Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Άνοιξε το Τριώδιο. Τριώδιο ονομάζεται το λειτουργικό εκκλησιαστικό βιβλίο που περιλαμβάνει τις ακολουθίες των εορτών προ του Πάσχα, από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο. Την πρώτη εβδομάδα ο λαός αποκαλεί Αμολυτή ή Απολυτή –απολύονται οι ψυχές στον απάνω κόσμο–, τη δεύτερη Κρεατινή –τελευταία ημέρα κρεοφαγίας– και την τρίτη Τυρινή ή Τυροφάγου επειδή επιτρέπεται η βρώση γαλακτερών.
Η λέξη Αποκριά γενικά δηλώνει την τελευταία ημέρα που επιτρέπεται η κρεοφαγία, πριν αρχίσει η περίοδος νηστείας. Στον πληθυντικό Απόκρεω ή Απόκριες εννοούμε την κρεοφαγία που προηγείται της νηστείας της μεγάλης Σαρακοστής για το Πάσχα και κατ’ επέκταση ταυτίζεται με όλο το χρονικό διάστημα των τριών πρώτων εβδομάδων του Τριωδίου, που αρχίζει την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου.
Ντόμινα και μασκαράδες
Αν και τα ημερολόγια ανήγγειλαν το γεγονός με τη γνωστή φράση «Αρχή Τριωδίου» ελάχιστα συνέβησαν. Τίποτα δεν θύμιζε τις παλαιότερες εποχές, όταν κυριολεκτικώς χαλούσε ο κόσμος. Μέρες πριν από το άνοιγμα του Τριωδίου τα ψιλικατζίδικα και τα κουρεία κρεμούσαν στους τοίχους μέσα και έξω από το κατάστημα κουστούμια μασκαράδων προς ενοικίαση. Εξάλλου, μόνον για την περίοδο των Απόκρεω νοικιάζονταν όσα άδεια καταστήματα υπήρχαν στους κεντρικούς δρόμους αφού τα αποκριάτικα είδη είχαν πέραση.
Ντόμινα κόκκινα, μαύρα, σατέν ή από μετάξι, με τις απαραίτητες κουκούλες τους, πιερότοι, παλιάτσοι, κωνικά καπέλα με την κορυφή τους να στολίζεται με έναν θύσανο από σερπαντίνες, ισπανικές και ρωμαϊκές αμφιέσεις με ασπίδες, δόρατα και περικεφαλαίες, διαβολίστικα με πολλά κουδουνάκια και η απαραίτητη φούσκα για να χτυπά ανώδυνα τους περαστικούς διαβάτες ο διαβολοντυμένος μασκαράς. Αυτά ήταν τα κύρια εμπορεύματα των καταστημάτων που έκαναν χρυσές δουλειές, νοικιάζοντας κάθε κοστούμι 3 δραχμές για ένα 24ωρο αν ήταν από σατέν, και 5 δραχμές αν ήταν από μετάξι.
Μουτσούνες και επιδρομείς
Αυτά συνέβαιναν μόλις πριν από λίγες δεκαετίες, όταν από την πρώτη κιόλας Κυριακή, κάθε βραδάκι, παρέες ξεχύνονταν στους δρόμους και στα στενά των Αθηνών, με κέφι και πειράγματα. Οι περιγραφές στα περιοδικά έδιναν κι έπαιρναν. Χαρτοπόλεμος και γιουρούσι σε κάποιο γνωστό σπίτι. Εξάλλου, τότε οι πόρτες ήταν διάπλατες για καλωσορίσματα, χαρές και γέλια. Ανάμεσα στους μασκαράδες επιδρομείς υπήρχαν και πολλοί που δεν φορούσαν τα τυποποιημένα αποκριάτικα κοστούμια.
Προσπαθούσαν να μασκαρευτούν όσο το δυνατόν πιο κωμικά και με ότι έβρισκαν πρόχειρο. Ο ένας ανακάλυπτε τη βελάδα του παππού του, φόραγε το ψηλό καπέλο, καπίστρωνε τον λαιμό με ένα σκληρό κολάρο, έπαιρνε ένα βαλιτσάκι στο χέρι, φόραγε μια μουτσούνα ή μια κόκκινη μύτη πελώρια με μουστάκια και γυαλιά παριστάνοντας τον γιατρό. Η άλλη κατάφερνε να εισχωρήσει στο ναυτικό κοστούμι του εξαδέλφου της και οι ραφές του παντελονιού προσπαθούσαν να κρατήσουν τα… περισσεύματα της γυναικείας σιλουέτας.
Μαυροκακανιασμένα
Ακόμη πιο εντυπωσιακός εκείνος που ντυνόταν νοσοκόμα και κάτω από την κάτασπρη φούστα της αδελφής ξεπρόβαλαν τα μαυροκακανιασμένα δασύτριχα ξυλοπόδαρα. Τα πρόσωπα προσπαθούσαν να κρυφτούν κάτω από τις μάσκες ή ήταν μουντζουρωμένα με καμμένο φελλό. Οι νοικοκυραίοι με τη σειρά τους έσπαγαν το κεφάλι τους να αναγνωρίσουν τον μασκαρά. Εν τω μεταξύ για το καλό του χρόνου, το τραπέζι στρωνόταν με ότι υπήρχε στο σπιτικό κι η ρετσίνα άναβε το κέφι. Οι μασκαράδες αποκαλύπτονταν. Πλούσιοι και φτωχοί γιόρταζαν τις Απόκριες.
Τα προβλήματα της ζωής, τα οποία τότε ίσως ήταν περισσότερα, δεν ήταν ικανά να ανακόψουν το αποκριάτικο κέφι. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα χόρευαν στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία, στο θέατρο Ολύμπια, στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου και τα ξενοδοχεία της Κηφισιάς και του Νέου Φαλήρου. Ο υπόλοιπος κόσμος αρκούνταν στις σάλες των καφενείων και των εστιατορίων που ήταν στολισμένα με πολύχρωμες γιρλάντες και θάμπωναν τα τζάμια τους με λιωμένο στουπέτσι. Χορός έως το πρωί, με κεφτεδάκια, ένα κομμάτι ψητό, δύο βαρέλια μπύρας Φιξ ή Κλωναρίδη και το γλέντι άναβε.
Απαγορεύσεις και Κατοχή
Από το 1922 σημειώθηκαν οι μεγάλες και θεαματικές αλλαγές στον τρόπο εορτασμού του Τριωδίου. Αφενός νέα ήθη και έθιμα καθιερώθηκαν σε όλα τα μέρη της χώρας και αφετέρου οργανώθηκαν περισσότερο οι αστικές διασκεδάσεις. Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν οι κατά καιρούς απαγορεύσεις της μάσκας σε περιόδους πολιτικών ανωμαλιών.
Επίσης, η μακρόχρονη σιγή που έφερε μαζί της η Κατοχή και τα πρώτα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια. Ωστόσο, τη δεκαετία του 1950 επανήλθε η κίνηση, η οποία πλέον παρουσιαζόταν περισσότερο στα κοσμικά κέντρα και τις ταβέρνες, στα χορευτικά τσάγια και τις πίστες. Στο μικροαστικά αλλά και στα αριστοκρατικά σπίτια τα πάρτι και τα πικ-απ πήραν τη δική τους θέση.
*Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ», 14 Φεβρουαρίου 2014