ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΙΣ (1911)

ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΙΣ[1]

 

Τὰ πρῶτα φθινοπωρινὰ κρούσματα ἐφάνησαν.

Εἰς τὴν συνοικίαν μου ἐσταμάτησεν ἕνα μεγάλο κάρρο. Ἐπάνω  ἦτο φορτωμένον ἕνα σπίτι ὁλόκληρον κατὰ τὸν μᾶλλον ἐξωφρενικὸν τρόπον. Ἀντικείμενα, τὰ ὁποῖα οὐδέποτε ἴσως συνηντήθησαν κατὰ τὴν ἐνάσκησιν τοῦ ἐπαγγέλματός των, εὑρίσκοντο ἐναγκαλισμένα μὲ περισσὴν τρυφερότητα. Τὸ χέρι ἑνὸς τηγανιοῦ ἐστηρίζετο εἰς ἕνα πιάνο. Ἡ κατσαρόλα ἐσκέπαζε τὸ κεφάλι μιᾶς προτομῆς τοῦ Μπετόβεν καὶ ἕνα μπρίκι τοῦ καφὲ ἀνεπαύετο ὑπὸ τὰ φύλλα μιᾶς λατάνιας, ὡς ὥριμος καταπεσῶν καρπός. Ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα μεταβαίνουν  εἰς τὴν νέαν θέσιν, καὶ ἀναγκάζονται νὰ συνταξειδεύσουν ὅπως συναντῶνται ἐνίοτε εἰς μίαν ταχυδρομικὴν ἅμαξαν ἕνας ἐφέτης καὶ ἕνας τελωνοφύλαξ, ἕνας συνταγματάρχης καὶ ἕνας γραμματοδιδάσκαλος. Ἡ τύχη τοὺς ἤνωσε μαζὶ διὰ μίαν στιγμήν, διὰ νὰ μὴ συναντηθοῦν ἴσως ποτὲς εἰς τὸ μέλλον. Εἶνε ἡ ἴδια κοινωνικὴ ἀνισότης, ἐπεκτεινομένη καὶ εἰς τὰ ἔπιπλα.

 

Ἡ τάξις πορείας γίνεται πάντοτε κατὰ τὸν πλέον στρατηγικὸν τρόπον. Ἀρχηγὸς πορείας συνήθως ὁ κύριος. Γενικὸς ἐπιτελάρχης ἡ  κυρία, ἥτις περιμένει εἰς τὴν εἴσοδον τοῦ νέου σπιτιοῦ διὰ νὰ κανονίσῃ τὴν θέσιν ποῦ  θὰ πάρῃ κάθε ἔπιπλον.

― Τί εἶνε αὐτό; Τὸ κοφίνι τῆς μπουγάδας. Ἔξω. Στὴν αὐλὴ ἀπὸ τὴν  μικρὴ σκάλα. Αὐτὸ τὸ ἀμπαζοὺρ στὴν τραπεζαρία. Σύ, Ἀγγέλω, δεῖξε ποῦ θὰ βάλουν τὸ πανέρι μὲ τὰ γυαλικά…

Καὶ τὰ διάφορα πράγματα ἀναλαμβάνουν τὴν νέαν των θέσιν, ἐνῷ ὁ κύριος μὲ τὸ καπέλλο εἰς τὰ χέρια τρίβει τὸ μανδῆλι εἰς τὴν ἱδρωμένην φαλάκραν του, ὁ μικρὸς Τοτὸς ἔχει καβαλλήσει ἕνα δέμα στρώματα, προσποιούμενος τὸν ἀνθυπίλαρχον, καὶ ὁ Ἀζὸρ κινεῖ τὴν οὐρὰν του προσπαθῶν νὰ ἐννοήσῃ περὶ τίνος πρόκειται. Οἱ δύο ἄλλοι βλαστοὶ τῆς οἰκογενείας ἐξηφανίσθησαν εἰς τὴν ταράτσαν κατοπτεύοντες τὴν θέαν καὶ μελετῶντες τὴν νέαν βάσιν τῶν διασκεδαστικῶν των ἐπιχειρήσεων, καὶ ἡ Ἀγγέλω ἐπιθεωρεῖ τὸ βασίλειόν της, τὴν κουζίνα, καὶ ἀφίνει ἕνα μορφασμὸν νὰ τῆς χαλάσῃ τὸ παχουλὸ σὰν τῆς Τζιοκόνδας Ἀντριώτικο προσωπάκι.

― Κυρία, ἡ κουζίνα δὲν ἔχει φάτσα στὸ δρόμο!

Τὸ πράγμα εἶνε λυπηρὸν διὰ τὴν Ἀγγέλω, καθὼς ἐπίσης θὰ εἶνε καὶ διὰ τὸν ἐξάδελφον, ὅστις εἰς τὸ ἑξῆς θὰ ἀναγκάζεται νὰ θέτῃ εἰς ἐφαρμογὴν τὰ πολιορκητικὰ γυμνάσια τοῦ κ. Μπορντῶ πρὸς ἅλωσιν τοῦ προσφιλοῦς κεφτέ.

Εἶνε τὸ πρῶτον ἐλάττωμα τοῦ νέου ἐνδιαιτήματος ποῦ ἀνεκαλύφθη. Τὸ δεύτερον εἶνε ὅτι «ὁ νεροχύτης εἶνε βουλωμένος». Ἐπὶ τοῦ παρόντος δὲν εἶνε ἄλλα ἐλαττώματα. Θ’ ἀρχίσουν ν’ ἀνακαλύπτωνται βαθμηδὸν καὶ σιγὰ-σιγά, ὥστε μέχρις τῆς πρώτης Σεπτεμβρίου τοῦ 1919 νὰ ἔχουν διακηρύξει ἀπαραίτητον τὴν ἐπανάληψιν τῆς σημερινῆς κωμωδίας καὶ νὰ ἑτοιμάζεται πάλιν τὸ τηγάνι νὰ ἐπαναλάβῃ τὰς διαχύσεις του πρὸς τὸ πιάνο, καὶ ὁ Μπετόβεν νὰ φορέσῃ τὴν κατσαρόλα!

 

                                                                                                                                Τ.Π.

 

[1] Εφημερίδα «ΧΡΟΝΟΣ», 24 Αυγούστου 1911, σελ. 1.