Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Όπως ισχύει για κάθε ικμάδα ζωής έτσι και τα περίφημα «Δαρδανέλλια», τα καφενεία που λειτουργούσαν στην αρχή της λεωφόρου Πανεπιστημίου, υπέστησαν καθοριστικές αλλαγές. Παρουσιάσαμε την εξέλιξή τους μέχρι τη δεκαετία 1920 αλλά εξίσου ενδιαφέρουσα είναι η πορεία του μέχρι το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Την περίοδο αυτή φεύγει από τη ζωή ο ιδρυτής του «Βασιλικού Ζαχαροπλαστείου» Κ. Γιαννάκης για να τον ακολουθήσει ο ανταγωνιστής του Βασίλης Κεσσάτης. Το ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας» αγοράζει και κατεδαφίζει τα κτίρια που στέγαζαν τα καταστήματά τους.
«Δελφοί» και «Ζόναρς»
Το «Ντορέ» κλείνει, η περιοχή περνά κρίση και οι πελάτες αναζητούν νέο στέκι. Οι φανατικοί «Κεσσατικοί» συγκεντρώνονται σ’ ένα μπακάλικο που είχε ανοίξει στη συμβολή των οδών Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου. Ο ιδιοκτήτης του, θέλοντας και μη, μετατρέπει το μισό κατάστημα σε μπαρ και έτσι δημιουργείται το περίφημο «Κέντρον Ορφανίδη». Ένας άλλος επιχειρηματίας, το 1927 πλέον, ανοίγει το «Ντορέ» με την επωνυμία «Δελφοί» και το μετατρέπει σε ρεστοράν. Αλλά η περιοχή δεν σήκωνε τη χρήση και έκλεισε σε 4-5 μήνες με μεγάλη ζημιά.
Τότε έρχεται ο αδελφός του Γιαννάκη από την Αλεξάνδρεια και ανοίγει κατάστημα εκεί που ήταν οι «Δελφοί». Συγκεντρώνει εκ νέου τον εκλεκτό κόσμο, ιδιαίτερα τα μεσημέρια και μετά το κλείσιμο των θεάτρων και των κινηματογράφων. Η κίνηση άρχισε να αυξάνει πάλι το 1934, όταν άνοιξε τις πύλες του το κέντρο του «Ζόναρς», εντείνοντας την κίνηση των αρχών της οδού Πανεπιστημίου. Ο 61χρονος Κάρολος Ζωναράς είχε κάνει δυναμικά την εμφάνισή του δείχνοντας πως είχε απέραντο κέφι για τη δημιουργία μιας επιτυχημένης επιχείρησης.
Το Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού
Η αποπεράτωση του Μεγάρου του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (ΜΤΣ) έδωσε την ευκαιρία. Ένας από τους συνεταίρους του Γιαννάκη, ο Αλέκος Σαλταμπάσης παίρνει τον μπάρμαν Αδάμ Μαυρίδη και ανοίγουν τον δικό τους κατάστημα, το μπαρ «’Ανταμς». Συγχρόνως η εταιρεία «Ζόναρς και Σία» ανοίγει κατάστημα ζαχαροπλαστείο, ρεστοράν και μπαρ στο ισόγειο του ΜΤΣ, προσελκύοντας πελατεία που δεν σύχναζε στα «Δαρδανέλλια». Εκείνη την εποχή το «Ζόναρς» θεωρήθηκε το «πραγματικό μεγαθήριο των κέντρων».
Εξάλλου, το ζαχαροπλαστείο του Γιαννάκη αναδιοργανώθηκε εκ βάθρων και διατήρησε την αίγλη του υπό την διεύθυνση του Βλάχου, διατηρώντας την αριστοκρατική του εμφάνιση και συνεχίζοντας τη μακρά παράδοσή του. Είχε τη μόνιμη πελατεία του, που θα περνούσε μία δύο φορές την ημέρα από το κατάστημα. Τα παραπλεύρως δύο νέα καταστήματα, «Ζόναρς» και «Άνταμς» δίνουν την παριζιάνικη ατμόσφαιρα στην πρωτεύουσα και κάνουν την αρχή της οδού Πανεπιστημίου, έως το ξέσπασμα του πολέμου, να θυμίζει τη λεωφόρο των Ηλυσίων (Σανς Ελιζέ) του Παρισιού, όπως έγραφαν με στόμφο οι εφημερίδες.
