Κατ’ εντολήν ποιητικήν, καλούνται κάθε πρώτην Μαΐου οι απανταχού ερασταί και οπωσδήποτε ερωτευμένοι να δρέψουν ένα άνθος, το οποίον δεν ευρίσκεται πουθενά κατά τον μήνα Μάϊον!… Ο αλησμόνητος ποιητής, κοσμαγάπητος και μέχρι σήμερον ακόμη, ύστερα από πενήντα εξ χρόνια, ευρίσκεται ήδη μαρμάρινος, εν προτομή, απέναντι ακριβώς στο φανταστικόν άντρον, που ευρίσκετο «εκεί που», παρά τον Ιλισόν, και το οποίον άντρον δεν ήτο ποτέ κατοικία «Νυμφών», αλλά μία μάνδρα με γρασίδι άφθονον, καμμιά εικοσαριά παπαρούνες και δύο δένδρα!… Ο Αχιλλεύς Παράσχος –διότι αυτός είναι ο δημιουργήσας άντρον, μονοπάτι, και εν γένει την ερωτικήν κατάλληλον τοποθεσίαν– παραπήρε τότε ποιητικήν άδειαν και ώθησε τους μετρημένους Αθηναίους ερωτευμένους της εποχής του, να διασχίσουν την χορταριασμένην εκείνην Παριλίσιαν μάνδραν, και να θαυμάσουν το μονοπάτι, όπου «εκείνη άλλοτε μόνη επεριπάτει». Και, έτσι, εξακολουθούμεν ακόμη, επί εξήντα έκτοτε χρόνια, χάριν δύο ομοιοκαταληξιών να ζητούμεν μονοπάτι, επειδή εκείνη επεριπάτει, και να δρέπωμεν ναρκίσσους εις ευώδεις από… παπαρούνες παραδείσους!
Τα ποιήματα είναι τυχερά ή μη, όπως και οι άνθρωποι. Η μυγδαλιά, ή μάλλον, κεράσια, του Δροσίνη μένει και θα μένη επί αιώνες, και η νότες του Τραπεζουντίου θα αντηχούν, όσο υπάρχουν κορίτσια, και τινάζουν ανθισμένα δένδρα. Κάθε Πρωτομαγιάν δε, θα δρέπωμεν ναρκίσσους, έστε και αν οι περισσότεροι αγνοούμε τι είδους άνθος ήταν αυτό· και πρέπει να είμεθα ευδαίμονες, έστω και αν ο έρως, συνεπάγεται κακοδαιμονίαν και όλες της συμφορές.
Υπήρξαν, κατά την εποχήν της ακμής του Ποιητού, κήποι πλουσιώτατα ανθισμένοι, όπου επήγαιναν για την Πρωτομαγιά τους όλοι οι ερωτευμένοι των Αθηνών. Τα Πατήσια, τα Σεπόλια, η Κολοκυνθού ήταν κατάμεστα από Απριλιάτικα τριαντάφυλλα· και οι κήποι του Αυγερινού, του Καλλιφρονά και άλλοι, παρουσίαζαν θαύματα κηπουρικής. Εγίνοντο ξακουστές Πρωτομαγιές εκεί· και όμως, ελησμονήθησαν και αι εξοχικαί διασκεδάσεις των, και οι έρωτες, που ανεπτύχθησαν υπό τας θολίας της περιπλοκάδος και τα ανθισμένα δένδρα των. Μία μάνδρα βαπτισθείσα εις Άντρον Νυμφών, απαθανατίσθη, διότι έτσι θέλησε ο ποιητής. Δια τούτο, όμως, κατεδικάσθη να στηθή εκεί απέναντι και την βλέοη όπως είναι και σήμερα, νομίζω πλυντήριον και με απλωμένα ασπρόρρουχα!…
Ευτυχώς οι σημερινοί ερασταί με το ταίρι των, δεν αναζητούν ούτε μονοπάτια, ούτε άντρα Νυμφών· ο δε σημερινός ποιητής, βαίνων επί μοτοσυκλέττας, θα πρέπει, δια να συναντήση, να κυνηγήση όλα τα τζήπ και της τζιπούδες, αι οποίαι παίζουν ρόλον Νυμφών, καθώς και τα Κράϊσλερ, Πακάρ και λοιπά δημόσια και μη αυτοκίνητα, που μεταβάλλονται ενίοτε εις Άντρα κυλινδούμενα νυμφών και σατύρων!…