Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Η 18η Απριλίου έχει ορισθεί από την Ουνέσκο ως Παγκόσμια Ημέρα Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ειδικότερα δε Μνημείων και Τοποθεσιών, με σκοπό την ευαισθητοποίηση του κοινού, ιδιαιτέρως δε των νέων σε ζητήματα προστασίας και διατηρήσεως των μνημείων. Η πρότασις κατετέθη το 1982 από το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), το οποίο εδρεύει στο Παρίσι και ένα έτος αργότερα (1983) υιοθετήθηκε από την Γενική Συνέλευση της Ουνέσκο. Οπωσδήποτε η Ακρόπολη των Αθηνών είναι στο επίκεντρο των υπό προστασία μνημείων της χώρα μας.
Ευκαιρίας δοθείσης ανατρέχουμε στα μέσα της δεκαετίας 1970 ξεκινούσαν οι σοβαρές προσπάθειες για τη διάσωση και αποκατάσταση των μνημείων της Ακρόπολης. Το 1975, η Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, συνέστησε την Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως (ΥΣΜΑ) και δύο χρόνια αργότερα συγκρότησε το τεχνικό γραφείο και το αρχείο τεκμηρίωσης των έργων. Ταυτοχρόνως φρόντισε να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη και να πραγματοποιηθεί παγκόσμια σταυροφορία, υπό την αιγίδα της Ουνέσκο για τη διάσωση των μνημείων. Τα αποτελέσματα ήταν πλούσια και κυρίως οδήγησαν στην έναρξη των έργων που πραγματοποιούνται τον τελευταίο μισόν αιώνα περίπου.
Υπουργός Πολιτισμού ήταν ο καταγόμενος από τη Χίο και διεθνώς αναγνωρισμένος κλασικός φιλόλογος και Ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Τρυπάνης (1909-1993). Υπήρξε ο ιθύνων νους της δημιουργίας μιας σταυροφορίας για τη συγκέντρωση δέκα εκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου να δαπανηθούν για την προστασία των μνημείων. Για τον σκοπό αυτό κατέθεσε ανάλογο αίτημα στη Γενική Συνέλευση της Ουνέσκο, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ναϊρόμπι το 1976.
Επισήμανε ότι το ποσόν έπρεπε να ανευρεθεί εκτός προϋπολογισμού της Ουνέσκο, αν αποφάσιζε η Συνέλευση να δώσει την έγκρισή της. Ο Κ. Τρυπάνης κατόρθωσε να προσελκύσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Στην ομιλία του τόνισε πως ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο Ναός της Απτέρου Νίκης βρίσκονταν σε πραγματικό κίνδυνο φθοράς λόγω του χρόνου και της μόλυνσης της ατμόσφαιρας των Αθηνών.
Τότε ήταν και η πρώτη φορά που επισημάνθηκε ότι «μέσα στις προσπάθειες της ελληνικής Κυβερνήσεως για την διάσωση των μνημείων αυτών αποσκοπείται η μεταφορά των γλυπτών του Παρθενώνα σε ένα σύγχρονο μουσείο». Τόνισε ακόμη ότι μεγάλα τμήματα των μνημείων έπρεπε να διαχωρισθούν επειδή οι σιδηρόδεσμοι που τα συγκρατούσαν σκούριαζαν.
Ως προς τον τρόπο συγκέντρωσης των ποσών ο Κ. Τρυπάνης πρότεινε να πραγματοποιηθεί μέσω συνεισφορών χωρών, ιδρυμάτων και ατόμων που θα μπορούσαν ακόμη και να «υιοθετήσουν» ένα κτίσμα ή μέρος του. Η έκκληση που απηύθυνε στη συνείδηση του κόσμου πήρε διαστάσεις διεθνούς εκστρατείας. Η Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή ξεκινούσε μία γιγαντιαία προσπάθεια διαφύλαξης των μνημείων.
Αποκορύφωμά της υπήρξε η επίσκεψη στην Αθήνα του Σενεγαλέζικης καταγωγής Γενικού Διευθυντή της Ουνέσκο Αμαντού Μάχταρ Μ’ Μπόου.
Η Ακρόπολις και τα μνημεία της, απ’ όπου άντλησε και το λογότυπό της η Ουνέσκο, βρίσκονται σε κίνδυνο είπε ο Α. Μπόου και τα λόγια του ταξίδευαν με απίστευτη ταχύτητα σε όλο τον κόσμο.
Οι πρώτες εισφορές ήταν συγκινητικές και αφύπνιζαν συνειδήσεις. Μια τάξη Ιστορίας των ΗΠΑ έστειλε μερικές εκατοντάδες δολάρια, μια Γερμανίδα τουρίστρια έστειλε δέκα μάρκα λέγοντας πως η επίσκεψη στην Ακρόπολη ήταν η σημαντικότερη εμπειρία της ζωής της και ένας Σκωτσέζος καθηγητής μία επιταγή τριών λιρών! Από τους Έλληνες πρώτη έσπευσε να συνεισφέρει 100.000 δραχμές η Ντόλλυ Γουλανδρή και ένα εκατομμύριο η Αμέρικαν Εξπρές.
Κ. Τσάτσος: «Ανήκει σε όλη την Ανθρωπότητα»!
Η κεντρική εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στην Ακρόπολη, στις 10 Ιανουαρίου 1977.
Ταυτοχρόνως η παγκόσμια κοινή γνώμη γινόταν κοινωνός του σημαντικού μηνύματος που έστελναν τα χείλη του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας και φιλόσοφου Κωνσταντίνου Τσάτσου (1899-1987): «Η Ακρόπολις δεν ανήκει πλέον από καιρό στην Ελλάδα, αλλά ανήκει σε όλη την Ανθρωπότητα. Εμείς δε είμαστε παρά οι θεματοφύλακές της, διότι η Ακρόπολις δημιουργήθηκε σ’ αυτή τη γη, η οποία είναι δική μας. Η Ακρόπολις είναι μία κορυφή, και όπως προς όλες τις κορυφές, συγκλίνουν προς το βράχο οι ανθρώπινες αξίες που ξεπερνούν όλα τα όρια του χώρου και του χρόνου»!
Την ίδια χρονιά η Ουνέσκο φρόντισε ώστε ο καθηγητής Γλυπτικής και Χαρακτικής στην Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού Σέργκε Σαντούτσι να χαράξει μετάλλιο που κόπηκε σε χρυσά, αργυρά και χάλκινα αντίτυπα.