Το ζεύγος Σερπιέρη απέκτησε τρία παιδιά. Τον Φερνάνδο (Φρέντυ), τη Σαββίνα, αργότερα Λυκιαρδοπούλου, και την Πατρίτσια, αργότερα Παπαδημητρίου. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, η Ντιντή (Ιουλία-Πηνελόπη Βλαστού-Σερπιέρη) προσέφερε τις υπηρεσίες της ως αδελφή νοσοκόμα, ενώ ο σύζυγός της Ιωάννης (Τζώνυ) Σερπιέρης στρατεύθηκε και τέθηκε στις διαταγές του βασιλέως. Τόσο η πολεμική περίοδος όσο και η περίοδος της Κατοχής ανέδειξαν την άγνωστη πατριωτική πλευρά της. Οργανώθηκε η φυγή του ζεύγους Σερπιέρη και των παιδιών τους ταυτόχρονα με τη βασιλική οικογένεια, πρώτα στην Κρήτη και στη συνέχεια στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ύστερα από περιπέτειες κατόρθωσε να φύγει μόνον ο Τζώνης Σερπιέρη και η Ντιντή με τα παιδιά της έμειναν στην Αθήνα.
Το γεγονός ότι ο σύζυγός της ήταν ακόλουθος του βασιλέως δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο τη διαβίωση της Ντιντής Σερπιέρη. Οι Γερμανοί επιτάξαν τον Πύργο της Βασιλίσσης, επιτρέποντας μόνον να συλλέγονται ορισμένα προϊόντα της γης (λαχανικά, σιτάρι), δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στην ίδια και τα παιδιά της να επιβιώνουν. Παρά ταύτα, η Ντιντή φιλοξενούσε πολλούς φίλους της οικογένειας, άκουγε ειδήσεις από το BBC και ενίσχυε παντοιοτρόπως τις προσπάθειες επιβίωσης αθηναϊκών οικογενειών που λιμοκτονούσαν. Άγνωστος παραμένει ο ρόλος της στον επισιτισμό που επιτεύχθηκε μέσω του Ερυθρού Σταυρού και της Σουηδίας.
Συνδετικός κρίκος ο ηγέτης του Ερυθρού και Σουηδικού Ερυθρού Σταυρού Εμίλ Σάνστρομ (1886-1962), ο πρωταγωνιστής μεταφοράς των τροφίμων στην Ελλάδα και της διάσωσης χιλιάδων ανθρώπων από τον λιμό. Η Ντιντή Σερπιέρη ήταν η γυναίκα που φρόντιζε για τη διαμονή, τη γραμματειακή υποστήριξη και τη συγκέντρωση πληροφοριών που χρειαζόταν ο Σουηδός ανθρωπιστής. Η πλευρά αυτή της προσφοράς της παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό. Όπως και όσα υπέστη από τις δυνάμεις Κατοχής που αναζητούσαν διαρκώς τον σύζυγό της και την ανάγκαζαν να εξαφανίζεται. Το ζεύγος επανενώθηκε μετά το πέρας του πολέμου.
Πηγή:
Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς, «Ιουλία (Didi) Πηνελόπη Βλαστού-Σερπιέρη»
Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς, «Η άγνωστη πολεμική ζωή του εξ απορρήτων του Παλατιού Λοχαγού Ιωάννη (Τζώνυ) Σερπιέρη»