Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ενδιαφέρον προκαλεί το ζήτημα της εκπαίδευσης στα χρόνια της μεγάλης Εθνεγερσίας. Μόλις φύσηξε η πρώτη πνοή της Ελευθερίας, η μόρφωση ήταν από τα πρώτα πράγματα που σκέφτηκαν οι Έλληνες. Οπότε κατά τη διάρκεια της Επανάστασης άρχισαν να ιδρύονται τα πρώτα σχολεία. Ο Ιταλός M. J. Emerson, Κόμης του Pecchio, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα το 1825 και ήταν εκ των κομιστών εξ Αγγλίας του δευτέρου δανείου των 60.000 λιρών, δημοσίευσε το επόμενο έτος τις εντυπώσεις και τις εμπειρίες του εκθέτοντας όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα την άνοιξη 1825[1].
Πρόκειται περί πολύτιμου, από κάθε άποψη ιστορικού τεκμηρίου που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και έκθεση την οποία μετά από αίτησή του παρέλαβε από τον «Έφορο της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως εν Ελλάδι» Γρηγόριο Κωνσταντά (1758-1844). Τον λόγιο, δάσκαλο, ιεροδιάκονο και προσωπικότητα του προεπαναστατικού νεοελληνικού διαφωτισμού. Φρόντισε να ενημερώσει τον φιλέλληνα Ιταλό για τα εκπαιδευτικά δρώμενα. Η Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να ιδρυθεί στο Άργος «Αλληλοδιδακτικόν» σχολείο, στο οποίο έπρεπε να στέλνονται από κάθε επαρχία 3-4 νέοι μέτριας μόρφωσης για να τελειοποιούνται στην ελληνική γλώσσα[2].
Τότε οι ίδιοι, αφού θα λάμβαναν και άλλες χρήσιμες γνώσεις, θα πήγαιναν στις πατρίδες τους για να διδάξουν τα παιδιά λίγα γράμματα. Επίσης, αποφασίστηκε να δημιουργηθεί στο Άργος μια Ακαδημία, ανάλογη βεβαίως με την κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα. Εκεί θα καλούνταν οι μορφωμένοι Έλληνες από την Ευρώπη για να μεταδώσει ο καθένας τα φώτα του αλλά και Ευρωπαίοι για να διδάξουν. Για το άνοιγμα του σχολείου αυτού ο ευεργέτης Ι. Βαρβάκης διέθεσε το απαραίτητο ποσό. Ο σχεδιασμός ήταν εξαιρετικά φιλόδοξος. Σε κάθε πρωτεύουσα επαρχίας θα άνοιγε ένα κεντρικό αλληλοδιδακτικό σχολείο, όπου θα διδασκόταν η ελληνική (αρχαία) σε σύγκριση με τη νεότερη γλώσσα.
Επίσης, γεωγραφία, ιστορία, μεταφυσική, λογική, αριθμητική, γεωμετρία και όλα τα αναγκαία μαθήματα ώστε να μπορούν οι νέοι να μπουν στην Ακαδημία Άργους. Σε κάθε πόλη ή χωριό προβλεπόταν να ιδρυθεί ένα σχολείο στοιχειώδες και ένα ακόμη ανώτερο. Αυτό ήταν το πρόγραμμα της κυβέρνησης το 1825. Σταχυολογώντας ωστόσο στοιχεία από το έργο του Emerson, όπως τα παρουσίασε πρώτος ο Κώστας Καιροφύλας, στην Αθήνα υπήρχαν δύο κεντρικά αλληλοδιδακτικά σχολεία και ένα κεντρικό το οποίο ονόμαζαν Λύκειο[3]. Ενδιαφέρουσα είναι η πληροφορία, ότι στο σχολείο αυτό διδασκόταν και η ιταλική γλώσσα. Η Αθήνα διέθετε και ένα μικρό τυπογραφείο, δωρεά του Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου.
Σχολεία αλληλοδιδακτικά είχαν ιδρυθεί ένα στην Τήνο, τρία στην Άνδρο και ένα φιλολογικό σχολείο στη Σίφνο, το οποίο οι κάτοικοι ήθελαν να μετατρέψουν σε Λύκειο. Ελλείψει δασκάλων τα σχολεία άνοιγαν αλλά δεν μπορούσαν να ξεκινήσουν τη λειτουργία τους! Στην Πάτμο υπήρχε πριν από την επανάσταση ένα σχολείο (Πατμιάδα Σχολή) το οποίο προμήθευε δασκάλους σε όλη την Ελλάδα. Το σχολείο αυτό, λόγω της Επανάστασης, είχε καταπέσει, αλλά η κυβέρνηση επιθυμούσε να επαναφέρει την αίγλη του. Είχε βιβλιοθήκη με διάφορα χειρόγραφα και λειτουργούσε ως αλληλοδιδακτικό. Στις Κυκλάδες και στις Σποράδες υπήρχαν διάφορα σχολεία, αλλού ένα, αλλού δύο ή τρία αναλόγως της έκτασης του νησιού. Στην Τρίπολη υπήρχε κεντρική αλληλοδιδακτική σχολή και μία φιλολογική, δύο στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, τέσσερις στην Καρύταινα και από μία σε Βυτίνα, Δημητσάνα, Στεμνίτσα και Λαγκάδια. Επίσης, στο Μεσολόγγι δύο σχολεία (αλληλοδιδακτικό, φιλολογικό). Αλλά δεν υπήρχαν βιβλία, πίνακες και γραφίδες. Χρήματα δεν υπήρχαν, αφού ξοδεύονταν σε πολεμικές δαπάνες. Οπότε ο Γρ. Κωνσταντάς ζητούσε από τον Κόμη του Pecchio να φροντίσει αναλόγως με τους φιλέλληνες του εξωτερικού και η ευγνωμοσύνη των Ελλήνων θα τους ακολουθούσε για πάντα[4].
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» Δευτέρα 18 Απριλίου 2016