Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Από το 1988 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει ανακηρύξει Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος, ενώ η Ελληνική Πολιτεία φαίνεται αποφασισμένη να επιβάλλει τις προβλέψεις των Νόμων υπενθυμίζοντας διαρκώς τις καταστρεπτικές συνέπειες που έχει η βλαβερή συνήθεια για την ανθρώπινη υγεία. Το γεγονός ότι η χώρα μας κατέχει θλιβερά πρωτεία στην κατανάλωση τσιγάρων από άνδρες και γυναίκες, με τις αυτονόητες επιπτώσεις σε ζωές και ασθένειες, είναι πρόσθετος λόγος για να ασχοληθούμε ακόμη περισσότερο με το μείζον αυτό για την κοινωνία πρόβλημα.
Αφορμής δοθείσης ανατρέχουμε στον 19ο αιώνα, προκειμένου να ανασύρουμε από τη λήθη δύο αντικαπνιστικές εκστρατείες και τα αποτελέσματά τους. Η πρώτη πραγματοποιήθηκε το 1855, επί βασιλείας του Όθωνος. Κατέληξε στην έκδοση του πρώτου νομοθετήματος, ενός βασιλικού διατάγματος, το οποίο απαγόρευε το κάπνισμα στις δημόσιες υπηρεσίες! Ενδιαφέρουσα η λεπτομέρεια πως το εν λόγω βασιλικό διάταγμα υπεγράφη από τη βασίλισσα Αμαλία.[1]
Η δεύτερη η οποία εκδηλώθηκε κατά την εκπνοή του 19ου αιώνος, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί κάπως… ιδιόμορφη εκστρατεία. Αθηναίοι συνέπηξαν κίνηση που αποσκοπούσε στην κόσμια εμφάνιση των ιερέων, με ιδιαίτερη βαρύτητα στην απαγόρευση του καπνίσματος! Τα αποτελέσματα ήταν επίσης πλούσια όχι από θεσμικής αλλά από λειτουργικής άποψης. Οι ιερείς απέφευγαν τόσο να καπνίζουν όσο και να πίνουν δημοσίως προκειμένου να σκανδαλίζουν το ποίμνιό τους.
Οι… σιγαρίζοντες
Τον Ιούνιο 1856, εξαπολύθηκε με ιδιαίτερη σφοδρότητα η πρώτη αντικαπνιστική εκστρατεία στην Ελλάδα. Τα πάντα είχαν ξεκινήσει περίπου έναν χρόνο νωρίτερα και η πρωτοποριακή αυτή ενέργεια πρέπει να πιστωθεί στην εφημερίδα «Αθηνά» και στον εκδότη της Εμμανουήλ Αντωνιάδη, παρά το γεγονός ότι δεν είναι βέβαιο πως ο ίδιος έγραψε τον πραγματικό λίβελο ο οποίος προκάλεσε έντονες συζητήσεις.[2] Στο στόχαστρο της εφημερίδος βρέθηκαν καταρχήν όσοι κάπνιζαν μέσα σε δημόσια κτίρια, στα υπουργεία αλλά και στη Βουλή.
Η σκληρή επίθεσις «κατά των σιγαριζόντων και των σιγάρων» έγινε διότι το κάπνισμα είχε πλέον εξελιχθεί σε μόδα. Όλοι είχαν ένα τσιγάρο στο στόμα τους. Στις αγορές, στα εργαστήρια, στις παρέες, στους αγρούς αλλά και στις δημόσιες υπηρεσίες. Οι πολίτες συναντούσαν μέσα στα υπουργεία «υπαλλήλους και υπαλληλίσκους και εν γένει όλα τα σμήνη των ξοανιδίων εργαζόμενα με το σιγάρον εις το στόμα». Αλλά η εφημερίδα «Αθηνά» καταφέρθηκε και εναντίον των βουλευτών και των γερουσιαστών οι οποίοι κάπνιζαν συνέχεια και αντί να εργάζονται φλυαρούσαν!
