Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οι περισσότεροι που αγαπούν και παρακολουθούν τις παλιές ελληνικές ταινίες, όταν ακούν για την « κυρά Καλλιόπη την καφετζού», η σκέψη τους τρέχει αμέσως στη Γεωργία Βασιλειάδου. Στην κωμωδία των Γ. Ασημακόπουλου και Αλ. Σακελλάριου «Η Καφετζού» που παίχτηκε στις κινηματογραφικές οθόνες το 1956 και αγαπήθηκε από το κοινό. Πως μπορούσε εξάλλου να γίνει αλλιώς, αφού μαζί της έπαιζαν τα… ιερά κινηματογραφικά πρόσωπα της εποχής, όπως οι Μίμης Φωτόπουλος, Βασίλης Αυλωνίτης, Σμαρούλα Γιούλη, Περικλής Χριστοφορίδης, Ελένη Ζαφειρίου, Νίκος Φέρμας κ.ά. Τη μουσική είχε φροντίσει ο Μάνος Χατζιδάκις, όταν αναφερόταν ακόμη ως Μανώλης και η εταιρεία παραγωγής, η Φίνος Φιλμς, αποτελούσε εγγύηση για την ποιότητα και την τύχη της.
Αυτά είναι γνωστά στους περισσότερους. Άγνωστο όμως παραμένει ότι περίπου μία εικοσιπενταετία νωρίτερα, στις αρχές της δεκαετίας 1930, άκμαζε πράγματι στην Αθήνα η κυρά Καλλιόπη η καφετζού! Και αν οι περισσότερες σκηνές του σπιτιού που εμφανίζεται η Γεωργία Βασιλειάδου έχουν γυριστεί στην οδό Θεσσαλονίκης, στα Πετράλωνα, κοντά στη Γέφυρα του Άτζακα, η άλλη χαρτορίχτρα κυρά Καλλιόπη άκμαζε σε ένα λαϊκό σπιτάκι, στα Αναφιώτικα της Πλάκας. Αποκαλείτο μάλιστα και «Πυθία των Αναφιώτικων» και μπορούσε να.. βλέπει το μέλλον μέσω μιας τράπουλας και εντός του φλυτζανιού.
Την ανακάλυψε, μάλιστα, ένας νεαρός τότε δημοσιογράφος, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα μόλις μία δεκαετία μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Τον εντυπωσίασε το γεγονός, ότι γυναικόκοσμος διέσχιζε όλη την ημέρα τα δαιδαλώδη στενά της Πλάκας για να φτάσει στα Αναφιώτικα. Περνούσαν μία χαμηλή πορτούλα και μέσω μιας ξύλινης σκάλας έφταναν στο επάνω διαμέρισμα ενός παλαιού σπιτιού. Η φήμη της κυρά Καλλιόπης προκαλούσε συνωστισμό στο μικρό δρομάκι. Έφταναν έως εκεί εύπορες γυναίκες με τα πολυτελή αυτοκίνητά τους αλλά και λαϊκές κυράδες από τις γειτονιές και τα περίχωρα.
Η πελατεία στρωνόταν στα καθίσματα περιμένοντας με υπομονή να κληθεί στο εσωτερικό μικρό δωμάτιο, όπου η «χαρτομάντις» και «καφεδομάντις» είχε τα σύνεργά της. Γυναίκα μετρίου αναστήματος η κυρά Καλλιόπη, με όψη αγαθή, γλυκύτατους τρόπους και έξυπνη ήξερε καλά τη δουλειά της. «Εδώ παιδί μου βλέπω κρεβάτι». «Εκεί παιδί μου βλέπω στεφάνι. Αλλά υπάρχει εμπόδιο, κάποιος γέρος…». Συνήθεις εκφράσεις και επιτυχημένες συνταγές και απαντήσεις για την παντρεμένη που φοβόταν μην την απατά ο άνδρας ή για την κορασίδα που αναζητούσε τον εκλεκτό της καρδιάς της.
Ατέλειωτες οι γυναίκες που έφταναν στα Αναφιώτικα, ενθουσιασμένες εξ’ όσων είχαν ακούσει την προηγούμενη φορά από το στόμα της «Πυθίας» τους. Ακόμη περισσότερες ίσως εκείνες, οι οποίες επισκέπτονταν μονίμως την καφετζού, καταβάλλοντας εννοείται και τον φόρο της περιέργειάς τους. Πολλές βεβαίωναν πως η καφετζού κοιτάζοντας μέσα στο φλιτζάνι είδε τους συζύγους τους να οργιάζουν. Αλλά ότι χάρη σε εκείνην έπιασαν επ’ αυτοφώρω τους άνδρες τους, τους βδελυρούς άπιστους.
Η Τιτίκα που… ρήμαζε αριστοκρατικές οικίες!
Δεν ήταν βεβαίως μόνον ο Δ. Ψαθάς που ασχολήθηκε με μία καφετζού. Ατέλειωτες είναι οι περιπτώσεις που έβλεπαν το φως της δημοσιότητας. Η κυρά Σουλτάνα, σε ένα υπόγειο της οδού Φιλελλήνων του Πειραιώς, η διάσημη κυρά Μαρία της οδού Σόλωνος, την οποία ο Παύλος Παλαιολόγος θεωρούσε σύγχρονη Πυθία κ.ά. Πόσα και πόσα επεισόδια κατέγραψε το αστυνομικό δελτίο. Όπως η περίφημη καφετζού Τιτίκα Μπαλάσκα, η οποία παρουσιαζόταν ως καφετζού και κατόρθωνε να εισχωρήσει, πάντα απογευματινές και βραδινές ώρες, στις πλέον αριστοκρατικές οικίες των Αθηνών. Με διάφορα προσχήματα έπειθε τις οικοδέσποινες να την φιλοξενήσουν σ’ ένα δωματιάκι λόγω της περασμένης ώρας και επειδή έμενε μακριά. Και όταν οι οικοδεσπότες αγκάλιαζαν τον Μορφέα, η Τιτίκα φρόντιζε να ξαλαφρώσει το σπίτι από είδη ιματισμού, χρυσαφικά, ασημικά αλλά και όσα χρήματα έβρισκε[1]!
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 15 Σεπτεμβρίου 2020