονία. Περνώντας ο καιρός, επικράτησαν ψυχραιμότερες απόψεις και επήλθε συμφωνία μεταξύ αμαξηλατών και φερετροποιών οι οποίοι τα «βρήκαν» προς το συμφέρον όλων!