Αλλά το κακό είχε πλέον εξαπλωθεί και στα σχολεία. Οι μαθητές είχαν μετατραπεί σε αρειμάνιους καπνιστές, όπως εξάλλου και οι φοιτητές. «Βλέπει τις τα μειράκια και τους νεανίσκους συνδιαιτωμένους και μελετώντας με ένα τσιγάρο», έγραφε η εφημερίδα. Οκτάχρονα και δεκάχρονα παιδιά έβγαζαν καπνό από το στόμα «ως άλλοι δαίμονες της κολάσεως»! Επισήμαινε ακόμη η εφημερίδα πως ο καπνός είναι δηλητήριο, καταστρέφει το νευρικό σύστημα, το στομάχι, τα μάτια και όλο τον οργανισμό, προκαλώντας ωχρότητα στο πρόσωπο. Χρησιμοποιώντας τη φράση «αναθεματισμένα σιγάρα» τόνιζε ακόμη πως είχαν γίνει αιτία να αποτεφρωθούν πολλά δάση και να προκληθούν μεγάλες ζημιές.
Οι βαθύνοες βουλευταί…
Ενδιαφέρουσα επίσης είναι η περιγραφή της αίθουσας στην οποία συγκεντρώνονταν οι βουλευτές και η οποία «ήταν πλήρης σιγάρων εκ σιγάρων κεκαυμένων, όπως απροσέκτως τα ρίπτουν οι βαθύνοες βουλευταί μας». Επίσης, άγνωστη σε μας ήταν μέχρι τώρα η πληροφορία ότι ο συνταγματάρχης Λέιτσεστερ Στάνχοπ (1784-1862), γνωστός από τις επαφές του με τον λόρδο Βύρωνα, είχε αγανακτήσει. Εκείνο που δεν μπορούσε να υποφέρει, σύμφωνα πάντα με την εφημερίδα «Αθηνά», ήταν να βλέπει καπνίζοντα τα μέλη της Νομοτελεστικής Αρχής και γι’ αυτό την αποστρεφόταν, ενώ αγαπούσε τη Βουλή επειδή εκεί απαγορευόταν το κάπνισμα!
Εν πάση περιπτώσει, η εκστρατεία που εξαπολύθηκε και οι φωτιές που ακολούθησαν καταστρέφοντας οικήματα, δάση και βοσκότοπους, είχαν ως αποτέλεσμα την ευαισθητοποίηση της πολιτείας. Η βασίλισσα Αμαλία, η οποία αντικαθιστούσε τον απουσιάζοντα στο εξωτερικό Οθωνα, υπέγραψε το βασιλικό διάταγμα «Περί απαγορεύσεως του καπνίζειν εν δημόσιοις καταστήμασι» (Ιούλιος 1856). Η πρωτοποριακή αυτή, ακόμη και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ενέργεια πρέπει να θεωρείται το πρώτο επίσημο θεσμικό μέτρο της πολιτείας εναντίον του καπνίσματος.
Το Διάταγμα
Το σχέδιο Διατάγματος είχε συντάξει ο πρωθυπουργός και υπουργός Εσωτερικών Δημήτριος Βούλγαρης, ο γνωστός Τζουμπές λόγω της ενδυμασίας του. Βεβαίως δεν απασχολούσαν ακόμη τις Αρχές τα ζητήματα υγείας, αλλά κυρίως ο κίνδυνος πυρκαγιάς. «Θέλοντες να προλάβωμεν όσον ένεστι τα εξ ενδεχομένων πυρκαιών δυστυχήματα… απεφασίσαμεν και διατάττομεν» ανέφερε το Διάταγμα το οποίο αποτελείτο από τρεις παραγράφους.
