Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
«Έλαβα μέρος εις ένα διαγωνισμόν διότι μου έκαμε γούστο η ελευθερία του θέματος και διότι επρόκειτο περί μουσικής, την οποίαν πολύ αγαπώ» έγραφε ο σπουδαίος ζωγράφος μας Νικόλαος Γύζης το 1894, αναφερόμενος στο γνωστό έργο του «Αρμονία», το οποίο είχε φιλοτέχνησει έναν χρόνο νωρίτερα (1893). Η γραπτή αφήγησή του απλή, γλαφυρή και αφοπλιστική μας αποκαλύπτει ότι «ένα μεγάλο εργοστάσιον κλειδοκυμβάλων της Βορείου Γερμανίας Ibah und Sohn, εορτάζει εφέτος το 1894 την εκατονταετηρίδα του».
Πρόκειται περί του αρχαιότερου οίκου και εργοστασίου κατασκευής πιάνων στον κόσμο. Το τελευταίο ιδρύθηκε το 1794 και σταμάτησε την λειτουργία του το 2007, ενώ η επιχείρηση συνεχίζει υποστηρίζοντας τεχνικά τα χιλιάδες πιάνα που έχει κατασκευάσει. Ιδρυτής της επιχείρησης ήταν ο Johannes Adolph Ibach (1766-1848), ο οποίος παρέδωσε το εργοστάσιο που ίδρυσε στους γιους του Carl Rudolf Ibach (1804-1863) και Richard Ibach (1813-1889).
Εν όψει του εορτασμού της 100ετηρίδος του, το εργοστάσιο προκήρυξε διαγωνισμό στον οποίο συμμετείχαν καλλιτέχνες με 174 έργα. Και όπως αφηγείται ο Ν. Γύζης «το ιδικόν μου εβραβεύθη και δικαίως, διότι παρίστανε την αγαπητήν μας Αρμονίαν, ως νικηφόρον κρατούσαν την Λύραν με την αριστεράν, με την δεξιάν δε την Νίκην, και πλησίον αυτής, εις τα δεξιά της τρίποδα με την φλόγαν της προόδου».
Έτσι περιέγραφε το έργο του Ν. Γύζης, ενώ ο Γιάννης Χ. Παπαϊωάννου συμπλήρωσε πως ένα κόκκινο ημικύκλιο διαμορφώνει το βάθος, όπου μόλις διακρίνεται μια αρχαϊκή τοιχογραφία. Η αναγραφή της φίρμας του εργοστασίου κάτω από το έργο είναι η μόνη ένδειξη πως το έργο εκτελέσθηκε κατά παραγγελία. Η όμορφη αυτή και εμβληματική σύνθεση, χαρακτηριστική της τεχνοτροπίας του Ν. Γύζη, βρέθηκε να κοσμεί τα προγράμματα του Ωδείου των Αθηνών, κατόπιν αδείας που ελήφθη από την οικογένεια Ibach.
Το 1935 ωστόσο, το Ωδείο των Αθηνών, θα αποκτήσει και το πρωτότυπο. Με το θέμα της αποκτήσεως του έργου από το Ωδείο Αθηνών, ασχολήθηκε με το υπό τον τίτλο «Η Αρμονία του Γύζη» άρθρο του στην «Εστία» ο Αχιλλεύς Αδ. Κύρου, υπογράφοντας με το γνωστό ψευδώνυμό του «Φιλότεχνος». Μας παραδίδει μία κριτική αλλά και πλούσιες πληροφορίες, ορισμένες δε εξ αυτών παραμένουν αθησαύριστες μέχρι σήμερα. Όπως το μοντέλο που χρησιμοποίησε και το γεγονός ότι ο Γεώργιος Νάζος (1862-1934) που αφιέρωσε τη ζωή του στη μουσική και στο Ωδείο των Αθηνών.
Μεγαλειώδης γαλήνη και αυστηρό κάλλος
Ο Γ. Νάζος έφυγε από τη ζωή στα τέλη Δεκεμβρίου 1934, ως Επίτιμος Διευθυντής του Ωδείου Αθηνών, αλλά είχε προβεί στις απαραίτητες συνεννοήσεις για την απόκτηση του έργου. Επί μισόν περίπου αιώνα είχε μοχθήσει και αγωνιστεί για την οργάνωση και προαγωγή του Ωδείου. Φύση καλλιτεχνική και γόνος αρχοντικής οικογένειας της Τήνου ήταν γιος του Νικολάου Νάζου, ανθρώπου που είχε φροντίσει να προστατεύει οικονομικά τον Ν. Γύζη για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Μόναχο.
Εξάλλου, είναι γνωστό ότι ο καλλιτέχνης νυμφεύθηκε την Άρτεμη Νάζου. Από όλα τα έργα της λεγομένης «κλασικής» περιόδου του Ν. Γύζη η «Αρμονία», τόσο ως προς τη σύλληψη όσο και στην εκτέλεση έχει ίσως τον πιο ελληνικό χαρακτήρα. Για να φιλοτεχνηθεί η θαυμάσια αλληγορική μορφή ποζάρισε μια ωραία Πολωνέζα αριστοκράτιδα, μαθήτρια του Γύζη, η «κόμησσα Γκρατσέφσκα». Έχει τη μεγαλειώδη γαλήνη και το αυστηρό κάλλος των αρχαίων Ελληνικών αγαλμάτων.
Ο συνδυασμός των χρωμάτων είναι τόσο αρμονικός, ώστε από την πρώτη ματιά ο θεατής μένει με την εντύπωση πως έτσι θα είχαν προσωποποιήσει και οι αρχαίοι την Αρμονία που ήταν η βασική αρετή της τέχνης τους.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «Δημοκρατία» 15 Απριλίου 2019