Κύριος, Ευρωπαίος, ακούων να γίνεται λόγος και θόρυβος εις τον τύπον, περί πυρκαϊων των δασών μας και περί του τακτικού φόρου, τον οποίον πληρώνει κατ’ έτος εις τον θεόν του πυρός κάθε πρασινισμένη έκτασις εν Ελλάδι, έλεγε:
-Αυτά δεν είνε δάση που έχετε σεις και που καλύπτουν την περισσοτέραν δασωμένην έκτασίν σας. Είνε μάλλον ίσκιες, φισφίσια, πυροδόται, έτοιμοι να πάρουν φωτιά και να μεταδώσουν το πυρ αυθωρεί, βοηθούντων και των ανέμων που έχετε τακτικά εις την χώραν σας. Όπως συνέβη και προ ημερών με το δάσος της Φυλής, μία φουβού είνε ικανή να κάψη και να αποτεφρώση πεντακόσια στρέμματα δασωμένης εκτάσεως. Και εις τον τόπον μου οι κάτοικοι πηγαίνουν, κατασκηνώνουν και καταυλίζονται το θέρος. Αλλοίμονον εάν κάθε φοράν που μαγειρεύουν το φαγητόν τους εις το ύπαιθρον ή που καπνίζουν την πίπαν τους ή το τσιγαρέττο τους ή που περνά ένα τραίνο, του οποίου η μηχανή πετά σπίθες και κάρβουνα αναμμένα, υπήρχε κίνδυνος δάσος ολόκληρο να καή. Τα βουνά της πατρίδος μου και αι πεδιάδες θα είχαν μείνει πιο φαλακρά από τα δικά σας».
Αυτό πράγματι δεν το είχαμε σκεφθή. Φωνάζομεν, διαμαρτυρόμεθα, καταλογίζομεν τα πάντα εις την δασικήν υπηρεσίαν. Θα εχρειάζοντο λεγεώνες δασοφυλάκων να τρέχουν από πίσω από της σπίθες που εμφανίζονται, και μυριάδες δασοπυροσβεστών ετοίμων εις πάσαν στιγμήν να εκστρατεύσουν αφίνοντες της δουλειές των. Αλλά είνε ζωή αυτή, κόσμος ολόκληρος να ζη εν επιφυλακή διότι η κυρία Μαριγώ άναψε τη φουβού της παρασκευάζουσα μελιτζάνες εις τον καταυλισμόν της; Να απαγορευθούν και οι καταυλισμοί; Αλλ’ επί τέλους τα δένδρα έγιναν για τους ανθρώπους και όχι οι άνθρωποι για τα δένδρα. Όλος ο φτωχόκοσμος έχει ανάγκην και αυτός παραθερισμού και επειδή δεν ενοικιάζει βίλλαν εις Κηφισιάν ή Γλυφάδαν, στήνει λινάτσαν και φουβούν. Τα πεύκα με το μαγευτικόν και βαλσαμώδες άρωμα, με τον ποιητικόν ψίθυρον των βελονωτών φύλλων και όλα τα λοιπά ρητινώδη, με τα οποία καλύπτονται τα πετρώδη βουνά μας και η ακρογιαλιές μας, είνε προωρισμένα ή να πετσοκόβωνται αγρίως από τους ρετσινάδες διά να δίδουν το κεχριμπαρένιο δάκρυ των σαν να προαισθάνωνται την τύχην των, ή να γίνωνται πυροτεχνήματα με μία σπίθα του τσιγάρου μας ή ένα καρβουνάκι της φουβούς μας.
Η παρατήρησις του ξένου άγει εις ένα και μόνον συμπέρασμα: Ότι η Έλλας έχει δάση προωρισμένα και να ανάβουν και να καίωνται. Ότι όσον είνε πεύκα και άλλα ρητινώδη, καμμία δύναμις δεν μπορεί να προλάβη τον εξολοθρευμόν των και ότι μόλις εμφανισθούν άνθρωποι εις την Ελλάδα υπό τα δένδρα, μεταβάλλονται και αυτοί αμέσως εις κούτσουρα!