Η πρώτη ξεκαθάριζε: «Απαγορεύεται η χρήσις του καπνίζειν είτε δια καπνοσυρίγκων (τσιμπουκίων), είτε δια σιγάρων, εις πάντας εν γένει τους υπαλλήλους και υπηρέτας του Κράτους εντός των δημοσίων γραφείων και καταστημάτων». Με τη δεύτερη παράγραφο του Διατάγματος η απαγόρευση επεκτεινόταν και «εις πάντα προσερχόμενον εις τα ειρημένα καταστήματα και γραφεία χάριν υποθέσεως ή άλλης τινός αιτίας». Η τρίτη παράγραφος ήταν τυπική και ανέθετε την εκτέλεση των ορισμών του στον υπουργό των Εσωτερικών.
Και «ανάρμοστον δι’ ιερείς…»
Μία ακόμη, έμμεση αυτή τη φορά εκστρατεία που είχε όμως στο στόχαστρό της μόνον τους ιερείς, εξαπολύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και πάλι στην Αθήνα. Συστήθηκε «Σύλλογος των Ορθοδόξων» με σκοπό την αξιοπρεπή και κόσμια δημόσια εμφάνιση του κλήρου.[3] Ο Σύλλογος αυτός, εν ολίγοις και εν έτει 1898, ζητούσε να επιβάλει διά της βίας στους ιερείς να μην καπνίζουν. Πρόεδρος ήταν ο Κρητικός και ξυλουργός στο επάγγελμα Ιωάννης Περδικάκης, ο οποίος κατοικούσε στην περιοχή της Νεαπόλεως και δήλωνε προς κάθε κατεύθυνση πως «είναι ανάρμοστον να καπνίζη ένας λειτουργός του Υψίστου»! Τις καθημερινές κάθε μέλος αρκείτο να δραστηριοποιείται μόνο του. Τις Κυριακές όμως και τις γιορτές μαζεύονταν όλα τα μέλη και διαιρούνταν σε ομάδες, οι οποίες περιπολούσαν στις γειτονιές κυνηγώντας τους ιερείς που κάπνιζαν!
Τα μέλη του Συλλόγου αμέσως μετά τη σύστασή του, στις αρχές του 1898, επισκέφτηκαν τον Μητροπολίτη Αθηνών και Πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου, ο οποίος ωστόσο φαίνεται πως δεν προθυμοποιήθηκε να υιοθετήσει τις απόψεις τους. Οπότε πήραν το θέμα πάνω τους και τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Τους πρώτους έξι μήνες λειτουργίας του Συλλόγου εντοπίστηκαν περίπου 25 καπνίζοντες ιερείς. Η απαγόρευση ίσχυε μόνον για τη δημόσια εμφάνιση των ιερέων αφού «εις το σπίτι του ο παππάς ημπορεί να πιή ακόμη και τσιμπούκι»!
Σύμφωνα με όσα ανέφερε σε σχετικό απολογισμό ο Σύλλογος, τον οποίο παρουσίασε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, είχε εντοπιστεί και ένας ιδιαίτερα… θεριακλής ιερέας. Υπηρετούσε στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής της οδού Ακαδημίας. Αψηφώντας τις παρατηρήσεις, όχι μόνον συνέχισε να καπνίζει, αλλά εντοπίστηκε σε δημόσιο χώρο να ρουφά και τον ναργιλέ του! Σύμφωνα με τα μέλη του Συλλόγου οι εκκλησιαστικοί νόμοι επιβάλουν στους ιερείς να είναι εγκρατείς και να αποφεύγουν τις σαρκικές επιθυμίες, συμπεριλαμβανομένου και του καπνίσματος. Η δε προκήρυξη που είχαν τυπώσει ήταν πραγματικό… περιβόλι: «Επικαλούμεθα την συνδρομήν των απανταχού ορθοδόξων χριστιανών δια να ελέγχωμε πάντα κληρικόν διά τυχόν ασεβείς και αντιχριστιανικάς πράξεις»!