Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αναμφισβήτητα η άνοιξη είναι η εποχή που μας προετοιμάζει συναισθηματικά για να εισέλθουμε στο καλοκαίρι, επηρεάζοντας ταυτοχρόνως τις ευαίσθητες και ρομαντικές ψυχές να ονειροπολούν και να ερωτεύονται. Βρίθει η παγκόσμια λογοτεχνία από έργα, τα οποία όχι μόνον συνδέουν τα άνθη με τον έρωτα, αλλά κυριολεκτικώς θεοποιούν την επιρροή τους στις νεανικές, συνήθως, καρδιές.
Αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που είναι αξιοσημείωτες και αξιομνημόνευτες, και παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες. Μία εξ αυτών εκδηλώθηκε το καλοκαίρι του 1846 με την έκδοση του, αποτελούμενου από 75 σελίδες, μικρού σχήματος βιβλίου, με τον κεντρικό τίτλο «Ανθώ ή Φωνή των Ανθέων».
Είναι γραμμένο από κάποιον που σίγουρα δέχθηκε την ερωτική… μπαταριά κατακούτελα και όχι ξώφαλτσα. Δεν γνωρίζουμε ακόμη τι είδους φυτό επηρέαζε την ψυχολογία του ανθρώπου που το έγραψε, υπογράφοντας με τα αρχικά Ν.Μ.Σ.
Πάντως πρέπει να θεωρείται σίγουρο πως κάτι έπαιρνε, κάποια φυτική ουσία χρησιμοποιούσε όταν προσφωνούσε την αγαπημένη του με το ψευδώνυμο «Ανθώ», αποκαλώντας την ταυτοχρόνως «αδελφή των ανθέων». Συνέταξε λοιπόν, για χάρη της, 508 δίστιχα και τετράστιχα για την ερμηνεία των ανθέων, όπως τα έβλεπε η δική του λαβωμένη ψυχή και σκέψη. Ένα κρυπτογραφικό λεξικό του έρωτα, μια ηθογραφία για τα άνθη από την οποία αντλούμε πολλές πληροφορίες.
Έτσι , συμφώνως πάντα προς τις ερμηνείες του ερωτευμένου ποιητή μας, όταν λέμε αμάραντος σημαίνει: «Μαζί σου μάλλον αφανής, ας ζήσω μέχρι γήρως / παρά να προκηρύττωμαι μακράν σου μέγας ήρως»[1]. Το γεγονός ότι είχε μπερδέψει τον αμάραντο με την Κρητική καλοκοιμηθιά ελάχιστη σημασία έχει.
Ούτε γνωρίζαμε μέχρι τώρα πως το ειρηνικό δαυκί, το τόσο χρήσιμο στη χορταρόσουπα, παρουσιάζει έντονες τάσεις να διαδραματίσει ρόλο δικαστού: «Μη φεύγης, μη με κρύπτεσαι / Και γύρισε κ’ ιδέ με / Και αν με δίδης θάνατον / Ή αν ζωήν ειπέ με». Που να ήξερε, ο ειρηνικός περβολάρης από την Ακαδημία Πλάτωνος, τις πύρινες εκδηλώσεις ερωτικών αποφάσεων που έκρυβε το καλάθι του. Είπαμε όμως⋅ έρωτας είναι αυτός.
Τέτοιος έρωτας που ακόμη και την δενδρομολόχα, της οποίας τις φαρμακευτικές ιδιότητες παρέβλεπε ο λαός και την αποκαλούσε βρωμομολόχα, μπορούσε να εμπνεύσει στίχους, όπως: «Ως Αφροδίτης άγαλμα σ’ εκόσμησεν η φύσις / πλην σ’ έδωσεν αγάλματος ψυχρότητα επίσης»! Ακόμη και η ντομάτα, η οποία το 1847 έφερε ακόμη την προσωνυμία «φραγκομελιτζάνα», για τον ερωτύλο ποιητή μας σήμαινε πως «Αι δυσκολί’ εξέλειπον / η άκανθα εκόπη, / και στεφανούνται οι μακρείς / αγώνες μας και κόποι».
Φτάνοντας στα τουρσιά βρίσκουμε και τον ρόλο της κάππαρης: «Αυθάδη με ωνόμασες / και δι’ αυτό θυμώνεις / αν ίσως ήμην άτολμος / θα με περιεφρόνεις». Τα άνθη της κερασιάς τροφοδοτούσαν θετικές σκέψεις: «Καρδίας ανταλλάζομεν εις ταύτην την ημέραν⋅ / Την θερμοτέραν μ’ έδωσες κ’ εγώ την πιστοτέραν».
Όσο για το μετριόφρον και πάντοτε άτολμο μαρούλι, χρησιμοποιήθηκε από τον ποιητή μας για να απευθυνθεί στη σκορδόπιστη λέγοντάς της «Μην απορής ο άτολμος εάν αποτυγχάνη / εκείνος μόνο που ζητεί, εκείνος και λαμβάνει».
Έφτασε ο χριστιανός, να συγκρίνει την αγαπημένη του με τη μαντζουράνα και να της γράφει πως «Η Αφροδίτη εις την γην εξ ουρανού κατέβη, / και με τους χαρακτήρας σου τον κόσμο γοητεύει»!
Λαϊκές ονομασίες που έχουν εξαφανιστεί
Δυστυχώς δεν παραδίδεται από κάποια γνωστή σ’ εμάς πηγή τι απέγινε ο γεμάτος οίστρο Ν.Μ.Σ. ούτε η πολυθρύλητη «Ανθώ» του. Πάντως εκείνος τη… φλόμωσε στα δίστιχα και βλέποντας τον φλόμο που αφθονούσε εκείνη την εποχή στην Αθήνα της έγραφε πως «Έχεις αγέρωχον μορφήν και μαύρην την καρδίαν, / μισείς παν αίσθημα καλόν, χλευάζεις την φιλίαν»! Όσο για τη χρησιμότητα του βιβλίου του[2], πολλά έχουν να πληροφορηθούν οι σύγχρονοι βοτανολόγοι για λαϊκές και άλλες ονομασίες που έχουν εξαφανιστεί.