Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Η γαλλικής προέλευσης λέξη βερνισάζ (vernissage = στίλβωσις, βερνίκωμα, γυάλισμα) χρησιμοποιείται συνήθως από τις κοσμικές στήλες και τις ειδήσεις που αφορούν στα εγκαίνια των εκθέσεων έργων τέχνης.
Στις επίσημες εκθέσεις των μεγάλων ευρωπαϊκών αιθουσών του 19ου αιώνα οι καλλιτέχνες έδιναν μια τελευταία… πινελιά, ένα «βερνίκωμα» στα έργα τους, τα οποία έσπευδαν, συνήθως οι μαικήνες, να απολαύσουν πριν από τα επίσημα εγκαίνια.
Στον 20ό αιώνα ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία προβολής των έργων, πριν από την επίσημη έναρξη των εγκαινίων, προκειμένου να δουν και να εκτιμήσουν τα έργα οι έμποροι τέχνης, οι κριτικοί και σημαντικοί αγοραστές.
Πότε όμως χρησιμοποιήθηκε η λέξη βερνισάζ με τη σημερινή της έννοια; Από τις πρώτες φορές που απασχόλησε τους ειδήμονες -πρέπει να ήταν το 1897- και με αφορμή σπουδαία έκθεση που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στο Ζάππειο Μέγαρο. Τα ονόματα των καλλιτεχνών που συμμετείχαν στην έκθεση προοιώνιζαν την επιτυχία τους.
Ο Άγγελος Γιαλλινάς (1857-1939), ο Βικέντιος Μποκατσιάμπης (1856-1933) -αμφότεροι μετά από επιτυχείς παρουσίες στην Ευρώπη- ο Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), ο Περικλής Τσιριγώτης (1860-1924) κ.ά. Οπωσδήποτε αποτελούσε μείζον καλλιτεχνικό γεγονός για την Αθήνα και πολλοί ασχολήθηκαν με την οργάνωσή του. Ανάμεσά τους και ο επιφανής ανθρωπολόγος, αρχαιολόγος και ζωγράφος Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς (1867-1955)[1].
Ο τελευταίος απέδωσε με τη λέξη ανθεστήρια το γαλλικό βερνισάζ και υπό τον τίτλο αυτό πραγματοποιήθηκε η πρώτη εκδήλωση. Κλήθηκαν οι καλλιτέχνες, οι δημοσιογράφοι και οι φιλότεχνοι πριν από τα επίσημα εγκαίνια της έκθεσης. Εκεί πίνοντας σαμπάνια ανεπτύχθησαν οι σκοποί της έκθεσης και παρουσιάστηκαν τα εκθέματα. Η διαφημιστική καμπάνια που πραγματοποιήθηκε ήταν υπέρμετρη για τα δεδομένα της εποχής και η επιτυχία της έκθεσης απρόσμενη. Την ημέρα των εγκαινίων την επισκέφθηκαν 2.000 άνθρωποι!
Ωστόσο, η ορολογία «Ανθεστήρια», η οποία τόσο έχει προβληματίσει τους ερευνητές δεν επικράτησε και συνεχίστηκε η χρήση του βερνισάζ. Η συνέχεια δόθηκε μάλλον το 1901 και με αφορμή την καθιερωμένη Καλλιτεχνική Έκθεση του «Παρνασσού».
Πριν από τα επίσημα εγκαίνια έγινε το «γαλλιστί λεγόμενον βερνισάζ, η πρώτη επίσημος επίσκεψις, καθ’ ήν οι καλλιτέχναι επιθεωρούσι το τελευταίον τα έργα αυτών, στυλβόνοντες μεν τα εικόνας, καθαρίζοντες δε τα αγάλματα». Δεν έμειναν όμως οι υπεύθυνοι της έκθεσης εκείνης στη χρήση της γαλλικής ορολογίας. Προχώρησαν ακόμη περισσότερο επισημαίνοντας πως «διά το βερνισάζ τούτο ευρέθη καταλληλοτάτη ελληνική λέξις».
Βρισκόμαστε στην εποχή που θεωρούνταν απαραίτητη η εξεύρεση ελληνικών όρων για να αντικαταστήσουν τους ξένους που κατέκλυζαν το ελληνικό λεξιλόγιο. Έτσι βρέθηκε η λέξη Φαιδρυντήρια την οποία μας έχει παραδώσει ο Πολυδεύκης! Φαιδρυντές αποκαλούνταν εκείνοι που καθάριζαν τα αγάλματα πριν εκτεθούν δημοσίως. «Εις τα φαιδρυντήρια του Παρνασσού» λοιπόν, αναφέρει η είδηση του 1901, «αύριον η είσοδος θα επιτραπή αντί δραχμών τριών»[2]!
Βερνίκωσαν και τις αγιογραφίες!
Αλλά πριν αποκτήσει το νόημα που φέρει και στα ελληνικά, η λέξη πέρασε κυριολεκτικώς από… σαράντα κύματα και συνδέθηκε με πολλές περιπέτειες. Μία εξ αυτών παρουσίασε ο Παύλος Νιρβάνας [3]. Εν ολίγοις περιέγραφε την έκπληξη του ασκητικού και σεμνού ζωγράφου της Σχολής του Μονάχου Πολυχρόνη Λεμπέση (1848-1913), ο οποίος επισκέφθηκε τον Ιερό Ναού Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας για να ανάψει ένα κεράκι. Έριξε και μια ματιά στο έργο του αφού είχε αγιογραφήσει την Παναγία αλλά και πανέμορφους παρθενικούς αγγέλους. Φρύαξε ο άνθρωπος βλέποντας πως οι αγιογραφίες του είχαν περαστεί με ποτάσα και ύστερα με βερνίκι «απ’ αυτό που βερνικώνουν τα καράβια στο λιμάνι»! Την εργασία είχαν αναθέσει οι επίτροποι της εκκλησίας σε κάποιον χρυσοχόο των Αθηνών, ο οποίος και προέβη στον βανδαλισμό αυτόν!