Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αυστριακός γιατρός και βοτανολόγος ουγγρικής καταγωγής, αφιέρωσε τη ζωή του στη μελέτη της ελληνικής χλωρίδας, εκδίδοντας και ένα τρίτομο και μνημειώδες έργο με τον τίτλο «Conspectus Florae Graecae». Υπήρξε η πρώτη συστηματική εργασία περιγραφής και κριτικής επεξεργασίας της ελληνικής χλωρίδας και την πραγματοποίησε ο Ευγένιος Χάλατσι (Eugen von Halacsy, 1842-1913), ο οποίος αγάπησε και μελέτησε την ελληνική ύπαιθρο. Με πάθος και μύριους κόπους έκανε πορείες στις κορυφές της Πίνδου, του Παρνασσού και του Ταϋγέτου. Δεν πρόλαβε, ωστόσο, να πραγματώσει το όνειρό του, που ήταν να καταγράψει την Κρήτη διατρέχοντας τα Λευκά Όρη, την Ίδη και τη Δίκτη, μετά την απελευθέρωση της Μεγαλονήσου.
Σε ηλικία 23 ετών ο Χάλατσι πήρε το πτυχίο Ιατρικής από το πανεπιστήμιο της Βιένης και υπηρέτησε κατά τη διάρκεια του Αυστροπρωσικού Πολέμου. Το 1867 εγκαταστάθηκε ως γενικός ιατρός στην Βιέννη, αλλά ο μεγάλος έρωτας του ήταν η βοτανική, τομέας στον οποίο εξάλλου διακρίθηκε. Στην Ελλάδα συνεργάστηκε στενά με τον εξελληνισμένο Γερμανό βοτανολόγο Θεόδωρο Χελντράιχ (1822-1902), στον οποίο αφιέρωσε και το έργο του. Από κoινού με τον Άγγλο βοτανολόγο Ιωάννη Σίμπθορπ (John Sibthorp, 1758-1796), που είχε προηγηθεί, και τον σχεδόν σύγχρονό του Ελβετό βοτανολόγο και μαθηματικό Πιερ Εντμόν Μπουασιέ (Pierre Edmond Boissier, 1810-1885) θεωρούνται οι επιστήμονες που έκαναν ευσπούδαστη την ελληνική χλωρίδα.[1]
Ο Ευγ. Χάλατσι επισκέφθηκε τρεις φορές την Ελλάδα, όπου παρέμεινε για μεγάλα χρονικά διαστήματα – το 1888, το 1893 και το 1911. Μετά την πρώτη επ0ίσκεψή του έσπευσε να δημοσιεύσει τη «Συμβολή στην Χλωρίδα της Δωρίδος» και ακολούθησαν οι «Συμβολές στην Χλωρίδα της Βαλκανικής Χερσονήσου και της Αλβανίας». Το 1891 στάλθηκε από την Καισαροβασιλική Ακαδημία Επιστημών της Βιένης για βοτανική έρευνα ανά την Ελλάδα. Τα αποτελέσματα των ερευνών του τα δημοσίευσε το 1894. Από τότε συχνά δημοσίευε εργασίες του, όπως η «Χλωρίδα των Σποράδων», «Τα γνωστά Ελληνικά είδη του Κενταυρίου» κ.ά. Τέλος, από το 1901-1904 δημοσίευσε το τρίτομο θεμελιώδες έργο του, επισφραγίζοντας την προσφορά του στην Ελλάδα.
Όπως έγραψε ο πανεπιστημιακός Σπυρίδων Μηλιαράκης, ο οποίος αλληλογραφούσε μαζί του, το έργο αυτό «θα παραμείνει εσαεί μνημείον αθάνατον της ακαταπονήτου αυτού φιλοπονίας και της επιστημονικής βαθυνοίας». Ο ίδιος αποκάλυψε πως ο Χάλατσι, παρά το γεγονός ότι είχε περάσει την ηλικία των 70 ετών, έκανε όνειρα και προγραμμάτιζε νέες επιστημονικές εκστρατείες στην Ελλάδα. Η κύρια προσφορά του ήταν ότι πρώτος αυτός συγκέντρωσε όσες μελέτες είχαν γίνει μέχρι τότε, ξεκαθάρισε πλήθος συγχύσεων και διευκόλυνε τον ορισμό πολλών ειδών.
Η μικρομέρεια φυτρώνει μόνο στην Ακρόπολη
Κατά την τελευταία επίσκεψή του ανακηρύχθηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, τιμή που θεωρούσε ως τη σημαντικότερη που έλαβε στη ζωή του. Στις επιστολές που αντάλλασσε με επιφανείς Έλληνες πανεπιστημιακούς δεν παρέλειπε να τονίζει το γεγονός, επισημαίνοντας πως τον είχε τιμήσει η χώρα στην οποία γεννήθηκε η επιστήμη της Βοτανικής. Όταν επέστρεφε στην πατρίδα του πραγματοποιούσε συγκεντρώσεις βοτανολόγων μία φορά την εβδομάδα, όπου ανακοίνωναν ο ίδιος και οι συνάδελφοί του τα συμπεράσματά τους. Στον Ευγένιο Χάλατσι οφείλουμε και τον ορισμό της περίφημης μικρομέρειας της Ακρόπολης των Αθηνών (1908). Πρόκειται για ενδημικό φυτό της πρωτεύουσας, και συγκεκριμένα του Βράχου της Ακρόπολης, στον οποίο ζει αποκλειστικά! Έχει ύψος 5-30 εκατοστά, ανθίζει από Μάιο-Ιούνιο και τα άνθη της έχουν ροζ χρώμα. Την είχαν ανακαλύψει δύο χρόνια νωρίτερα (1906) δύο Γάλλοι βοτανικοί[2] και 100 χρόνια μετά την πρώτη του ανακάλυψη, το επανέφερε στην επικαιρότητα ο βιολόγος Γρηγόρης Τσούνης.[3]