Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Πού, πότε και από ποιον δημιουργήθηκε η πρώτη κατασκήνωση στην Ελλάδα; Ας ξεκινήσουμε με την απάντηση: Ήταν το 1911 στη Βουλιαγμένη της Αττικής. Το σημαντικότερο μερίδιο δόξας οφείλουμε στη Σοφία Σλήμαν, το γένος Εγκαστρωμένου, δεύτερη σύζυγο του Ερρίκου Σλήμαν (1822-1890). Χήρα ούσα, διέθεσε τον εαυτό της στον άνθρωπο, δείχνοντας ιδιαίτερη ευαισθησία στους ασθενείς και τα παιδιά. Με δική της πρωτοβουλία και μέσω του Συλλόγου Προστασίας Παιδιών δημιουργήθηκε η πρώτη κατασκήνωση σε χώρο που διέθεσε η Εκκλησία.
Για τη γυναίκα αυτή και την κατασκήνωσή της στη Βουλιαγμένη έγραψε ο Ιωάννης Πολέμης τους στίχους: «Η Καλωσύνη διάβηκε / περ’ απ’ τα μονοπάτια, το γέλιο είχε στα χείλη της / το δάκρυ είχε στα μάτια· / κι’ ακούραστη κι’ ακοίμητη, / με πρόθυμο το χέρι, / είδε το κάτι πούλειπε / κ’ έτρεξε να το φέρη.»[1]! Τι ήταν όμως η Βουλιαγμένη εκείνη την εποχή;
Θαυμάσια περιγραφή μας δίνει ο Γ. Τσοκόπουλος,[2] ο οποίος επίσης ασχολήθηκε με την πρώτη εκείνη παιδική κατασκήνωση. Ήταν ένας παραθεριστικός συνοικισμός, με πέντε έξι ξενώνες, μπακάλικο, εκκλησία και σειρά τσαντιριών. Ο συνοικισμός αυτός ήταν τοποθετημένος προς την πλευρά που βλέπει προς τις Φλέβες, δηλαδή κοντά στα λουτρά που λειτουργούσαν από τον 19ο αιώνα.
Στην άλλη άκρη του κόλπου επικρατούσε ποικιλία, ομορφιά, χαρά και το κέφι της φύσης. Εκεί έστησε τη «φωλιά» των παιδιών η Σ. Σλήμαν. Εκτεταμένη και απαλή αμμουδιά, πεντακάθαρα νερά, πεύκα φουντωτά, χρώματα, αρώματα. Έτσι περιγράφουν την περιοχή όσοι έφτασαν έως εκεί. Φυσικά δεν ήταν εύκολη υπόθεση η εγκατάσταση και λειτουργία κατασκήνωσης με 100 παιδιά. Χρειαζόταν χαλύβδινη θέληση και επιμονή και πολλούς κόπους. Αλλά είχε βρει θαυμάσιους αρωγούς η Σοφία Σλήμαν. Πρώτος και σημαντικότερος, ίσως, ο άνθρωπος που ανέλαβε τη διεύθυνση της κατασκήνωσης και ήταν ο καταγόμενος από την Κεφαλλονιά γυμναστής Αθανάσιος Λευκαδίτης (1872-1944).
Πρόκειται για τον γνωστό ιδρυτή του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων στην Ελλάδα. Εκείνος κανόνιζε το πρόγραμμα. Με τη σφυρίχτρα στο χέρι οδηγούσε τα παιδιά στη θάλασσα, στο φαγητό, στη γυμναστική ή στην εκκλησία. Οργάνωνε ανιχνευτικά και διασκεδαστικά παιχνίδια. Μετά το βραδινό φαγητό, πότε μία λατέρνα και πότε μια παράσταση του Καραγκιόζη προετοίμαζε τα παιδιά πριν πέσουν για ύπνο στις εννέα το βράδυ.
Δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί η γενικότερη προσφορά στα παιδιά που φιλοξενούνταν στην κατασκήνωση της Βουλιαγμένης. Προέρχονταν όλα από φτωχές οικογένειες και πολλά εξ αυτών έπασχαν από αδενοπάθεια.
Ήταν ένα εθνικό έργο αυτό που αναλάμβανε και έφερνε σε πέρας, με μύριες δυσκολίες, η Σοφία Σλήμαν. Γι’ αυτό ο Γ. Τσοκόπουλος εξέφραζε τον θαυμασμό του γράφοντας: «Την είδα μίαν ολόκληρον ημέραν εις την Βουλιαγμένην μητέρα εκατόν παιδιών, και σφίγγων το ανδρικόν μου κεφάλι, διά να μη φύγη το μυαλό μου».
Βοηθός στην προσπάθεια και ο Δήμος Αθηναίων
Η φιλοξενία παιδιών σε κατασκηνώσεις συνεχίστηκε ακόμη πιο οργανωμένα τα επόμενα χρόνια. Εκλεκτές γυναίκες προσέφεραν έργο είτε στην κατασκήνωση, είτε στην οργάνωση εκδηλώσεων προς εξασφάλιση των εξόδων. Εντός μιας τετραετίας, περισσότερα από 500 άπορα παιδιά απολάμβαναν τις κατασκηνώσεις της Βουλιαγμένης, έχοντας ως αρωγό πλέον τον Δήμο Αθηναίων. Οργανώνοντας αποστολές 20 ημερών, ενώ η ιατρική παρακολούθηση αποκάλυπτε εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Κλείνοντας τη σύντομη αυτή ανασκόπηση, με σεβασμό στους πρωτοπόρους, παραθέτουμε ένα ακόμη εξάστιχο του Ι. Πολέμη από το ποίημά του «Στη Βουλιαγμένη»! «Κ’ ηρθ’ η παιδιάτικη ζωή / κ’ επήρε γύρω η φύσι / ό, τι ποθούσε ανώφελα / κι’ ότι είχε λαχταρίσει, / και σύγκορμη αναγκάλιασε / κι’ άνοιξε την αγκάλη»! Το 1912 ο Αθ. Λευκαδίτης προχώρησε ακόμη περισσότερο οργανώνοντας προσκοπική κατασκήνωση στο δάσος Μαγκουφάνας – Αμαρουσίου.