Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Το 1949 γραφόταν μια νέα σελίδα στα νοσηλευτικά χρονικά της χώρας, έπειτα από πρωτοβουλία της βασίλισσας Φρειδερίκης και του εξ απονομής αρχίατρου Νικολάου Βρυώνη. Ιδρυόταν το πρώτο Κέντρο Αποκατάστασης Τραυματιών στην Ελλάδα, στα πρότυπα των εκατοντάδων κέντρων που λειτουργούσαν στην Ευρώπη και στην Αμερική.
Το νέο ίδρυμα καλούνταν να περιθάλψει τα χιλιάδες θύματα που άφηναν πίσω τους οι θηριωδίες και ο απεχθής εμφύλιος πόλεμος. Χιλιάδες παλληκάρια επέστρεφαν από τις μάχες τραυματισμένα και χωρίς δυνατότητα αποκατάστασης και επανένταξης στην κοινωνία. Τότε δημιουργήθηκε η πρόδρομη μορφή του νοσοκομείου, το οποίο οι νεότεροι γνωρίσαμε ως ΚΑΤ[1].
Ο αρχίατρος Ν. Βρυώνης διέγνωσε την ανάγκη και η βασίλισσα Φρειδερίκη κατανόησε τη σημασία του έργου και το έθεσε υπό την προστασία της. Διέθεσε 3 δισ. από τον έρανο που έκανε και φρόντισε να συστηθεί ως μονάδα, υπαγόμενη στο ΓΕΣ, το «449 Κέντρο Αποκαταστάσεως Τραυματιών», με διοικητή του τον Ν. Βρυώνη. Το κέντρο εγκαταστάθηκε στην περίφημη Βίλα Καζούλη. Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν τον Νοέμβριο 1949, παρουσία του βασιλέως Παύλου και της συζύγου του, η οποία επισκεπτόταν τους κλινήρεις τραυματίες.
Ο βασιλιάς Παύλος απευθύνθηκε στους τραυματίες: «Σε σας που εδώκατε το αίμα σας διά να ξεκαθαρίσετε την Πατρίδα… Σε σας οφείλεται το γεγονός ότι η Ελλάς αναπνέει σήμερον. Η Πατρίς θα κάμη παν το δυνατόν διά να βοηθήση»[2]. Ο βασιλιάς Παύλος παρέμεινε πιστός στις υποσχέσεις του, αφού τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο δεχόταν τους τραυματίες και συζητούσε μαζί τους τα διάφορα προβλήματα. Η λειτουργία του ιδρύματος επέφερε κέρδος και στον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς με τον τρόπο αυτόν λιγόστευαν κατά πολύ οι χορηγούμενες αναπηρικές συντάξεις[3].
Μετά τη λήξη του Εμφυλίου, ο αριθμός των στρατιωτών – τραυματιών μειωνόταν αισθητά, οπότε η κυβέρνηση ενέκρινε να νοσηλεύονται εκεί και τραυματισμένοι πολίτες. Πολλοί ήταν εκείνοι που τραυματίζονταν σε εργατικά ατυχήματα, ιδίως οικοδόμοι, εξαιτίας είτε κάποιας πτώσης σε ανεγέρσεις οικοδομών, είτε κάποιας κατάρρευσης των γνωστών μεταλλικών ικριωμάτων (σκαλωσιών).
Το καλοκαίρι του 1950 κανείς εξ όσων περνούσαν και έβλεπαν στη Βίλα Καζούλη, απέναντι από το Ζηρίνειο γυμναστήριο, την πινακίδα «449 Κ.Α.Τ.» δεν υποψιαζόταν το ανθρωπιστικό και εκπολιτιστικό έργο που συντελείτο σε εκείνον τον χώρο.
Ο Κώστας Νίτσος παρέδωσε θαυμάσια περιγραφή[4], τονίζοντας πως επιτέλους η Πολιτεία εκπλήρωνε ένα υπέρτατο καθήκον έναντι εκείνων που θυσιάστηκαν για την πατρίδα και νέοι ακόμη έμειναν ανάπηροι, τραυματισμένοι ακρωτηριασμένοι. Σε διάστημα εννέα μηνών από την ίδρυσή του, το ΚΑΤ είχε να επιδείξει πλούσιο έργο.
Δωρεά το Κτήμα Καζούλη για την ανέγερση του ΚΑΤ
Ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως και ο τρόπος με τον οποίο περιήλθαν στο δημόσιο πενήντα στρέμματα, εκ του συνόλου των 110 που αποτελούσαν το Κτήμα Καζούλη.
Το τελευταίο είχε περιέλθει σε άθλια κατάσταση, με την Ιωάννα Καζούλη, σύζυγο του Παναγιώτη Αριστόφρονα, να είναι απαρηγόρητη για την κακή κατάσταση της περιουσία της. Ένας εκ των διαχειριστών της Καζούλη, ο Βασίλης Μπενάκης, ενημέρωσε σχετικά τη βασίλισσα Φρειδερίκη. Όταν λοιπόν οι δύο γυναίκες συναντήθηκαν τυχαία στο ξενοδοχείο «Σέσιλ» η βασίλισσα Φρειδερίκη εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία και της ζήτησε να παραχωρήσει στο Ίδρυμα «Βασιλεύς Παύλος» 50 στρέμματα από την περιουσία της. Σκοπός η ανέγερση του Νοσοκομείου, του σημερινού Κ.Α.Τ. και η ελευθέρωση της βίλας[5].
Πράγματι, το 1950, η ιδιοκτήτρια Ιωάννα Καζούλη παραχώρησε τα 50 στρέμματα με εικονική αγοραπωλησία[6]. Έτσι η καλοσυνάτη εκείνη γυναίκα συμπλήρωνε την προσφορά και τις ευεργεσίες που είχαν πραγματοποιήσει με τον σύζυγό της προς την πόλη των Αθηνών και την ελληνική κοινωνία.