Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Υπήρξε από τις πλέον τολμηρές εκφράσεις τέχνης των χρόνων του Μεσοπολέμου, αλλά ταυτοχρόνως πράξη που δεν στερείτο κοινωνικών και πολιτικών προεκτάσεων. Ωστόσο η προχειρογραφία και η έλλειψη σεβασμού στην αλήθεια και την ιστορική έρευνα, μας έχουν στερήσει και σε αυτή την περίπτωση την απόλαυση μιας πράγματι γοητευτικής ιστορίας. Πότε και υπό ποιες συνθήκες η φωτογράφος Nelly’s (Ελλη Σουγιουλτζόγλου – Σεραϊδάρη) απαθανάτισε γυμνή την καλλίγραμμη Γαλλίδα μπαλαρίνα Μόνα Πάεβα (Mona Paiva); Πως βρέθηκε η τελευταία στην Ελλάδα; Ποιοι και πως αντέδρασαν στην απόφασή της να φωτογραφηθεί γυμνή; Ποιος αρχαιολόγος τη συνόδευε; Που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά γυμνή φωτογραφία;
Γράφεται σε ελληνικούς και ξένους ιστότοπους και περιλαμβάνεται ατυχώς και στη βιβλιογραφία, πως η πρώτη φωτογράφιση από τη Nelly’s, έγινε το 1927 ή το 1928. Προστίθεται μάλιστα πως υπήρξαν και οι σχετικές αντιδράσεις από τον Τύπο το 1929! Η μακρά σειρά ανακριβειών συνοδεύεται και από ατέλειωτη σειρά θρύλων ή γεγονότων που δεν συνέβησαν. Όπως ότι φωτογραφίες δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά σε γαλλικό περιοδικό το 1929[1]. Στην πραγματικότητα η νεαρή πρώτη χορεύτρια της γαλλικής Opéra Comique ήλθε στην Ελλάδα το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1925 για να συμμετάσχει σε συναυλίες που έδωσε στην Αθήνα ο Έλληνας μουσικός και συνθέτης Θεόδωρος Σπάθης (1852-1941)[2].
Μαζί τους είχε έλθει ένα ακόμη αστέρι του γαλλικού θεάτρου, η διάσημη μέτζο σοπράνο Ζακλίν Ρουαγιέ (Jacqueline Royer). Η πρώτη παρουσία τους στο Εθνικό Θέατρο των Αθηνών απέσπασε θριαμβευτικές κριτικές. Ιδιαίτερα η Μόνα Πάεβα εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς με τη χάρη και την εκφραστικότητα που χόρεψε ένα βαλς του Σοπέν και τον Κύκνο από το Καρναβάλι των Ζώων του Καμίγ Σαιν Σανς[3]. Στην Αθήνα η διάσημη χορεύτρια γνωρίστηκε με την 26χρονη κοσμοπολίτισσα φωτογράφο Νέλλη Σουγιουλτζόγλου, η οποία εκείνη τη χρονιά άνοιγε το πρώτο φωτογραφείο της στην οδό Ερμού. Προφανώς η τελευταία φρόντισε να εξασφαλίσει τις απαραίτητες άδειες και έτσι βρέθηκαν στην Ακρόπολη, στις 18 Οκτωβρίου 1925[4].
Εκεί τις συνόδευσε και τις ξενάγησε ο διευθυντής της Ακρόπολης και γνωστός αρχαιολόγος Αλέξανδρος Φιλαδελφέας. Η χορεύτρια φωτογραφήθηκε σε διάφορες στάσεις ώσπου «ως κατάλληλον ένδυμα εκράτει έναν κλάδον ελαίας, διότι κατά τα άλλα ήτο τελείως γυμνή»! Οι περιγραφές είναι θαυμάσιες. Μία από αυτές αναφέρει ότι ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η φωτογράφιση και κορυφωνόταν το ωραίο θέαμα, η Πάεβα έφτασε στον δυτικό οπισθόδομο του Παρθενώνα απ’ όπου ατένισε τον γαλάζιο Σαρωνικό και την αθάνατη Σαλαμίνα. Σε στιγμή υπέρτατου ενθουσιασμού και εκφράζοντας την αγαλλίαση που ένιωθε με μια αστραπιαία χειρονομία έλυσε το πέπλο και τον χιτώνα της και φανέρωσε στον αττικό αέρα το ροδαλό, λεπτό και αγαλματώδες σώμα της[5].
Το ελληνικό κοινό πληροφορήθηκε το γεγονός από τον Τύπο, την κυρίως είδηση με λεπτομέρειες από την εφημερίδα «Εστία»[6], ενώ είδε φωτογραφίες στην εφημερίδα «Το Βήμα»[7]. Η υποδοχή, εκ μέρους του πνευματικού κόσμου, υπήρξε μάλλον ευμενής και οξεία αντίδραση σημειώθηκε από το «Συμβούλιον Ξένων και Εκθέσεων», πρόγονο του γνωστού μας Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού. Κατήγγειλε το γεγονός, έκανε λόγο για βεβήλωση του ιερού χώρου και επιτέθηκε στη Γαλλίδα χορεύτρια. Περίπου έναν μήνα αργότερα (28 Νοεμβρίου 1925) η Παρισινή εβδομαδιαία εφημερίδα «L’ Illustration» δημοσίευσε τις φωτογραφίες, δίδοντας στο θέμα διεθνείς διαστάσεις. Ωστόσο πέραν των καλλιτεχνικών ανησυχιών των δύο γυναικών, της φωτογράφου και του μοντέλου, το γεγονός ότι αυτά συνέβησαν όταν η Ελλάδα βίωνε τη δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου του δίνει ευρύτερες διαστάσεις. Εξάλλου, η εφημερίδα «Έθνος» δημοσίευε πρωτοσέλιδη τη γυμνή φωτογραφία της Παέβα την ημέρα που δημοσιευόταν η αναγγελία έκδοσης αστυνομικής διάταξης που απαγόρευε τις κοντές φούστες[8]!