«Αθηναϊκός χαρακτήρ»
Ο Στέφανος Χαρμίδης ενθουσιασμένος από την εικόνα της περιοχής, έγραψε ότι «τα Δαρδανέλλια δεν έχουν το ταίρι τους σε κανέναν λαόν. Τα εξεκόλαψε, τα εθέρμανε και τα στυλιζάρησε ο αθηναϊκός χαρακτήρ. Είναι γεννήματα και θρέμματα της Αθήνας. Είναι θρύλος και παράδοσις αποκλειστικώς αθηναϊκή. Δεν είναι κοινά καφενεία τα καφενεία των Δαρδανελλίων μας. Είναι κάτι υψηλώτερον, ιερώτερον, εθνικώτερον». Αυτή ήταν η εικόνα των αρχών της οδού Πανεπιστημίου πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και ακολουθήσει η Κατοχή. Μεταπολεμικά, ιδιαιτέρως από τη δεκαετία του 1950, πρωταγωνίστησε το κατάστημα «Ζόναρς», το οποίο μετατράπηκε σε κοσμικό τοπόσημο της αστικής ζωής των Αθηνών. Ο παλαιός μαιτρ Νίκος Τσιότσιος, επιθυμώντας να δώσει την εικόνα και το περιβάλλον του καταστήματος μέχρι τη δεκαετία του 1960, έλεγε πως ήταν πιο εύκολο για εκείνον να θυμηθεί ποιος δεν απολάμβανε τα μοναδικά γλυκά, τους καφέδες και την εξαιρετική κουζίνα του. Το κοσμοπολίτικο περιβάλλον του συγκέντρωνε πολιτειακούς και πολιτικούς παράγοντες, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, επιχειρηματίες αλλά και επισκέπτες της πόλης.
Οι «θαμώνες»
Από τον βασιλιά Κωνσταντίνο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή έως τους Ευάγγελο Αβέρωφ, Λεωνίδα Κύρκο, Ηλία Ηλιού, Γεώργιο Μαύρο, Γεώργιο Ράλλη, ήταν «επιταγή» της εποχής η επίσκεψη στο κατάστημα με τις δημιουργίες του Βαράγκη και το περιβάλλον που γέμιζε μεγαλοπρέπεια τις ψυχές. Αλλά και οι Οδυσσέας Ελύτης, Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας, Μίνως Βολανάκης κατηφόριζαν ως του «Ζόναρς» για να απολαύσουν τη θαλπωρή του και να συζητήσουν τα νέα. Υπήρχαν βεβαίως και εκείνοι που δεν… καλόβλεπαν τους νέους θαμώνες.
Κυρίως όσοι είχαν… ξεμείνει από τα προπολεμικά χρόνια. Όπως ο ακαδημαϊκός και χρονογράφος της «Εστίας» Σπύρος Μελάς, ο οποίος σε κρίσιμες περιόδους χρησιμοποίησε τα μαρμάρινα τραπεζάκια για γραφείο του! Εξάλλου, τόσο στην αίθουσα όσο και στα τραπεζάκια της οδού Πανεπιστημίου, κλείστηκαν σημαντικές πολιτικές και οικονομικές συμφωνίες, δόθηκαν συνεντεύξεις, γεννήθηκαν και απεβίωσαν κοσμικά ειδύλλια. Eκεί έδωσε συνέντευξη (1961) ο ηθοποιός Ότο Χάσε που είχε ερμηνεύσει τον φον Κανάρις, ο μυθιστοριογράφος Λόρενς Ντάρελ (1967) κ.ά. Εξάλλου, το «Ζόναρς» είχε ήδη περάσει ως στέκι και στα «Κορίτσια της Αθήνας», το αθηναϊκό μυθιστόρημα του Νίκου Μαράκη (1955).
Επίλογος και νέα αρχή
Στα νεότερα χρόνια αλησμόνητη έμεινε, σε όσους την παρακολούθησαν, το 1992, η σκηνή με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μορίς Μπεζάρ και έναν Ασιάτη χορευτή. Σηκώθηκαν από το τραπέζι και αδιαφορώντας για όσα συνέβαιναν γύρω τους εκείνοι δοκίμαζαν τον ρυθμό τους! Αμέτρητοι ήταν βεβαίως και οι ηθοποιοί που προτιμούσαν τη μεγάλη αίθουσα και το οικογενειακό περιβάλλον. Από την Αλίκη Βουγιουκλάκη και την Τζένη Καρέζη μέχρι τον απαιτητικό Δημήτρη Μυράτ και τη Μελίνα Μερκούρη.
Το ζαχαροπλαστείο του «Ζόναρς» διατήρησε την αίγλη του ακόμη και μετά τον θάνατο του δημιουργού του, του Καρόλου Ζωναρά, το 1968. Άφησε πολυμελή και δημιουργική οικογένεια. Το 1983 τον ακολούθησε και η γυναίκα του Ελένη, το γένος Θεοφίλου. Το κατάστημα συνέχισε τη λειτουργία του έως τον Μάρτιο 2001, όταν αναγκάσθηκε να κλείσει προκειμένου να πραγματοποιηθούν εργασίες ανακαινίσεως στο κτίριο του ΜΤΣ. Ευτυχώς οι αρχικές σκέψεις να μετατραπεί σε πολυκατάστημα τροφίμων εγκατελείφθησαν, ενώ ήταν πολλές οι φωνές που υψώθηκαν για τη διάσωσή του.
Το κατάστημα «Ζόναρς», ευτυχώς για την πόλη των Αθηνών, επαναλειτούργησε το 2007, διατηρώντας τα χαρακτηριστικά του αστικού κοσμοπολιτισμού. Συνεχίζει τη μακρά διαδρομή του σχηματίζοντας μια όμορφη και ισχυρή αλυσίδα του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον.