Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Στις 10 Ιουνίου 1822 πραγματοποιήθηκε η πρώτη άλωση της Ακρόπολης εκ μέρους των Ελλήνων. Η πολιορκία άρχισε την 3η Νοεμβρίου 1821 και έληξε με την παράδοση των Τούρκων στις 10 Ιουνίου 1822. Χάθηκαν περίπου 1340 ψυχές Τούρκων, ενώ εκ μέρους των Ελλήνων θυσιάστηκαν περισσότεροι από 300 άνδρες. Κατά περίεργη σύμπτωση, από αυτές που χαράσσει πολλές φορές η μοίρα, Ιούνιο μήνα του 1456 παραδόθηκε η Ακρόπολη στους Τούρκους και Ιούνιο μήνα απελευθερώθηκε από τους Έλληνες.
Όσα προηγήθηκαν του σπουδαίου εκείνου γεγονότος, η μαχητικότητα και η ανθεκτικότητα των Τούρκων, οι επίπονες διαπραγματεύσεις και τα έγγραφα τεκμήρια έχουν δημοσιευθεί. Οι Έλληνες παρείχαν έγγραφες εγγυήσεις και ως ενδιάμεσος διαπραγματευτής λειτούργησε ο Πρόξενος της Αυστρίας Γκέοργκ Κρίστιαν Γκρόπιους (1776-1850). Η Συνθήκη που υπεγράφη μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Προέβλεπε ότι οι Tούρκοι θα αποχωρούσαν από την Ακρόπολη παραδίδοντας τα όπλα τους και οι Έλληνες θα φρόντιζαν να φυλάξουν τη ζωή και την τιμή τους.
Κάθε τουρκική φαμίλια μπορούσε να πάρει μαζί της συγκεκριμένα πράγματα. Δηλαδή λίγα ρούχα, δύο τεγγερέδες με τα σκεπάσματά τους και δύο σαχάνια με τα σκεπάσματά τους. Επίσης μπορούσαν να πάρουν τα μισά από τα ασημικά, τα μαλάματα και εν γένει τα κοσμήματά τους, πλην εκείνων που είχαν λαφυραγωγήσει από χριστιανούς. Τέλος, όσοι Τούρκοι επιθυμούσαν μπορούσαν να παραμείνουν στην Αθήνα, ενώ για εκείνους που επιθυμούσαν να φύγουν για τη χώρα τους, τους εξασφαλιζόταν μπαρκάρισμα με ευρωπαϊκά καράβια. Οι Έλληνες θα πλήρωναν τα ναύλα και αναλάμβαναν να τους δώσουν τα απαραίτητα παξιμάδια και τυρί για το ταξίδι![1]
Υπάρχει και ένα γεγονός, με πρωταγωνιστή τον Επίσκοπο των Αθηνών Διονύσιο, ανεψιό του μαρτυρικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, που δείχνει πόσο στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων ο Κλήρος και ο ρόλος που διαδραμάτισε στην Επανάσταση. Πριν από την παραλαβή της Ακρόπολης εκ μέρους των Ελλήνων, κάλεσε στην κατοικία του τους Εφόρους των Αθηναίων και όλους τους καπεταναίους. Τους όρκισε πάνω στο Ιερό Ευαγγέλιο ότι θα τηρήσουν πιστά τους όρους της Συνθήκης και ύστερα την υπέγραψε πρώτος. Το πρωί της 10ης Ιουνίου 1822 οι πρώτοι Αθηναίοι εισήλθαν στο ιερό έδαφος του σεβάσμιου Κάστρου των Αθηνών[2].
Θαυμάσια περιγραφή για όσα ακολούθησαν μας παρέδωσε ο Διονύσιος Σουρμελής. Αναφέρει πως την 8η πρωινή ανταλλάχθηκε επικυρωμένη η Συνθήκη. Στη συνέχεια οι Αθηναίοι μπήκαν στην Ακρόπολη «αν χαρά και αγαλλιάσει». Η τάξη με την οποία εισήλθαν παρουσιάζει επίσης εξαιρετικό ενδιαφέρον. Προπορευόταν ο Αρχιερέας Διονύσιος με τον κλήρο και ακολουθούσαν οι πολιτικές και στρατιωτικές που ήταν στα πράγματα, καθώς και οι αντιπρόσωποι της Κυβέρνησης. Τότε τελέστηκε λειτουργία στον Ύψιστο. Ο Τούρκος Φρούραρχος εγχείρισε στον Μητροπολίτη το Κλειδί του Φρουρίου που ήταν τοποθετημένο πάνω σε αργυρό δίσκο. Ο Αρχιερέας με τη σειρά του, το παρέδωσε στον Ιωάννη Βλάχο, τον γηγενή Έφορο του Πολέμου, δηλαδή ένα είδος τοπικού υπουργού του Πολέμου.
«Αυτή ήταν η θέληση του Υψίστου» αρκέστηκε να πει ο Τούρκος Φρούραρχος. Οι έγκλειστοι Τούρκοι ήταν ρακένδυτοι, διψασμένοι και σκελετωμένοι. Αφού ποτίστηκαν με νερό και ξεδίψασαν κατέβηκαν στην πόλη, μισοπεθαμένοι οι περισσότεροι από τις κακουχίες, όπως μας τους περιγράφει ο Δ. Σουρμελής[3]. Έτσι έγινε η παράδοση της Ακρόπολης που χαροποίησε το επαναστατημένο Έθνος. Η χαρά μετριάστηκε μόνον από ένα ατυχές περιστατικό. Ο οπλαρχηγός των Αθηναίων Παναγής Κτενάς, γεμάτος ενθουσιασμό για την νίκη των ελληνικών όπλων, έτρεξε να ρίξει νικητήριο κανονιοβολισμό. Αλλά από λανθασμένο χειρισμό έσκασε το μπαρούτι της πυροκρότησης και τον γκρέμισε κάτω από το Κάστρο. Οι Αθηναίοι έκλαψαν το 28χρονο παλικάρι που σε κάθε δύσκολη περίσταση πρότασσε το στήθος του και είχε αγωνιστεί με πάθος για την απελευθέρωση της παρτίδας του.