Η 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ (1897)

Η 1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ[1]

 

Καὶ πάλι κάρα μακρουλὰ καὶ σούσταις καὶ καρότσαις

Σεντούκια, στρώματα, μπορά, στάμναις, κανάτια, μπότσαις,

Λάμπαις, καθρέφταις, γυαλικά, μπερνδέδαις, καναπέδαις,

Ντουλάπαις, σκούπαις καὶ μικροὶ μεγάλοι τενεκέδαις,

Ἐδῶθε σφουγκαρίσματα, ἐκεῖθε ἀσπριστάδαις,

Παρέκει κατεβάσματα καὶ χαμαλοκαυγάδαις,

Καὶ μπὰμ ἀκοῦς ξεκάρφωμα καὶ μποὺμ ἀκοῦς καρφώνουν,

Καὶ νὰ ἐδῶ ξεφόρτωσαν καὶ νὰ ἐκεῖ φορτώνουν,

Καὶ βάρδα ‘μπρός! καὶ τράβα ‘μπρός! καὶ στάσου ‘δῶ! καὶ βάστα!

Καὶ πέταχτα! καὶ πρόσεχε! καὶ σήκωστο! καὶ σπάστα!

Δοῦλοι ἐδῶ, δούλαις ἐκεῖ, νδανδαῖς καὶ κουβερνάνταις,

Ἄλλοι βαλίτσαις νὰ κρατοῦν κι’ ἄλλοι κουτιὰ καὶ τσιάνταις.

Αὐτὸ θὰ ‘πῇ Πρωτεύουσα καὶ πρώτη Σεπτεμβρίου,

Αὐτὸ΄θὰ ‘πῇ ἀσπήτωτος καὶ χαλασμὸς Κυρίου!

 

Γ.Χ.Π.

 

 

[1] Εφημερίδα «ΝΕΟΣ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ», αριθμ. 20, 22 Αυγούστου 1897, σελ. 4.